Θαύμα θα ηταν να μιλουσε επιτέλους
Θαύμα θα ήταν να μιλούσε επιτέλους...
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«Για πες μας εσύ που μαθαίνεις περισσότερα, πότε θα απαλλαγούμε από αυτήν την κυβέρνηση;».
Με διάφορες παραλλαγές το άκουσα πολλές φορές το ερώτημα στη διάρκεια των διακοπών. Ασφαλής απάντηση, βέβαια, δεν υπάρχει. Ωστόσο, αν επιχειρήσει κανείς ψυχρά να προβλέψει τα μελλούμενα, καταλήγει σε δύο αυτονόητα δεδομένα. Το πρώτο είναι ότι σε όλη τη Μεταπολίτευση ουδείς πρωθυπουργός επέσπευσε τις εκλογές, ξέροντας ότι θα τις χάσει. Και ο κ. Τσίπρας γνωρίζει βέβαια ότι είναι μάλλον αδύνατον να ξανακερδίσει για τέταρτη φορά εκλογές. Επομένως θα επιχειρήσει να εξαντλήσει κάθε χρονικό περιθώριο, ελπίζοντας, όπως οι προκάτοχοί του, στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Το δεύτερο δεδομένο σχετίζεται με τη συγκυρία και παραδόξως πολλοί το υποτιμούν. Εκτιμώ ότι σφάλλουν όσοι πιστεύουν ότι η κυβέρνηση μπορεί να πέσει από ατύχημα χάνοντας τη δεδηλωμένη αν, για παράδειγμα, χρειασθεί να ληφθούν και άλλα μέτρα ή ενεργοποιηθεί ο κόφτης. Ο λόγος είναι απλός και κυνικός. Τα περίπου 6.000 ευρώ που είναι σήμερα η μηνιαία βουλευτική αποζημίωση είναι εξωπραγματικό ποσόν για την Ελλάδα της κρίσης. Και πολύ περισσότερο για την πλειονότητα των 153 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ που εξελέγησαν για πρώτη φορά και απολαμβάνουν μια ζωή που καλά καλά δεν την είχαν ονειρευτεί. Επομένως θεωρώ εντελώς απίθανο να βρεθούν έστω και τρεις οι οποίοι θα καταψηφίσουν οποιονδήποτε νόμο, επικαλούμενοι, για παράδειγμα, συνειδησιακό ζήτημα. Οσοι άλλωστε είχαν τέτοιο «πρόβλημα» έχουν ήδη φύγει από τον ΣΥΡΙΖΑ και μάχονται σήμερα υπέρ της δραχμής.
Με αυτά τα δεδομένα έχει μάλλον μεγαλύτερο ενδιαφέρον μια παρεπόμενη παρατήρηση. Αλήθεια, πού είναι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ; Ειλικρινά σάς λέω δεν συνάντησα κανέναν, καίτοι τον προηγούμενο μήνα έκανα πάμπολλες νέες γνωριμίες και πολιτικές συζητήσεις. Ακόμη και όσοι υποψιαζόμουν ότι είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνον απέφευγαν να το δηλώσουν αλλά παρέμεναν στις συζητήσεις σκεπτικοί, συμφωνώντας μάλιστα με επιμέρους παρατηρήσεις για το πόσο τραγικά ανεπαρκής και απροετοίμαστη απεδείχθη η κυβέρνηση. Το δε αστείο είναι ότι ακόμη και οι δηλωμένοι Συριζαίοι της παρέας ασκούσαν στον κ. Τσίπρα κριτική εξ αριστερών. Εμφανίζονταν οργισμένοι και προδομένοι «γιατί δεν έκανε όσα υποσχέθηκε και υποτάχθηκε στα μνημόνια».
Αλλά ας αφήσω κατά μέρος τους τελευταίους –καθώς προφανώς είναι αγιάτρευτες περιπτώσεις–, επιχειρώντας μιαν απάντηση και στο ερώτημα «πού είναι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ;». Νομίζω ότι μένουν σιωπηλοί γιατί έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν το σφάλμα τους αλλά αρνούνται να το παραδεχθούν δημοσίως. Οταν δε στριμώχνονται με καταιγισμό παραδειγμάτων της κραυγαλέας κυβερνητικής αναξιοπιστίας, επιστρατεύουν ένα επιχείρημα που μοιάζει με το τελευταίο αποκούμπι τους. «Οι άλλοι ήταν καλύτεροι; Δεν θα είχαμε μνημόνια χωρίς τον Τσίπρα;». Οσο απλοϊκή και αν ακούγεται η εν λόγω ανάλυση, νομίζω ότι απηχεί πλήρως την κατάσταση που ζούμε. Οι μεν Νεοδημοκράτες και όσοι ψήφισαν ΠΑΣΟΚ ή Ποτάμι είναι στα κάγκελα βλέποντας τη χώρα να καταρρέει μέρα με τη μέρα, οι δε, αδήλωτοι πια, Συριζαίοι προσμένουν κάποιο αναπτυξιακό θαύμα μήπως και δικαιωθεί η επιλογή τους. Γνωρίζοντας βέβαια ότι το θαύμα δεν θα έρθει με τις πολιτικές που ακολουθούνται.
