«Πολιτικός πολιτισμός» Κύριε διευθυντά Ακούγεται και γράφεται τελευταία συχνά η έκφραση «πολιτικός πολιτισμός» ή και κάποιου άλλου είδους «πολιτισμός». Από την αρχή η έκφραση αυτή μου φάνηκε νοηματικά... κακόηχη! Προσπάθησα να εξοικειωθώ με τον όρο, αλλά εις μάτην. Κατέληξα, όμως, στην αιτία, γιατί η έκφραση αυτή είναι τουλάχιστον ατυχής: Δεν είναι, δηλαδή, δόκιμο η έννοια του πολιτισμού να διασπάται. Ο «πολιτισμός» δεν μπορεί να νοείται παρά ως μια καθολική έννοια που αφορά το πολιτιστικό επίπεδο μιας κοινωνίας, μιας χώρας ή έστω μιας ομάδας ανθρώπων. Δεν νοείται, δηλαδή, επιμέρους πολιτισμός. Δεν γίνεται π.χ. να υπάρχει πολιτισμός στην παιδεία που να μην έχει επίπτωση στον τρόπο συμπεριφοράς μιας κοινωνίας, στις ηθικές αρχές της, κυρίως στην πνευματική της υπόσταση, θα μπορούσαμε αλλιώς να πούμε ότι ο πολιτισμός είναι «μη μεριζόμενος». Δεν είναι εξάλλου σκόπιμο να απομονώνουμε τον πολιτισμό στην πολιτική ως άλλοθι ή συγχωροχάρτι που μας επιτρέπει να μην είμαστε πολιτισμένοι σε όλα ή σε κάποια άλλα. Το αν δεν έχουμε πολιτισμό π.χ. στον αθλητισμό αυτό δεν μπορεί να απομονωθεί (ή και μακροχρόνια να αντιμετωπισθεί), διότι οφείλεται στη γενικότερη παιδεία και συμπεριφορά μας, στον σεβασμό μας για τον άλλον και την επικρότηση της επιτυχίας του. Ας θυμηθούμε το θαυμάσιο παράδειγμα της συμπεριφοράς των Πορτογάλων που έχασαν τον ποδοσφαιρικό αγώνα στο ίδιο το γήπεδό τους! Δεν έχει, επομένως, νόημα να απομονώνεται ο «αθλητικός πολιτισμός» από το γενικότερο πολιτιστικό επίπεδο. Πάσχει, ούτως ή άλλως, η εποχή μας τόσο πολύ από την τάση υπερβολικής εξειδίκευσης και κατακερματισμού της γνώσης, των αξιών, ακόμη και της όλης συμπεριφοράς μας, που δεν θα έπρεπε να θίξουμε το πιο πολύτιμο που έχει μέχρι τώρα επιτύχει ο άνθρωπος μέσα στους αιώνες με πολλές θυσίες, μέσα από πολέμους και κάθε είδους προστιβής και αντιπαράθεσης: Το όποιο δηλαδή επίπεδο αυτού που ονομάζουμε «πολιτισμό». Ασφαλώς είναι δόκιμο να λέμε πολιτισμός στην πολιτική, στον αθλητισμό ή όπου αλλού, διότι ο τρόπος αυτός εκφράζει και διευρύνει την πολλαπλότητα του πολιτισμού, χωρίς όμως να τον μοιράζει σε στεγανά διαμερίσματα. Εχει εξάλλου και η γλώσσα μας υποστεί τελευταία τόσα τραύματα, όπως στον πλούτο και την ποικιλότητά της, ακόμη και στην ηχητική της μουσικότητα και αρμονία, ώστε να μην χρειάζεται να θίξουμε και το πολυτιμότερο στοιχείο που κληρονόμησε από την αρχαιότητα, δηλαδή τη διαύγεια και τη νοηματική της ακρίβεια και πληρότητα. Φαιδων Στρατος / Αθήνα Ιστορικός προσδιορισμός Κύριε Διευθυντά Η εξωτερική πολιτική, συνδεδεμένη τόσο με τη διεθνή γεωπολιτική όσο και με ποικίλες δυναμικές που αναπτύσσονται στο εσωτερικό των κοινωνιών, δεν μπορεί να γίνεται υποχείριο ούτε ακραίων ομάδων και ιδεοληψιών ούτε και άκριτων συναισθημάτων μη συμπαγών «πλειοψηφιών» που αναπτύσσονται λόγω απόστασης από την περιοχή ευθύνης. Η ονομασία της