Καλώς ήρθατε στον κόσμο της «μετα-αλήθειας»

 
Μαρία Κατσουνάκη ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ

Καλώς ήρθατε στον κόσμο της «μετα-αλήθειας»

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 
«​​Ηταν η χρονιά που το αδιανόητο έγινε δυνατό, τα άκρα εισέβαλαν στην κεντρική σκηνή και ο Ντόναλντ Τραμπ ένας μεγιστάνας ακινήτων και τηλεπαρουσιαστής έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ», γράφει ο Λάιονελ Μπάρμπερ σε άρθρο του στους Financial Times, με τίτλο «Η χρονιά του δημαγωγού: πώς το 2016 άλλαξε τη δημοκρατία».

Από το Brexit έως τον Ντόναλντ Τραμπ, το 2016 σημαδεύτηκε, σύμφωνα με τους αναλυτές, από μια ηχηρή απόρριψη του κατεστημένου. Ως εδώ, η αναφορά στη χρονιά που μόλις παρήλθε. Οι απολογισμοί της διεθνούς πολιτικής σκηνής δεν εμπίπτουν στο αντικείμενό μου. Κι αν η εποχή της μετα-αλήθειας («post-truth») ευνοεί, αν δεν ενθαρρύνει, την άποψη «όλων για όλα», όταν έρχεται η στιγμή της καταμέτρησης των ευθυνών οφείλουμε να κάνουμε και εμείς, οι δημοσιογράφοι, την αυτοκριτική μας.

Ας βάλουμε, όμως, τα πράγματα σε μια σειρά: Η «μετα-αλήθεια» (η πολιτική ρητορική/πρακτική που αγνοεί την αλήθεια και βασίζεται σε μια προσωπική, ενίοτε εντελώς πλαστή, εκδοχή της πραγματικότητας) είναι η λέξη της χρονιάς, σύμφωνα με το λεξικό της Οξφόρδης (Oxford Dictionaries). «Θα μπορούσε να αναδειχθεί σε μία από τις καθοριστικές έννοιες για την εποχή μας», σχολίασε ο Κάσπερ Γκράθουολ των Oxford Dictionaries («Κ» 17/11/2016). Η «μετα-αλήθεια» ερμηνεύει, εν πολλοίς, όχι μόνο τη διχαστική προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ και του δημοψηφίσματος για το Brexit αλλά και τα αποτελέσματα που ξάφνιασαν, διαψεύδοντας τα προγνωστικά.

Το ενδιαφέρον είναι πως ο όρος είχε χρησιμοποιηθεί πρώτη φορά το 1992, αλλά η συχνότητα χρήσης του αυξήθηκε κατά 2.000% το 2016. Στο ίδιο δημοσίευμα της «Κ» (17/11/2016) η δρ Κλερ Χαρντέικερ του Πανεπιστημίου του Λάνκαστερ εξηγεί πως «όταν μελετά κανείς το λεξικό διαπιστώνει ότι κάποιες από τις λέξεις αποτελούν “έναν σπασμό της ιστορίας” και μετά πέφτουν πάλι σε αχρησία».

«Καλώς ήρθατε στον κόσμο της μετα-αλήθειας», λοιπόν, που υπερ-τροφοδοτείται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία αναπαράγουν αφιλτράριστες και μεροληπτικές ειδήσεις. Σε αυτόν τον κόσμο, στον οποίο η αλήθεια δεν έχει σημασία, ουδείς ασχολείται με το αν είναι διαστρεβλωμένη ή ψευδής, μετρούν τα συναισθήματα και όχι τα γεγονότα, οι δημοσιογράφοι απολαμβάνουν τη μικρότερη δυνατή αξιοπιστία.

