οι γυάλινοι Κυρταδόπουλοι
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Ε. Εθν.Μακαρίου & Φαληρέως 2
ΑΠΟΨΕΙΣΟι γυάλινοι Κυρταδόπουλοι
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Θα συνηθίζεται εικάζω και σε άλλες χώρες να εκδικάζονται διάφορες ποινικές υποθέσεις μισό στις αίθουσες των δικαστηρίων, αρμοδίως, και μισό στις τηλεοπτικές οθόνες, αναρμοδίως, καταχρηστικώς και αυθαιρέτως. Θα συνηθίζεται σίγουρα σε χώρες όπου υπάρχει κάποια σύγχυση ως προς τη διάκριση των τριών θεσμικών εξουσιών και όπου η τέταρτη εξουσία, η μιντιακή, εμφανίζεται επηρμένη, βουλιμική, με την επιθετικότητα του παντογνώστη και του υπερρυθμιστή.
Δεν αμφισβητώ φυσικά, θα ήμουν ανιστόρητος αν το έκανα, τον σπουδαίο ρόλο που μπορεί να παίξει ο Τύπος, συγκεντρώνοντας πληροφορίες με κοπιαστικό ρεπορτάζ και φωτίζοντας πτυχές της μιας ή της άλλης υπόθεσης, που δίχως τη δική του πρωτοβουλία ίσως έμεναν στο σκοτάδι. Οσο κι αν διαστείλουμε τις έννοιες όμως, όσο χαλαρά κι αν αντιμετωπίσουμε τους όρους και τα πράγματα, δύσκολα θα συμφωνήσουμε πως αποτελεί ρεπορτάζ, και μάλιστα διαφωτιστικό, το πέρασμα ενός δικηγόρου (της κατηγορίας των «γνωστών ποινικολόγων») από πέντε τηλεοπτικούς σταθμούς και διπλάσιους ραδιοφωνικούς ημερησίως. Στους οποίους και παρουσιάζει τον μονόλογό του με θεατρικότητα κτηθείσα εν τω επαγγέλματι και δίχως σοβαρό δημοσιογραφικό αντίλογο. Δίχως τις ερωτήσεις που θα τον υποχρέωναν να βγει λίγο έξω από το ποιηματάκι που ετοίμασε προς απαγγελίαν.
Λιγοστοί είναι οι δικηγόροι αυτής της περίφημης ομάδας. Ούτε ολόκληρη ντουζίνα, χρόνια τώρα. Και δεν οφείλουν όλοι τους όλη τη φήμη τους στη δικανική αξιοσύνη τους, αποδεδειγμένη στα δικαστήρια. Κάποιες στιγμές μάλιστα υποχρεώνεσαι να σκεφτείς ότι το πραγματικό τους προσόν, το πλεονέκτημα που προσφέρουν στους πελάτες τους και για το οποίο πρωτίστως αμείβονται αδρά, δεν είναι ο πλούτος των γνώσεών τους, το ταλέντο ιχνηλάτη και η ευγλωττία. Είναι η δυνατότητά τους να εμφανιστούν στο γυαλί από την πρώτη κιόλας στιγμή. Να εκτοξεύσουν τις βεβαιότητές τους (κατά προτίμηση υπό μορφήν ερωτημάτων) πριν ξεκαθαρίσει οτιδήποτε. Και να προσπαθήσουν έτσι να ρυμουλκήσουν προς τη γνώμη τους (συναισθηματικά παρά διανοητικά), όχι τους δικαστές (αυτοί έχουν τα δικά τους κριτήρια και επιπλέον γνωρίζουν όλο το υλικό), αλλά το πιο ευεπηρέαστο τμήμα του κοινού· εκείνο που αρκείται στη φλούδα των πραγμάτων ή εντυπωσιάζεται από την «αίγλη» των ονομάτων. «Αφού το είπε ο Κυρταδόπουλος ρε. Δεν τον άκουσες;».
Εχουμε ακούσει λοιπόν σχεδόν όλους αυτούς τους Κυρταδόπουλους να δικάζουν προ δίκης, απολύτως βέβαιοι ότι ξέρουν την πάσαν αλήθεια και αυτήν και μόνο υποστηρίζουν (πρόκειται άλλωστε για τη συμβατική τους υποχρέωση απέναντι στον πελάτη τους). Και ύστερα, όταν έρχονται όλα τα στοιχεία στο φως, να αποδεικνύεται όχι μόνο ότι βιάστηκαν υπερβολικά, για να εκβιάσουν καταστάσεις και αισθήματα, αλλά και ότι είχαν αφήσει ελεύθερη τη φαντασία τους να αυτοσχεδιάσει. Και; Παρότι ηττημένοι, θα εμφανιστούν και στην επόμενη υπόθεση το ίδιο σίγουροι, το ίδιο αγέρωχοι.
Δεν αμφισβητώ φυσικά, θα ήμουν ανιστόρητος αν το έκανα, τον σπουδαίο ρόλο που μπορεί να παίξει ο Τύπος, συγκεντρώνοντας πληροφορίες με κοπιαστικό ρεπορτάζ και φωτίζοντας πτυχές της μιας ή της άλλης υπόθεσης, που δίχως τη δική του πρωτοβουλία ίσως έμεναν στο σκοτάδι. Οσο κι αν διαστείλουμε τις έννοιες όμως, όσο χαλαρά κι αν αντιμετωπίσουμε τους όρους και τα πράγματα, δύσκολα θα συμφωνήσουμε πως αποτελεί ρεπορτάζ, και μάλιστα διαφωτιστικό, το πέρασμα ενός δικηγόρου (της κατηγορίας των «γνωστών ποινικολόγων») από πέντε τηλεοπτικούς σταθμούς και διπλάσιους ραδιοφωνικούς ημερησίως. Στους οποίους και παρουσιάζει τον μονόλογό του με θεατρικότητα κτηθείσα εν τω επαγγέλματι και δίχως σοβαρό δημοσιογραφικό αντίλογο. Δίχως τις ερωτήσεις που θα τον υποχρέωναν να βγει λίγο έξω από το ποιηματάκι που ετοίμασε προς απαγγελίαν.
Λιγοστοί είναι οι δικηγόροι αυτής της περίφημης ομάδας. Ούτε ολόκληρη ντουζίνα, χρόνια τώρα. Και δεν οφείλουν όλοι τους όλη τη φήμη τους στη δικανική αξιοσύνη τους, αποδεδειγμένη στα δικαστήρια. Κάποιες στιγμές μάλιστα υποχρεώνεσαι να σκεφτείς ότι το πραγματικό τους προσόν, το πλεονέκτημα που προσφέρουν στους πελάτες τους και για το οποίο πρωτίστως αμείβονται αδρά, δεν είναι ο πλούτος των γνώσεών τους, το ταλέντο ιχνηλάτη και η ευγλωττία. Είναι η δυνατότητά τους να εμφανιστούν στο γυαλί από την πρώτη κιόλας στιγμή. Να εκτοξεύσουν τις βεβαιότητές τους (κατά προτίμηση υπό μορφήν ερωτημάτων) πριν ξεκαθαρίσει οτιδήποτε. Και να προσπαθήσουν έτσι να ρυμουλκήσουν προς τη γνώμη τους (συναισθηματικά παρά διανοητικά), όχι τους δικαστές (αυτοί έχουν τα δικά τους κριτήρια και επιπλέον γνωρίζουν όλο το υλικό), αλλά το πιο ευεπηρέαστο τμήμα του κοινού· εκείνο που αρκείται στη φλούδα των πραγμάτων ή εντυπωσιάζεται από την «αίγλη» των ονομάτων. «Αφού το είπε ο Κυρταδόπουλος ρε. Δεν τον άκουσες;».
Εχουμε ακούσει λοιπόν σχεδόν όλους αυτούς τους Κυρταδόπουλους να δικάζουν προ δίκης, απολύτως βέβαιοι ότι ξέρουν την πάσαν αλήθεια και αυτήν και μόνο υποστηρίζουν (πρόκειται άλλωστε για τη συμβατική τους υποχρέωση απέναντι στον πελάτη τους). Και ύστερα, όταν έρχονται όλα τα στοιχεία στο φως, να αποδεικνύεται όχι μόνο ότι βιάστηκαν υπερβολικά, για να εκβιάσουν καταστάσεις και αισθήματα, αλλά και ότι είχαν αφήσει ελεύθερη τη φαντασία τους να αυτοσχεδιάσει. Και; Παρότι ηττημένοι, θα εμφανιστούν και στην επόμενη υπόθεση το ίδιο σίγουροι, το ίδιο αγέρωχοι.
Comments