γειτονικής χώρας, θα πρέπει να αποσυνδεθεί τόσο από όσους διακηρύσσουν πως είναι δικαίωμα των γειτόνων «να ονομαστούν όπως θέλουν», («Μακεδονία») όσο και με την άρνηση του 68% που αρνείται σύνθετο όνομα. Οι πρώτοι, υποστηρίζοντας έναν μηχανιστικό διεθνισμό που ακόμη και ο Λένιν (και το δείχνουν οι διακρατικές συμφωνίες του) απέρριπτε, προσπαθούν να στηριχθούν στο δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού. Κι ας καταγγέλλουν, αλλού, ως διαβλητούς και εθνικιστικούς τους τρόπους δόμησης του εθνικού φαντασιακού, δηλαδή την ταυτότητα κι άρα τον αυτοπροσδιορισμό! Το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό αποτελεί αυταξία, εφόσον δεν είναι επικάλυψη αντίθετων πραγμάτων. Αν μεταφέραμε το πεδίο από το εθνικό στο πολιτικό και υπήρχε καπηλεία πολιτικών χώρων, θα γινόταν φανερή η ενόχληση όσων υπερασπίζονται αόριστα τον «αυτοπροσδιορισμό». Σημαντικότερο όμως είναι ότι η ανάλυσή τους είναι απολίτικη, αφού αντί να αναλύει διαλεκτικά, προσκυνάει τα τοτέμ ιερών λέξεων («καλός αυτοπροσδιορισμός», «κακός ελληνικός εθνικισμός») μεταφυσικά. Ετσι ξεχνά πως καμιά έννοια δεν είναι συνεκτική ή ακίνητη, μα αλληλοεπιδρά με τις συντεταγμένες κάθε εποχής και περιοχής. Οταν κρίνουμε καταστάσεις στα Βαλκάνια, είναι απαραίτητο να θυμόμαστε ότι σε αυτά συνυπάρχουν όλες οι ιστορικές εποχές. Η «δράση» στην περιοχή προνεωτερικών, ανορθολογικών δυναμικών, καθιστά αναλύσεις «δυτικοευρωπαΐκού τύπου 21ου αιώνα» τουλάχιστον ελλιπείς. Π.χ. ως νεοαπελευθερωμένο κράτος η ΠΓΔΜ θυμίζει Ελλάδα των τελών του 19ου αιώνα, σε βλέψεις και πολιτικές. Οχι τυχαία η σύνδεση με την αρχαία Μακεδονία μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής (που ονομάστηκε έτσι από τους Κριμαϊκούς κυρίως πολέμους για διοικητικούς λόγους) αναπτύχθηκε εμφατικά στον 20ό αιώνα για λόγους που 'χουν να κάνουν με τη δόμηση της συνοχής στον «υπαρκτό» και το ψυχροπολεμικό επεκτατικό παιχνίδι. Ούτε είναι (όπως η μαρξιστικά επηρεαζόμενη ανθρωπολογία ανέδειξε) πολιτιστικά άσχετο με τη δόμηση ενός ανερχόμενου εθνικού φαντασιακού η αναζήτηση ενός «φαλλού» (Μεγ. Αλέξανδρου) ως «σάρκινο σύμβολο του «έθνους». Η πλέον εμφατική ακροδεξιά «δήλωση» στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια ήταν η ανατίναξη του μετριοπαθούς Γκλιγκόροφ από εθνικιστές της ΠΓΔΜ… Αξίζει να αναρωτηθεί κανείς αν μια ουσιαστικά διαβασμένη και «δι-εθνιστική» Αριστερά θα μπορούσε να πριμοδοτεί τέτοιες κατευθύνσεις ως… προοδευτικές για την ανθρωπότητα. Η υπεύθυνη στάση των αριστερών κομμάτων απαντά στις ναρκισσευόμενες ως «υπερεπαναστατικές» γκρούπες με επάρκεια… Η άρνηση, τελικά, στο όνομα «Μακεδονία», δεν έχει να κάνει με πριμοδότηση του εθνικισμού. Αλλά με υπεύθυνη αντίδραση εναντίον του, αφού η σύνδεσή του ονόματος με έναν ξεπερασμένο πολιτισμικά μεγαλοΐδεατισμό που κυριαρχεί και δεν γραφικοποιείται (όπως εδώ) στη γείτονα, επαναπριμοδοτείται (π.