Στην Αμερική της προεκλογικής περιόδου, στα τρανταχτά ψέματα του Τραμπ, που περιελάμβαναν από την «αποκάλυψη» ότι ο Μπαράκ Ομπάμα δεν είχε γεννηθεί στις ΗΠΑ, μέχρι δήθεν στοιχεία που παρουσιάζονταν για να ενισχύσουν τις προκαταλήψεις για τους μουσουλμάνους ή για τους μετανάστες, κάθε απόπειρα διάψευσης από τους δημοσιογράφους αντιμετωπιζόταν με ορυμαγδό ύβρεων εναντίον τους, στο Twitter και στο Facebook. Οι δημοσιογράφοι έχουν καταχωριστεί στη συνείδηση ενός μέρους των πολιτών ως «κατεστημένο» απέναντι στο οποίο οφείλει κανείς να αντιστέκεται. Κι ακόμη περισσότερο: να απορρίπτει, να διαβάλλει. Η δυσπιστία των αντιπάλων του Τραμπ απλώς χάριζε στον ίδιον πόντους, ενισχύοντας την αντίληψη «εμείς ενάντια σε αυτούς». Στους «αυτούς» χρεώνονται οι απανταχού ελίτ, οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, οι, στο μυαλό του καθενός, «προνομιούχοι», οι διανοούμενοι, οτιδήποτε μπορεί να φέρει τα πραγματικά ή και φαντασιακά χαρακτηριστικά μιας άρχουσας τάξης. Στους «αυτούς» χρεώνονται ενίοτε και οι θεσμοί, πυλώνας της δημοκρατίας.

Γιατί, όμως, η λέξη «μετα-αλήθεια» αποτελεί «έναν σπασμό της ιστορίας» και ποιος είναι αυτός ο «μετα-κόσμος» που ξημερώνει; Εχει να κάνει με τον «ασπόνδυλο» άνθρωπο που ζει αυτο-αναφορικά, δηλ. αποκλειστικά με κέντρο τον εαυτό του, τις επιθυμίες, τα συμφέροντα και τα δικαιώματά του; Η απομάγευση της πολιτικής, η αδυναμία (ή η αδιαφορία) της να απαντήσει στις ανάγκες του πολίτη, η εξωφρενική συγκέντρωση πλούτου στους ολίγιστους, η εξάπλωση της φτώχειας, η επίσημη προπαγάνδα που γέννησε το τέρας της προπαγάνδας του εθνολαϊκισμού, η αποσπασματικότητα της γνώσης, η διάχυση της προσοχής, το τέλος της αυθεντίας; Ο κατάλογος των απαντήσεων είναι μακρύς και κάθε μία περικλείει, σαν μπαμπούσκα, πολλά υποθέματα.

Γιατί σε αυτήν την «κρίση αξιών», οι αρεστές απαντήσεις προέρχονται από τα άκρα, η σύγχυση, που επιτείνει τον θυμό, όχι απλώς εξουδετερώνει αλλά ενοχοποιεί ό,τι αποκαλούμε «common sense». O ορθολογισμός βαφτίστηκε κυνισμός μπροστά στη μόνη αυθεντικότητα που είναι (και ήταν επί χρόνια) η «κατάθεση ψυχής». Τι κι αν η έκρηξη συναισθημάτων διαδήλωνε την υποχώρηση της σκέψης; Ο,τι άδειαζε από νοήματα, γέμιζε, υποτίθεται, με συναισθήματα.

Τι συνέβη και αξίες που ανήκαν στον χώρο του αυτονόητου πρέπει να επινοηθούν από την αρχή; Αυτήν την εποχή της «μετα-αλήθειας» τα εύκολα θύματα είναι, συνήθως, οι απαίδευτοι άνθρωποι (δεν σημαίνει υποχρεωτικά οι αμόρφωτοι, είναι κυρίως οι ακαλλιέργητοι), αδύναμοι να συζητήσουν, με ακλόνητες βεβαιότητες, που διακατέχονται από αγκυλώσεις ανεξάρτητα από το ιδεολογικό τους πρόσημο.

Λάτρεις της «μετα-αλήθειας» είναι, συνήθως, όσοι κατέχουν τη μόνη αλήθεια. Οι νέοι, αυτοί, μύθοι για να επιβληθούν δεν μπορούν παρά να πατήσουν πάνω στις αδράνειες των παλιών, στις αδυναμίες και στα κενά τους, να τους καταγγείλουν και, ουσιαστικά, να τους αναπαραγάγουν.

Η «μετα-αλήθεια» αντλεί τη δύναμή της από τη θολούρα, την έλλειψη χρόνου (για τη διασταύρωση των στοιχείων), τον αποπροσανατολισμό.

Ο «μετα-κόσμος» της αναζητά απαντήσεις στον αυταρχισμό, στον διχασμό, στον κυνισμό που δεν τροφοδοτείται μόνο από τη στεγνότητα της σκληρότητας αλλά και από την υπερχείλιση του συναισθήματος.

Comments

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc