κοινωνία χαμηλών προσδοκιών
Κοινωνία χαμηλών προσδοκιών
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο μεγάλος φόβος του Ευ. Βενιζέλου είναι ότι δημιουργείται μια κοινωνία χαμηλών προσδοκιών στην Ελλάδα. Το είπε ο ίδιος σε χθεσινή συνέντευξή του στο ραδιόφωνο του «ΒΗΜΑ FM» και είτε ευθέως είτε έμμεσα απέδιδε με την επιχειρηματολογία του τις ευθύνες στη σημερινή κυβέρνηση. Δικαιολογημένα ασφαλώς σε μεγάλο βαθμό, αλλά και λίγο άδικα, γιατί το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο. Είναι παλιό, όσο και τα χρόνια ζωής του νεοελληνικού κράτους, αλλά επί κυβέρνησης Συρανέλ κορυφώθηκε και αποτελεί μη ομολογημένη επίσημη πολιτική πλέον. Αφενός, γιατί όλες οι αποφάσεις και οι ενέργειες σήμερα κατατείνουν στην ισοπέδωση προς τα κάτω και αφετέρου, γιατί η συντριπτική πλειονότητα των στελεχών της κυβέρνησης και των δύο κομμάτων που την αποτελούν, θεωρεί τη μετριότητα οροφή, αφού μέσα σ’ αυτήν κινήθηκαν πάντα και συνεχίζουν να κινούνται.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά, ο Ευ. Βενιζέλος θα πρέπει να παραδεχθεί –και σίγουρα δεν έχει λόγο να μην το κάνει– ότι ποτέ η αξιοκρατία δεν αποτελούσε βασικό γνώρισμα του νεοελληνικού κράτους. Ηταν και δυστυχώς παραμένει ένα κράτος που στήθηκε πάνω σε πελατειακές σχέσεις, κομματισμό, ρουσφετολογία, τοπικισμό και οικογενειοκρατία, γεγονός που αυτόματα σημαίνει ότι σε συλλογικό επίπεδο η ελληνική κοινωνία ήταν σχεδόν μόνιμα χαμηλών προσδοκιών. Ακόμη και η εκπαίδευση, ιδιαίτερα τα χρόνια της μεταπολίτευσης, εξελίχθηκε σε μέσο βολέματος. Σε συλλογικό επίπεδο, όχι σε προσωπικό. Γιατί σε προσωπικό, ο μέσος Ελληνας προσδοκούσε το καλύτερο για τον εαυτό του και τα παιδιά του και αν δεν το έβρισκε, ή δεν πίστευε ότι θα το βρει, μετανάστευε. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα με μία όμως πολύ μεγάλη διαφορά. Την Ελλάδα της κρίσης την εγκαταλείπουν οι άνθρωποι με προσόντα, άρα οι καλύτεροι αντικειμενικά και μένουν πίσω οι χαμηλότερων προσδοκιών!
Το ερώτημα για το ποιος ευθύνεται δεν θα απαντηθεί ποτέ με απόλυτη βεβαιότητα. Αν δηλαδή φταίει το πολιτικό σύστημα (άρα η πολιτική τάξη) ή η ελληνική κοινωνία γιατί αρκείται σε χαμηλές προσδοκίες. Ενδεχομένως, η πιο σωστή απάντηση είναι ότι πολιτικό σύστημα και κοινωνία συνδέονται άρρηκτα σε βάθος χρόνου και επομένως η ευθύνη μοιράζεται. Αυτό διαπιστώνεται κυρίως στον τομέα της εκπαίδευσης όπου στήθηκε ένα σύστημα το οποίο βόλευε τους πάντες, γονείς, μαθητές και φοιτητές, διδάσκοντες και διδασκόμενους, συνδικαλιστές, τοπικές κοινωνίες, ιδιοκτήτες δωματίων και διαμερισμάτων, σουβλατζήδες, καφετέριες, ακόμη και τα... ΚΤΕΛ. Ολοι κορόιδευαν εαυτούς και αλλήλους με βασικό ζητούμενο ένα οποιοδήποτε χαρτί για μία θέση στο Δημόσιο. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που όλοι γνωρίζουν τόσο στη δημόσια εκπαίδευση όσο και στη δημόσια διοίκηση. Οταν μάλιστα στα παιδαγωγικά τμήματα μπαίνουν άνθρωποι με βαθμό κάτω από τη βάση, που κάποια στιγμή θα κληθούν να διδάξουν νέα παιδιά, μπορεί κανείς να φανταστεί το μέλλον. Αλλά κάτι ανάλογο δεν συμβαίνει ήδη στα Γυμνάσια και στα Λύκεια;
Το συμπέρασμα είναι ότι η ελληνική κοινωνία έχει εθιστεί στις χαμηλές προσδοκίες. Οχι στο οικονομικό επίπεδο. Εκεί οι προσδοκίες της είναι υψηλές, χωρίς ωστόσο συχνά να συμβαδίζουν με προσόντα και δεξιότητες, ικανότητα και επιδόσεις, πειθαρχία, διαβαθμίσεις ευθυνών, παραγωγικότητα. Οι χαμηλές προσδοκίες αφορούν κυρίως την προσπάθεια που πρέπει να κάνει, τη διεκδίκηση δικαιωμάτων του πολίτη και ποιότητας ζωής, την εξασφάλιση πολιτισμένου περιβάλλοντος, την υποδοχή πολιτικής ρητορικής με ουσία και στοιχειώδη ρεαλισμό, την απαίτηση για υπηρεσίες που ανεβάζουν το επίπεδό της, την προστασία κοινών αγαθών, την αναγωγή της αριστείας σε ζητούμενο, την παραδοχή της αξιοκρατίας. Δυστυχώς, οι οιωνοί δεν είναι καλοί για το μέλλον. Η Ελλάδα δεν περνά απλά κρίση, βρίσκεται σε παρακμή και αν δεν γίνει ένα θαύμα, οι προσδοκίες της κοινωνίας θα πέσουν πιο χαμηλά.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά, ο Ευ. Βενιζέλος θα πρέπει να παραδεχθεί –και σίγουρα δεν έχει λόγο να μην το κάνει– ότι ποτέ η αξιοκρατία δεν αποτελούσε βασικό γνώρισμα του νεοελληνικού κράτους. Ηταν και δυστυχώς παραμένει ένα κράτος που στήθηκε πάνω σε πελατειακές σχέσεις, κομματισμό, ρουσφετολογία, τοπικισμό και οικογενειοκρατία, γεγονός που αυτόματα σημαίνει ότι σε συλλογικό επίπεδο η ελληνική κοινωνία ήταν σχεδόν μόνιμα χαμηλών προσδοκιών. Ακόμη και η εκπαίδευση, ιδιαίτερα τα χρόνια της μεταπολίτευσης, εξελίχθηκε σε μέσο βολέματος. Σε συλλογικό επίπεδο, όχι σε προσωπικό. Γιατί σε προσωπικό, ο μέσος Ελληνας προσδοκούσε το καλύτερο για τον εαυτό του και τα παιδιά του και αν δεν το έβρισκε, ή δεν πίστευε ότι θα το βρει, μετανάστευε. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα με μία όμως πολύ μεγάλη διαφορά. Την Ελλάδα της κρίσης την εγκαταλείπουν οι άνθρωποι με προσόντα, άρα οι καλύτεροι αντικειμενικά και μένουν πίσω οι χαμηλότερων προσδοκιών!
Το ερώτημα για το ποιος ευθύνεται δεν θα απαντηθεί ποτέ με απόλυτη βεβαιότητα. Αν δηλαδή φταίει το πολιτικό σύστημα (άρα η πολιτική τάξη) ή η ελληνική κοινωνία γιατί αρκείται σε χαμηλές προσδοκίες. Ενδεχομένως, η πιο σωστή απάντηση είναι ότι πολιτικό σύστημα και κοινωνία συνδέονται άρρηκτα σε βάθος χρόνου και επομένως η ευθύνη μοιράζεται. Αυτό διαπιστώνεται κυρίως στον τομέα της εκπαίδευσης όπου στήθηκε ένα σύστημα το οποίο βόλευε τους πάντες, γονείς, μαθητές και φοιτητές, διδάσκοντες και διδασκόμενους, συνδικαλιστές, τοπικές κοινωνίες, ιδιοκτήτες δωματίων και διαμερισμάτων, σουβλατζήδες, καφετέριες, ακόμη και τα... ΚΤΕΛ. Ολοι κορόιδευαν εαυτούς και αλλήλους με βασικό ζητούμενο ένα οποιοδήποτε χαρτί για μία θέση στο Δημόσιο. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που όλοι γνωρίζουν τόσο στη δημόσια εκπαίδευση όσο και στη δημόσια διοίκηση. Οταν μάλιστα στα παιδαγωγικά τμήματα μπαίνουν άνθρωποι με βαθμό κάτω από τη βάση, που κάποια στιγμή θα κληθούν να διδάξουν νέα παιδιά, μπορεί κανείς να φανταστεί το μέλλον. Αλλά κάτι ανάλογο δεν συμβαίνει ήδη στα Γυμνάσια και στα Λύκεια;
Το συμπέρασμα είναι ότι η ελληνική κοινωνία έχει εθιστεί στις χαμηλές προσδοκίες. Οχι στο οικονομικό επίπεδο. Εκεί οι προσδοκίες της είναι υψηλές, χωρίς ωστόσο συχνά να συμβαδίζουν με προσόντα και δεξιότητες, ικανότητα και επιδόσεις, πειθαρχία, διαβαθμίσεις ευθυνών, παραγωγικότητα. Οι χαμηλές προσδοκίες αφορούν κυρίως την προσπάθεια που πρέπει να κάνει, τη διεκδίκηση δικαιωμάτων του πολίτη και ποιότητας ζωής, την εξασφάλιση πολιτισμένου περιβάλλοντος, την υποδοχή πολιτικής ρητορικής με ουσία και στοιχειώδη ρεαλισμό, την απαίτηση για υπηρεσίες που ανεβάζουν το επίπεδό της, την προστασία κοινών αγαθών, την αναγωγή της αριστείας σε ζητούμενο, την παραδοχή της αξιοκρατίας. Δυστυχώς, οι οιωνοί δεν είναι καλοί για το μέλλον. Η Ελλάδα δεν περνά απλά κρίση, βρίσκεται σε παρακμή και αν δεν γίνει ένα θαύμα, οι προσδοκίες της κοινωνίας θα πέσουν πιο χαμηλά.
Comments