Με αυτά τα δεδομένα το κεντρικό ερώτημα που προκύπτει είναι «τι ακριβώς πρέπει να κάνει η Ν.Δ.»; Βρέθηκα σε αρκετές συζητήσεις όπου ακούγονταν παράπονα για τον Κυριάκο. «Ξεκίνησε καλά, αλλά ξεφούσκωσε, κάτι πρέπει να κάνει, δεν πάει άλλο» κ.λπ. Εχω την αίσθηση ότι είναι άδικη αυτή η κριτική. Ο κ. Μητσοτάκης δεν εξελέγη με 70%, αλλά με 52%. Επομένως οφείλει να πείσει για τις ικανότητές του, πέραν όλων των άλλων, και τους Νεοδημοκράτες που δεν τον ψήφισαν. Κατά την άποψή μου θα το επιτύχει αν τους προσεχείς μήνες παραμείνει αταλάντευτος στην επιλογή του να μην μοιράζει υποσχέσεις που δεν μπορεί να εκπληρώσει και κυρίως να παρουσιάσει ένα πειστικό πρόγραμμα μείωσης της ληστρικής φορολογίας. Σε αυτό θα κριθούν οι επόμενες εκλογές. Κατά τα λοιπά όσοι τον αντιπολιτεύονται εκ των έσω είναι απλά αφελείς. Διότι όσο περνάει ο καιρός τόσο η Ν.Δ. θα αποτελεί νομοτελειακά τη μόνη εναλλακτική λύση και, επομένως, οι εσωκομματικοί του αντίπαλοι θα φαντάζουν θλιβερές παραφωνίες. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος, αν ο κ. Κ. Καραμανλής έχει ενστάσεις για τον τρόπο που πολιτεύεται ο πρόεδρος της Ν.Δ. οφείλει, επιτέλους, να το πει ο ίδιος. Είναι βαθιά υποτιμητικό, και για εκείνον αλλά και για όσους τον ψηφίσαμε κάποτε, να εκπροσωπείται, εδώ και επτά χρόνια πλέον, από διάφορους Αντώναρους...
Με διάφορες παραλλαγές το άκουσα πολλές φορές το ερώτημα στη διάρκεια των διακοπών. Ασφαλής απάντηση, βέβαια, δεν υπάρχει. Ωστόσο, αν επιχειρήσει κανείς ψυχρά να προβλέψει τα μελλούμενα, καταλήγει σε δύο αυτονόητα δεδομένα. Το πρώτο είναι ότι σε όλη τη Μεταπολίτευση ουδείς πρωθυπουργός επέσπευσε τις εκλογές, ξέροντας ότι θα τις χάσει. Και ο κ. Τσίπρας γνωρίζει βέβαια ότι είναι μάλλον αδύνατον να ξανακερδίσει για τέταρτη φορά εκλογές. Επομένως θα επιχειρήσει να εξαντλήσει κάθε χρονικό περιθώριο, ελπίζοντας, όπως οι προκάτοχοί του, στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Το δεύτερο δεδομένο σχετίζεται με τη συγκυρία και παραδόξως πολλοί το υποτιμούν. Εκτιμώ ότι σφάλλουν όσοι πιστεύουν ότι η κυβέρνηση μπορεί να πέσει από ατύχημα χάνοντας τη δεδηλωμένη αν, για παράδειγμα, χρειασθεί να ληφθούν και άλλα μέτρα ή ενεργοποιηθεί ο κόφτης. Ο λόγος είναι απλός και κυνικός. Τα περίπου 6.000 ευρώ που είναι σήμερα η μηνιαία βουλευτική αποζημίωση είναι εξωπραγματικό ποσόν για την Ελλάδα της κρίσης. Και πολύ περισσότερο για την πλειονότητα των 153 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ που εξελέγησαν για πρώτη φορά και απολαμβάνουν μια ζωή που καλά καλά δεν την είχαν ονειρευτεί. Επομένως θεωρώ εντελώς απίθανο να βρεθούν έστω και τρεις οι οποίοι θα καταψηφίσουν οποιονδήποτε νόμο, επικαλούμενοι, για παράδειγμα, συνειδησιακό ζήτημα. Οσοι άλλωστε είχαν τέτοιο «πρόβλημα» έχουν ήδη φύγει από τον ΣΥΡΙΖΑ και μάχονται σήμερα υπέρ της δραχμής.
