Πώς φθάσαμε στο αποτέλεσμα της 25ης Μαΐου
Πώς φθάσαμε στο αποτέλεσμα της 25ης Μαΐου
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της 25ης Μαΐου αποτύπωσε τη ρευστή εικόνα του κομματικού συστήματος όπως αυτή έχει πάνω-κάτω δημιουργηθεί από το 2012. Τα εντυπωσιακά σκαμπανεβάσματα της εκλογικής δύναμης των κομμάτων, που θυμίζουν τις πρώτες εκλογικές αναμετρήσεις στην Ανατολική Ευρώπη μετά την πτώση του κομμουνισμού, αποτελούν σαφή ένδειξη πως το κομματικό σύστημα βρίσκεται σε μετάβαση. Αναλύοντας τα στοιχεία που διαθέτουμε, μπορούμε να απαντήσουμε σε ένα σύνολο ερωτήσεων που βοηθούν να κατανοηθεί το πώς φτάσαμε έως εδώ.
1. Πότε κρίθηκε η μάχη
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν κρίθηκε μέσα στην προεκλογική περίοδο, αλλά είχε ουσιαστικά διαμορφωθεί τους τελευταίους μήνες, έστω και αν η διαφορά μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ. ανεβοκατέβαινε από τη 1 έως τις 5 μονάδες, ανάλογα τη συγκυρία. Σε καμιά από τις έρευνες του προηγούμενου διαστήματος η Ν.Δ. δεν ήταν ουσιαστικά μπροστά. Το εκλογικό σώμα έδειξε πως είχε αποφασίσει από καιρό να εκδηλώσει τη δυσαρέσκειά του για την κυβερνητική πολιτική στις ευρωεκλογές. Μερικά γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων που λειτούργησαν αρνητικά για το ένα ή το άλλο κόμμα (υπόθεση Μπαλτάκου για τη Ν.Δ., υπόθεση Σαμπιχά / ευρωψηφοδέλτιο για τον ΣΥΡΙΖΑ) μόνο οριακή επίδραση είχαν στο αποτέλεσμα.
2. Ο μικρός δικομματισμός
Από το 1974 μέχρι το 2009, τα δύο μεγαλύτερα κόμματα συγκέντρωναν ποσοστά που το άθροισμα κυμαινόταν περίπου στο 80%-85%. Τον Μάιο του 2012, σε συνθήκες απόλυτου κατακερματισμού τα δύο μεγαλύτερα κόμματα κατάφεραν να συγκεντρώσουν μετά βίας 35% και τον Ιούνιο μέσα σε ένα οξυμένο και πολωτικό περιβάλλον πήραν αθροιστικά το 57%. Την περασμένη Κυριακή, ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. συγκέντρωσαν μαζί μόλις το 49% των έγκυρων ψηφοδελτίων. Είμαστε πλέον σε συνθήκες ακραίου πολυκομματισμού έστω και αν η κατάσταση δεν έχει σταθεροποιηθεί και μπορεί στο μέλλον να ξαναδούμε καταστάσεις που να μας θυμίζουν την παλιά δικομματική αντιπαράθεση. Οπως και να έχει, μάλλον πρέπει να ξεχάσουμε οριστικά τα παλιά μεγέθη του δικομματισμού. Η κατάσταση αυτή οφείλεται σε τρεις παράγοντες:
α) Στην έλλειψη κομματικής ή παραταξιακής ταύτισης στις νεότερες ηλικίες. Η αποδυνάμωση (αλλά όχι εξαφάνιση) των παλιών διαιρέσεων (εθνικός διχασμός και εμφύλιος) και η έλλειψη τραυματικών εμπειριών που πολιτικοποιούν (δικτατορία, Κυπριακό) και κατασκευάζουν ισχυρές κομματικές ταυτότητες διαμορφώνουν στους νέους μια «ρηχή» κομματικοποίηση. Ως εκ τούτου, παρουσιάζουν ευκολότερα την τάση να απέχουν ή να μετακινούνται από το ένα μικρό κόμμα στο άλλο. Επίσης, οι νέοι ενισχύουν ευκολότερα κόμματα «κοινωνικής ταυτότητας», έστω και αν αυτά είναι περιθωριακά ή αουτσάιντερ. Δεν είναι τυχαίο πως στις νεότερες ηλικίες κατέγραψε εξαιρετική επίδοση το «Ποτάμι».