χ. Κόσοβο) εκ νέου στα Βαλκάνια για λόγους γεωπολιτικής εξωβαλκανικών κέντρων, τα οποία παρεμβαίνουν στο δικαίωμα σταδιακού, αληθινού αυτοπροσδιορισμού των λαών της περιοχής. Χαρακτηριστική δε είναι σε κάποιες πλευρές τόσο η απολίτικη πριμοδότηση της μελό έννοιας του «αδύναμου» κι η αποσύνδεση του από το άμεσο πεδίο εφαρμογής (Βαλκανική) όσο κι η σύνδεση της Σλαβομακεδονίας με την ανεξαρτησία του Κοσόβου κι η εξίσου απολίτικη δαιμονοποίηση του ΝΑΤΟ ως του μόνου αρνητικού παράγοντα στην περιοχή, όταν «δεν βλέπουν» την αλληλεπίδραση και την αλληλοπριμοδότησή του από ντόπιους εθνικισμούς και αλυτρωτισμούς Ομως, η αντίδραση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού σε σύνθετη ονομασία, φαντάζει το ίδιο αδιέξοδη κι υστερική, εύκολα γινόμενη υποχείριο ενός ακροδεξιού λαϊκισμού. Με δεδομένη την από αιώνες (παρά το τοπικό Βαρδάρσκα Μπανοβίνα) ονομασία της περιοχής ως Μακεδονία, και τη δόμηση του εθνικού φαντασιακού των Σλαβομακεδόνων γύρω από αυτήν, η ελληνική άρνηση φαντάζει ως ανέξοδος φονταμενταλισμός, που μόνο κακό κάνει στην ευρύτερη Βαλκανική την κρίσιμη δεκαπενταετία που έπεται. Σίγουρα οι διαδικασίες δεν είναι μηχανιστικές και η μετριοπάθεια των μεν δε συνεπάγεται μετριοπάθεια των δε, ή το αντίθετο. Αλλά τα μηνύματα διαπερνούν σύνορα και δημιουργούν δυναμικές που όταν είναι διαλλακτικές αξίζουν πριμοδότησης. Η παντελής άρνηση σε γενιές ανθρώπων που μεγάλωσαν ως «Μακεδόνες», δημιουργεί φαντάσματα και στις δυο πλευρές, (κι άρα ανοίγει πεδίο σε μια γεωπολιτική των ισχυρών που πολιτεύονται με τον φόβο) όταν ο συγχνωτισμός θα μπορούσε με τα χρόνια να τα διαλύσει. Στην πολιτική, δυστυχώς, τέλειες λύσεις δεν υπάρχουν. Αλλά υπάρχουν (ανάλογα τη φορά) οι πλέον δημιουργικές. Αυτές που δεν πριμοδοτούν αρνητικές δυναμικές αλλά προσπαθούν με ενάργεια να τις μειώσουν. Ως τέτοια, η σύνθετη ονομασία με ιστορικό προσδιορισμό (Νέα…), αποφεύγοντας υφέρπουσες γεωγραφικές «ενώσεις» κι αποσχιστικούς για τους εκεί Αλβανούς προσδιορισμούς (Σλαβομακεδονία), θα απεγκλωβίσει ένα σύγχρονο πρόβλημα από δήθεν ιστορικές καταβολές κι άρα υπαρκτούς αλυτρωτισμούς κι εθνικισμούς από όπου κι αν προέρχονται… Θεοχαροπουλος Λουκας - μέλος του Δ.Σ. του Κέντρου Σοσιαλιστικών Μελετών Καβουριαρης Μακης - καθηγητής στη Σορβόννη Καρασαββιδου Ελενη - μέλος Τμήματος Διεθνών Σχέσεων του Συνασπισμού Κοκκινιδης Γιωργος - μέλος της ΚΠΕ του Συνασπισμού Κωτοπουλος Τριανταφυλλος - λέκτορας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας Μποσνακης Παναγιωτης - καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας Παν/μίου Μιζούρι Τα μέτρα Κύριε διευθυντά Σχετικά με το άρθρο του κ. Νικολάου «Η απραξία έφερε τον πληθωρισμό», θα ήθελα να επισημάνω τα εξής: Ανάμεσα στα μέτρα και στις σκέψεις που είχε ανακοινώσει το υπουργείο Ανάπτυξης για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, περιλαμβάνονταν το άνοιγμα της