Με αυτά τα δεδομένα έχει μάλλον μεγαλύτερο ενδιαφέρον μια παρεπόμενη παρατήρηση. Αλήθεια, πού είναι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ; Ειλικρινά σάς λέω δεν συνάντησα κανέναν, καίτοι τον προηγούμενο μήνα έκανα πάμπολλες νέες γνωριμίες και πολιτικές συζητήσεις. Ακόμη και όσοι υποψιαζόμουν ότι είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνον απέφευγαν να το δηλώσουν αλλά παρέμεναν στις συζητήσεις σκεπτικοί, συμφωνώντας μάλιστα με επιμέρους παρατηρήσεις για το πόσο τραγικά ανεπαρκής και απροετοίμαστη απεδείχθη η κυβέρνηση. Το δε αστείο είναι ότι ακόμη και οι δηλωμένοι Συριζαίοι της παρέας ασκούσαν στον κ. Τσίπρα κριτική εξ αριστερών. Εμφανίζονταν οργισμένοι και προδομένοι «γιατί δεν έκανε όσα υποσχέθηκε και υποτάχθηκε στα μνημόνια».
Αλλά ας αφήσω κατά μέρος τους τελευταίους –καθώς προφανώς είναι αγιάτρευτες περιπτώσεις–, επιχειρώντας μιαν απάντηση και στο ερώτημα «πού είναι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ;». Νομίζω ότι μένουν σιωπηλοί γιατί έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν το σφάλμα τους αλλά αρνούνται να το παραδεχθούν δημοσίως. Οταν δε στριμώχνονται με καταιγισμό παραδειγμάτων της κραυγαλέας κυβερνητικής αναξιοπιστίας, επιστρατεύουν ένα επιχείρημα που μοιάζει με το τελευταίο αποκούμπι τους. «Οι άλλοι ήταν καλύτεροι; Δεν θα είχαμε μνημόνια χωρίς τον Τσίπρα;». Οσο απλοϊκή και αν ακούγεται η εν λόγω ανάλυση, νομίζω ότι απηχεί πλήρως την κατάσταση που ζούμε. Οι μεν Νεοδημοκράτες και όσοι ψήφισαν ΠΑΣΟΚ ή Ποτάμι είναι στα κάγκελα βλέποντας τη χώρα να καταρρέει μέρα με τη μέρα, οι δε, αδήλωτοι πια, Συριζαίοι προσμένουν κάποιο αναπτυξιακό θαύμα μήπως και δικαιωθεί η επιλογή τους. Γνωρίζοντας βέβαια ότι το θαύμα δεν θα έρθει με τις πολιτικές που ακολουθούνται.
Με αυτά τα δεδομένα το κεντρικό ερώτημα που προκύπτει είναι «τι ακριβώς πρέπει να κάνει η Ν.Δ.»; Βρέθηκα σε αρκετές συζητήσεις όπου ακούγονταν παράπονα για τον Κυριάκο. «Ξεκίνησε καλά, αλλά ξεφούσκωσε, κάτι πρέπει να κάνει, δεν πάει άλλο» κ.λπ. Εχω την αίσθηση ότι είναι άδικη αυτή η κριτική. Ο κ. Μητσοτάκης δεν εξελέγη με 70%, αλλά με 52%. Επομένως οφείλει να πείσει για τις ικανότητές του, πέραν όλων των άλλων, και τους Νεοδημοκράτες που δεν τον ψήφισαν. Κατά την άποψή μου θα το επιτύχει αν τους προσεχείς μήνες παραμείνει αταλάντευτος στην επιλογή του να μην μοιράζει υποσχέσεις που δεν μπορεί να εκπληρώσει και κυρίως να παρουσιάσει ένα πειστικό πρόγραμμα μείωσης της ληστρικής φορολογίας. Σε αυτό θα κριθούν οι επόμενες εκλογές. Κατά τα λοιπά όσοι τον αντιπολιτεύονται εκ των έσω είναι απλά αφελείς. Διότι όσο περνάει ο καιρός τόσο η Ν.Δ. θα αποτελεί νομοτελειακά τη μόνη εναλλακτική λύση και, επομένως, οι εσωκομματικοί του αντίπαλοι θα φαντάζουν θλιβερές παραφωνίες. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος, αν ο κ. Κ. Καραμανλής έχει ενστάσεις για τον τρόπο που πολιτεύεται ο πρόεδρος της Ν.Δ. οφείλει, επιτέλους, να το πει ο ίδιος. Είναι βαθιά υποτιμητικό, και για εκείνον αλλά και για όσους τον ψηφίσαμε κάποτε, να εκπροσωπείται, εδώ και επτά χρόνια πλέον, από διάφορους Αντώναρους...
Comments