β) Η κρίση όχι μόνο περιόρισε δραματικά τις δυνατότητες άσκησης μαζικής πελατειακής πολιτικής που παραδοσιακά προσείλκυε μεγάλο όγκο ψηφοφόρων στα κόμματα εξουσίας, αλλά επιπλέον αρκετές από τις αλλαγές που υιοθετήθηκαν λόγω του Μνημονίου δυσαρέστησαν ή απογοήτευσαν κοινωνικές ομάδες παραδοσιακά ταυτισμένες με το ένα ή το άλλο μεγάλο κόμμα (η σύγκρουση για τις λαϊκές αγορές ήταν πολύ χαρακτηριστική).
γ) Η ταυτόχρονη επίδραση των δύο διαιρέσεων (Δεξιά vs Αριστερά και Μνημόνιο vs Aντιμνημόνιο) ενισχύει τον κατακερματισμό και την όξυνση, αλλά όχι την πόλωση (προς το παρόν), καθώς τα δύο αντιθετικά ζεύγη παράγουν το λιγότερο τέσσερις οικογένειες κομμάτων (Δεξιά μνημονιακά, Δεξιά αντιμνημονιακά, Αριστερά μνημονιακά και Αριστερά αντιμνημονιακά).
3. Ο κατακερματισμός της Κεντροδεξιάς
Σε όλη τη μεταπολίτευση και μέχρι και τις εκλογές του 2009, η Ν.Δ. εξέφραζε το 85% έως και το 95% σχεδόν των ψηφοφόρων του δεξιού και κεντροδεξιού χώρου, καλύπτοντας μέσα στο ίδιο κόμμα ψηφοφόρους που βρίσκονταν από τις παρυφές της Σοσιαλδημοκρατίας μέχρι την άκρα Δεξιά. Παραδοσιακά μόνον 5%-15% των ψηφοφόρων της Δεξιάς δεν καλύπτονταν από το βασικό κόμμα και επέλεγαν είτε μικρά ακροδεξιά κόμματα (Εθνική Παράταξη, ΕΠΕΝ) είτε προσωποπαγή κόμματα που προέκυψαν από την αποχώρηση κάποιου στελέχους της Ν.Δ. (ΔΗΑΝΑ, ΠΟΛΑΝ, ΛΑΟΣ).
Τον Μάιο του 2012 προέκυψε σημαντική αλλαγή συμπεριφοράς αυτού του τμήματος του εκλογικού σώματος, καθώς μόλις το 40% των κεντροδεξιών ψηφοφόρων ψήφισε τη Ν.Δ. Οι υπόλοιποι «σκόρπισαν» σε όλο το φάσμα, από το φιλελεύθερο κέντρο μέχρι την εξτρεμιστική δεξιά. Επρόκειτο για κάτι πρωτοφανές για την ελληνική Δεξιά από τον πόλεμο και ύστερα. Τον Ιούνιο, λόγω της πόλωσης η Ν.Δ. αντιπροσώπευσε μεν την πλειοψηφία των ψηφοφόρων του δεξιού φάσματος, αλλά και πάλι έμεινε έξω από αυτήν 1 στους 3 ψηφοφόρους του χώρου. Το ίδιο ακριβώς επαναλήφθηκε στις τελευταίες ευρωεκλογές, όπου τη Ν.Δ. ψήφισε το 60% των ψηφοφόρων των κομμάτων που βρίσκονται στη δεξιά πλευρά του πολιτικού άξονα. Το αξιοσημείωτο είναι πως η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων των άλλων κομμάτων της Δεξιάς, πέραν της Ν.Δ., επιλέγει κόμματα δεξιότερά της (και όχι φιλελεύθερα για παράδειγμα) που στην πρώτη γραμμή της πολιτικής τους ατζέντας θέτουν το ζήτημα της αντίθεσή τους στο Μνημόνιο.