αγοράς ψωμιού και των υγρών καυσίμων. Αυτά τα δύο, ήταν τα μόνα που είχαν να κάνουν πραγματικά με τη λειτουργία της αγοράς και την ενίσχυση του ανταγωνισμού. Ηταν όμως και τα μόνα μέτρα που θα έφερναν την κυβέρνηση απέναντι σε συντεχνίες. Γι' αυτό προφανώς, ήταν και τα μόνα που δεν έγιναν. Τι έμεινε; Κάτι παρατηρητήρια τιμών, κάτι συναντήσεις με παραγωγικούς φορείς, κάτι έλεγχοι κοστολογικών στοιχείων και άλλα παρόμοια! Ομως, το ψωμί εξακολουθεί να πωλείται στα αρτοποιεία 90 λεπτά. Υπάρχει κανείς, αλήθεια, που πιστεύει ότι έτσι καταπολεμείται η ακρίβεια; Γιωργος Μαυρομαρας - Πρόεδρος Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αρτοποιητικών Μονάδων Οι διοικήσεις των ταμείων Κύριε διευθυντά Ακούγοντας το πρωί της 18ης/03/08 από το ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ συνομιλία των διακεκριμένων δημοσιογράφων Αρη Πορτοσάλτε και Μπάμπη Παπαδημητρίου με την υπουργό Απασχόλησης κ. Φάνη Πάλλη-Πετραλιά, ειλικρινά ξαφνιάστηκα, διαπιστώνοντας ότι ο λαΐκισμός και ο φτηνός εντυπωσιασμός της κοινής γνώμης φαίνεται ότι διαπερνά και την επίλεκτη δημοσιογραφία, μέχρι σημείου διαπρεπείς συντάκτες και σχολιαστές, όπως οι παραπάνω, να σχολιάζουν σκωπτικά το ήθος και τις ικανότητες καταξιωμένων από την κοινωνία πολιτών. Δεν μπορεί αμφότεροι να μη γνώριζαν ότι, μόλις προ επταμήνου, αντικαταστάθηκαν οι πρόεδροι των ασφαλιστικών Ταμείων με έμπειρους τεχνοκράτες προερχόμενους από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, που επελέγησαν από ειδική επιτροπή εμπειρογνωμόνων και συνδικαλιστών με αυστηρές και καθ' όλα διάφανες διαδικασίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 36 του Ν. 3556/2007. Εκτός από εμένα, φαίνεται να ξαφνιάστηκε και η κυρία υπουργός που (με προφανή αμηχανία επειδή τέλειωνε η εκπομπή και είχε κλείσει η συζήτηση) δεν πρόλαβε να αντιδράσει στο κακόγουστο αστειάκι του κ. Πορτοσάλτε να προσεχθούν τάχα αυτή τη φορά οι επιλογές των προέδρων των συνιστάμενων νέων Ταμείων, ώστε να μην επαναληφθούν τα φαινόμενα κακοδιαχείρισης προηγούμενων διοικήσεων, «παίρνοντας η μπάλα» και τους κατά γενική ομολογία άψογης συμπεριφοράς και εποικοδομητικού έργου σημερινούς προέδρους. Καταγράφω την ενόχλησή μου, υπερασπιζόμενος τις ικανότητες και το ήθος όλων των επιλεγέντων (όπως εγώ) προέδρων στις αρχές του φθινοπώρου και πληροφορώ την κοινή γνώμη ότι οι περισσότεροι από εμάς επιστρατευτήκαμε σχεδόν αφιλοκερδώς, αφήνοντας αρκετοί από εμάς πολύ μεγαλύτερες της συμβολικής αποζημίωσης του προέδρου, αμοιβές. Η αθόρυβη προσφορά όσων ασχοληθήκαμε με τη διαχείριση των ασφαλιστικών Ταμείων, αυτόν τον λίγο καιρό, αναγνωρίζεται ακόμη και από τα συνδικάτα των ασφαλισμένων, όπως φαίνεται και από τα συνθήματα και τις διαμαρτυρίες τους για το περιεχόμενο των διατάξεων του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου. Σταυρος Τσουκαντας - Πρόεδρος Δ.Σ. του ΤΠΔΥ |
Comments