4. Η εκλογική οροφή του ΣΥΡΙΖΑ
Η εκλογική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε αρκετές συζητήσεις. Πρόκειται για επιτυχία ή για μετριότητα; Η επιβεβαίωση των ποσοστών του Ιουνίου 2012 (με 138.000 λιγότερες ψήφους, όμως) είναι αναμφίβολα επιτυχία, καθώς δείχνει πλέον πως ο ΣΥΡΙΖΑ παγιώνει την εκλογική του επιρροή σε υψηλά επίπεδα. Από την άλλη, αυτή η επίδοση συνέβη μέσα σε συνθήκες όπου οι όμοροι χώροι εξασθένησαν σημαντικά: η ΔΗΜΑΡ έπαθε πανωλεθρία χάνοντας 5 μονάδες, οι αντιμνημονιακοί Ανεξάρτητοι Ελληνες μόλις και μετά βίας κέρδισαν έδρα, το ΠΑΣΟΚ απώλεσε 4 μονάδες και το ΚΚΕ είχε μία μικρή άνοδο 1,5 μονάδας. Συνολικά δηλαδή, τα γειτονικά του ΣΥΡΙΖΑ κόμματα είχαν μια απώλεια περισσότερων των 10 ποσοστιαίων μονάδων. Ακόμη και τα σχήματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς (ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Σχέδιο Β΄), που δυνητικά θα μπορούσαν να αφαιρέσουν δυνάμεις από τον ΣΥΡΙΖΑ, είχαν κακή επίδοση. Τα παραπάνω θέτουν το ζήτημα της εκλογικής οροφής του ΣΥΡΙΖΑ. Το ερώτημα, όμως, δεν απαντιέται εύκολα σήμερα. Μελλοντικά η απάντηση θα εξαρτηθεί από μια σειρά παραγόντων, όπως η δυνατότητα του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ να κρατήσουν ή και να αυξήσουν τις δυνάμεις τους ή η επίδοση του κόμματος «Το Ποτάμι», που προσείλκυσε ένα σημαντικό όγκο ψηφοφόρων από τους όμορους χώρους του ΣΥΡΙΖΑ.
5. Συνέχειες και ασυνέχειες στην ψήφο της Χρυσής Αυγής
Η επίδοση της Χρυσής Αυγής έχει συμβάλει στην ανάπτυξη μιας μεγάλης συζήτησης για τους παράγοντες που συνέβαλαν στη διόγκωση του φαινομένου. Η συμβολή της νεανικής ψήφου στην ενδυνάμωσή της είναι αδιαμφισβήτητη. Κάποιες μελέτες επιχείρησαν να συνδέσουν τη νεανική ψήφο της Χ.Α. με την ανεργία, παραπέμποντας σε μια ψήφο τύπου «Βαϊμάρης». Αν και μπορεί να υπάρχει κάποια συσχέτιση, ιδιαίτερα στις λαϊκές περιοχές της Αττικής, η ανεργία δεν δείχνει να αποτελεί το βασικότερο παράγοντα ερμηνείας της ψήφου προς την Χ.Α., αλλά μόνον ένα από ένα σύνολο παραγόντων όπου κοινωνικά δεδομένα κα πολιτισμικά στοιχεία συμβαδίζουν με πολιτικές συμπεριφορές και στάσεις που έρχονται από το παρελθόν. Ιστορικοί παράγοντες και διαιρέσεις, πάντως, σχετίζονται με την επιλογή προς τη Χ.Α. Για παράδειγμα, τα προπύργια της φιλομοναρχικής ψήφου του 1974 και της Εθνικής Παράταξης στις εκλογές του 1977 αποτελούν σε αρκετές περιπτώσεις προπύργια της Χ.Α.
1. Πότε κρίθηκε η μάχη
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν κρίθηκε μέσα στην προεκλογική περίοδο, αλλά είχε ουσιαστικά διαμορφωθεί τους τελευταίους μήνες, έστω και αν η διαφορά μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ. ανεβοκατέβαινε από τη 1 έως τις 5 μονάδες, ανάλογα τη συγκυρία. Σε καμιά από τις έρευνες του προηγούμενου διαστήματος η Ν.Δ. δεν ήταν ουσιαστικά μπροστά. Το εκλογικό σώμα έδειξε πως είχε αποφασίσει από καιρό να εκδηλώσει τη δυσαρέσκειά του για την κυβερνητική πολιτική στις ευρωεκλογές. Μερικά γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων που λειτούργησαν αρνητικά για το ένα ή το άλλο κόμμα (υπόθεση Μπαλτάκου για τη Ν.Δ., υπόθεση Σαμπιχά / ευρωψηφοδέλτιο για τον ΣΥΡΙΖΑ) μόνο οριακή επίδραση είχαν στο αποτέλεσμα.
2. Ο μικρός δικομματισμός
Από το 1974 μέχρι το 2009, τα δύο μεγαλύτερα κόμματα συγκέντρωναν ποσοστά που το άθροισμα κυμαινόταν περίπου στο 80%-85%. Τον Μάιο του 2012, σε συνθήκες απόλυτου κατακερματισμού τα δύο μεγαλύτερα κόμματα κατάφεραν να συγκεντρώσουν μετά βίας 35% και τον Ιούνιο μέσα σε ένα οξυμένο και πολωτικό περιβάλλον πήραν αθροιστικά το 57%. Την περασμένη Κυριακή, ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. συγκέντρωσαν μαζί μόλις το 49% των έγκυρων ψηφοδελτίων. Είμαστε πλέον σε συνθήκες ακραίου πολυκομματισμού έστω και αν η κατάσταση δεν έχει σταθεροποιηθεί και μπορεί στο μέλλον να ξαναδούμε καταστάσεις που να μας θυμίζουν την παλιά δικομματική αντιπαράθεση. Οπως και να έχει, μάλλον πρέπει να ξεχάσουμε οριστικά τα παλιά μεγέθη του δικομματισμού. Η κατάσταση αυτή οφείλεται σε τρεις παράγοντες:
α) Στην έλλειψη κομματικής ή παραταξιακής ταύτισης στις νεότερες ηλικίες. Η αποδυνάμωση (αλλά όχι εξαφάνιση) των παλιών διαιρέσεων (εθνικός διχασμός και εμφύλιος) και η έλλειψη τραυματικών εμπειριών που πολιτικοποιούν (δικτατορία, Κυπριακό) και κατασκευάζουν ισχυρές κομματικές ταυτότητες διαμορφώνουν στους νέους μια «ρηχή» κομματικοποίηση. Ως εκ τούτου, παρουσιάζουν ευκολότερα την τάση να απέχουν ή να μετακινούνται από το ένα μικρό κόμμα στο άλλο. Επίσης, οι νέοι ενισχύουν ευκολότερα κόμματα «κοινωνικής ταυτότητας», έστω και αν αυτά είναι περιθωριακά ή αουτσάιντερ. Δεν είναι τυχαίο πως στις νεότερες ηλικίες κατέγραψε εξαιρετική επίδοση το «Ποτάμι».
β) Η κρίση όχι μόνο περιόρισε δραματικά τις δυνατότητες άσκησης μαζικής πελατειακής πολιτικής που παραδοσιακά προσείλκυε μεγάλο όγκο ψηφοφόρων στα κόμματα εξουσίας, αλλά επιπλέον αρκετές από τις αλλαγές που υιοθετήθηκαν λόγω του Μνημονίου δυσαρέστησαν ή απογοήτευσαν κοινωνικές ομάδες παραδοσιακά ταυτισμένες με το ένα ή το άλλο μεγάλο κόμμα (η σύγκρουση για τις λαϊκές αγορές ήταν πολύ χαρακτηριστική).
γ) Η ταυτόχρονη επίδραση των δύο διαιρέσεων (Δεξιά vs Αριστερά και Μνημόνιο vs Aντιμνημόνιο) ενισχύει τον κατακερματισμό και την όξυνση, αλλά όχι την πόλωση (προς το παρόν), καθώς τα δύο αντιθετικά ζεύγη παράγουν το λιγότερο τέσσερις οικογένειες κομμάτων (Δεξιά μνημονιακά, Δεξιά αντιμνημονιακά, Αριστερά μνημονιακά και Αριστερά αντιμνημονιακά).
3. Ο κατακερματισμός της Κεντροδεξιάς
Σε όλη τη μεταπολίτευση και μέχρι και τις εκλογές του 2009, η Ν.Δ. εξέφραζε το 85% έως και το 95% σχεδόν των ψηφοφόρων του δεξιού και κεντροδεξιού χώρου, καλύπτοντας μέσα στο ίδιο κόμμα ψηφοφόρους που βρίσκονταν από τις παρυφές της Σοσιαλδημοκρατίας μέχρι την άκρα Δεξιά. Παραδοσιακά μόνον 5%-15% των ψηφοφόρων της Δεξιάς δεν καλύπτονταν από το βασικό κόμμα και επέλεγαν είτε μικρά ακροδεξιά κόμματα (Εθνική Παράταξη, ΕΠΕΝ) είτε προσωποπαγή κόμματα που προέκυψαν από την αποχώρηση κάποιου στελέχους της Ν.Δ. (ΔΗΑΝΑ, ΠΟΛΑΝ, ΛΑΟΣ).
Τον Μάιο του 2012 προέκυψε σημαντική αλλαγή συμπεριφοράς αυτού του τμήματος του εκλογικού σώματος, καθώς μόλις το 40% των κεντροδεξιών ψηφοφόρων ψήφισε τη Ν.Δ. Οι υπόλοιποι «σκόρπισαν» σε όλο το φάσμα, από το φιλελεύθερο κέντρο μέχρι την εξτρεμιστική δεξιά. Επρόκειτο για κάτι πρωτοφανές για την ελληνική Δεξιά από τον πόλεμο και ύστερα. Τον Ιούνιο, λόγω της πόλωσης η Ν.Δ. αντιπροσώπευσε μεν την πλειοψηφία των ψηφοφόρων του δεξιού φάσματος, αλλά και πάλι έμεινε έξω από αυτήν 1 στους 3 ψηφοφόρους του χώρου. Το ίδιο ακριβώς επαναλήφθηκε στις τελευταίες ευρωεκλογές, όπου τη Ν.Δ. ψήφισε το 60% των ψηφοφόρων των κομμάτων που βρίσκονται στη δεξιά πλευρά του πολιτικού άξονα. Το αξιοσημείωτο είναι πως η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων των άλλων κομμάτων της Δεξιάς, πέραν της Ν.Δ., επιλέγει κόμματα δεξιότερά της (και όχι φιλελεύθερα για παράδειγμα) που στην πρώτη γραμμή της πολιτικής τους ατζέντας θέτουν το ζήτημα της αντίθεσή τους στο Μνημόνιο.
4. Η εκλογική οροφή του ΣΥΡΙΖΑ
Η εκλογική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε αρκετές συζητήσεις. Πρόκειται για επιτυχία ή για μετριότητα; Η επιβεβαίωση των ποσοστών του Ιουνίου 2012 (με 138.000 λιγότερες ψήφους, όμως) είναι αναμφίβολα επιτυχία, καθώς δείχνει πλέον πως ο ΣΥΡΙΖΑ παγιώνει την εκλογική του επιρροή σε υψηλά επίπεδα. Από την άλλη, αυτή η επίδοση συνέβη μέσα σε συνθήκες όπου οι όμοροι χώροι εξασθένησαν σημαντικά: η ΔΗΜΑΡ έπαθε πανωλεθρία χάνοντας 5 μονάδες, οι αντιμνημονιακοί Ανεξάρτητοι Ελληνες μόλις και μετά βίας κέρδισαν έδρα, το ΠΑΣΟΚ απώλεσε 4 μονάδες και το ΚΚΕ είχε μία μικρή άνοδο 1,5 μονάδας. Συνολικά δηλαδή, τα γειτονικά του ΣΥΡΙΖΑ κόμματα είχαν μια απώλεια περισσότερων των 10 ποσοστιαίων μονάδων. Ακόμη και τα σχήματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς (ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Σχέδιο Β΄), που δυνητικά θα μπορούσαν να αφαιρέσουν δυνάμεις από τον ΣΥΡΙΖΑ, είχαν κακή επίδοση. Τα παραπάνω θέτουν το ζήτημα της εκλογικής οροφής του ΣΥΡΙΖΑ. Το ερώτημα, όμως, δεν απαντιέται εύκολα σήμερα. Μελλοντικά η απάντηση θα εξαρτηθεί από μια σειρά παραγόντων, όπως η δυνατότητα του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ να κρατήσουν ή και να αυξήσουν τις δυνάμεις τους ή η επίδοση του κόμματος «Το Ποτάμι», που προσείλκυσε ένα σημαντικό όγκο ψηφοφόρων από τους όμορους χώρους του ΣΥΡΙΖΑ.
5. Συνέχειες και ασυνέχειες στην ψήφο της Χρυσής Αυγής
Η επίδοση της Χρυσής Αυγής έχει συμβάλει στην ανάπτυξη μιας μεγάλης συζήτησης για τους παράγοντες που συνέβαλαν στη διόγκωση του φαινομένου. Η συμβολή της νεανικής ψήφου στην ενδυνάμωσή της είναι αδιαμφισβήτητη. Κάποιες μελέτες επιχείρησαν να συνδέσουν τη νεανική ψήφο της Χ.Α. με την ανεργία, παραπέμποντας σε μια ψήφο τύπου «Βαϊμάρης». Αν και μπορεί να υπάρχει κάποια συσχέτιση, ιδιαίτερα στις λαϊκές περιοχές της Αττικής, η ανεργία δεν δείχνει να αποτελεί το βασικότερο παράγοντα ερμηνείας της ψήφου προς την Χ.Α., αλλά μόνον ένα από ένα σύνολο παραγόντων όπου κοινωνικά δεδομένα κα πολιτισμικά στοιχεία συμβαδίζουν με πολιτικές συμπεριφορές και στάσεις που έρχονται από το παρελθόν. Ιστορικοί παράγοντες και διαιρέσεις, πάντως, σχετίζονται με την επιλογή προς τη Χ.Α. Για παράδειγμα, τα προπύργια της φιλομοναρχικής ψήφου του 1974 και της Εθνικής Παράταξης στις εκλογές του 1977 αποτελούν σε αρκετές περιπτώσεις προπύργια της Χ.Α.
* Ο κ. Ν. Μαραντζίδης είναι αναπλ. καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Παν. Μακεδονίας.
Comments