Tου Θανου Οικονομοπουλου Ο φουκαράς που γλίστρησε και έπεσε από τον τελευταίο όροφο του ουρανοξύστη, στην πτώση του προς το έδαφος σε κάθε όροφο από τον οποίο περνάει ψιθυρίζει, για να διώξει τον τρόμο του: «μέχρις εδώ, καλά πάω». Κάτι παρόμοιο, στην πλήρη αντιστροφή του, θυμίζει και το κλίμα στον ΣΥΝ: μετά την εκτόξευσή του, στις δημοσκοπήσεις, όσο ανεβαίνει στα ποσοστά, αυτοκαθησυχάζεται «μέχρις εδώ, καλά πάω...», περιμένοντας με... ανησυχία το πότε θα φθάσει στην «κορυφή». Εκεί που το «ταξίδι» θα σταματήσει και θα δώσει τη θέση του στην κρίσιμη ώρα της λήψης πολύ συγκεκριμένων αποφάσεων ευθύνης... Προς το παρόν, απολαμβάνει τον «πηγαιμό», αλλά βλέπει πως η «Ιθάκη» αργά ή γρήγορα θα αρχίσει να διακρίνεται στον ορίζοντα. Και τότε θα αρχίσουν τα δύσκολα. Γιατί, μπορεί η «ανανεωτική αριστερά» (παρ' όλες τις εσωτερικές αντιφάσεις και ουσιαστικότατες διαφορές απόψεων μεταξύ των διαφόρων «συνιστωσών») να εισπράττει δημοσκοπικά τη γενικευόμενη δυσαρέσκεια, τον θυμό της κοινωνίας προς τα δύο κόμματα εξουσίας που αδυνατούν να πείσουν, και, ως κυβέρνηση και ως αξιωματική αντιπολίτευση, ότι μπορούν με σχέδιο και ρεαλισμό να προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις στα ολοένα διογκούμενα κοινωνικά προβλήματα, ομολογείται πως ο «δικομματισμός» εμφανίζεται ανίκανος να ενσωματώσει αιτήματα κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά, αξιακά, ηθικά, αλλά για να έχει αυτή η «είσπραξη» και πρακτικό πολιτικό χαρακτήρα, στην κρίσιμη στιγμή, η αριστερά αυτή θα πρέπει να πάψει να είναι «απλώς» υποδοχέας διαμαρτυρίας και δυσαρέσκειας και από τη θέση ευθύνης στην οποία θα τη βάλει η κοινωνία, θα πρέπει να διατυπώσει συγκεκριμένο πολιτικό λόγο. Προτάσεις για το «πώς» (ενδεχομένως «και με ποιους») θα αντιμετωπισθούν τα προβλήματα, ποιο είναι το δικό της ρεαλιστικό κυβερνητικό πρόγραμμα, ποια σχέδια έχει καταρτίσει, ποιο το «κόστος» τους και ποιο το προσδοκώμενο όφελος... Εντάξει, καλό (και επικοινωνιακό και... δημοσκοπικό!) είναι το «ευχαριστούμε, δεν θα πάρουμε!», έξυπνο ακούγεται (για να μαζεύουμε κόσμο) το «δεν θα είμαστε το κόκκινο κερασάκι στην κεντροαριστερή τούρτα!», αλλά αργά ή γρήγορα θα έρθει η ώρα που το τι «δεν θέλουμε» θα πρέπει να αντικατασταθεί με το «τι θέλουμε και προτείνουμε». Και από μιαν άποψη, έτσι όπως έχουν σήμερα τα πράγματα και με δεδομένες τις διαφορές απόψεων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και του ΣΥΝ, σε κάποιο βαθμό) το «ιδανικό» για την ανανεωτική αριστερά, αν οι κάλπες στήνονταν αύριο, θα ήταν να καταγράψει μια σημαντική αύξηση των ποσοστών της, αλλά... «λογική». Δηλαδή, να μην πάρει τέτοιο (εκλογικό - άλλο πράγμα οι δημοσκοπήσεις) ποσοστό, που να την αναγκάσει εκ των πραγμάτων να αφήσει τη «βολική» γωνία της κριτικής και της γενικόλογης άρνησης και να μπει στο κέντρο της πολιτικής σκηνής. Εκεί, όπου μετρούν οι πράξεις. Οι θέσεις και όχι οι αντιθέσεις... Παιχνιδια τακτικης Για να λέμε του στραβού το δίκιο, έτσι όπως διαμορφώνονται σήμερα οι συσχετισμοί και οι αντιδράσεις της κοινωνίας στο «σύστημα», η ανανεωτική αριστερά δεν έχει κανένα λόγο και όφελος να βγει φόρα παρτίδα και να... προαναγγείλει ενδεχόμενη κυβερνητική συνεργασία της με το ΠΑΣΟΚ (αν υποτεθεί ότι αυτό θα έρθει στις κάλπες πρώτο κόμμα ή αν εξασφαλίσει τέτοιο ποσοστό που συναθροιζόμενο με εκείνο της αριστεράς επιτρέπει πρόσβαση στην εξουσία). Γιατί ένα τέτοιο ξεκαθάρισμα θα είχε ως άμεση συνέπεια να διακοπεί η διαρροή απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ προς αυτή και να στραφεί σε άλλους χώρους. Με την ίδια λογική, και το ΠΑΣΟΚ δίκιο έχει που κάνει κάποιες νύξεις για μετεκλογική συνεργασία με την αριστερά, αλλά επιμένει στην ανάγκη εκλογικής αυτοδυναμίας του... Δεν θέλει, όμως, και πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς πως δεν μπορεί, παρά στο βάθος του μυαλού του ο ΣΥΝ να μελετάει, να προβληματίζεται από το πολύ πιθανό ενδεχόμενο, τα αποτελέσματα της πραγματικής κάλπης να τον φέρουν με τέτοια δύναμη, που εκ των πραγμάτων θα αναγκασθεί να σκεφθεί, να σχεδιάσει και να δράσει, ως (συνεταιρικό, έστω) «κόμμα εξουσίας». Φωνάζουν τώρα το «όχι», αλλά στον μετεκλογικό ορίζοντα βλέπουν ότι θα κληθούν να ψιθυρίσουν, έστω, το «ναι». Και το ζήτημα είναι, αν και σε ποιο βαθμό προετοιμάζονται στο παρασκήνιο για τις πολύ πιθανές εξελίξεις αυτού του είδους. Ολες οι πολιτικές αναλύσεις των δημοσκοπήσεων, αυτές που «δεν ενδιαφέρουν» τα κανάλια γιατί δεν αποτυπώνονται με καθαρά «οπαδικούς» όρους, δείχνουν πως το εκλογικό σώμα σήμερα εκφράζει ένα γενικευμένο και αόριστο (αν και στη ρίζα του, αιτιολογείται απόλυτα) «αντί», διαμορφώνει ένα διευρυνόμενο απορριπτικό περιβάλλον, που σε μεγάλο βαθμό ΔΕΝ ΕΧΕΙ συγκεκριμένη στόχευση. Ενα «αντί» δυσαρέσκειας, θυμού, που πολύ πιθανό είναι να μην έχει καν «αντισυστηματικά» χαρακτηριστικά. Ενα «μάθημα» θέλει να δώσει, κάποιους επιθυμεί να ταρακουνήσει, με τα γενικευμένα, «ασυνείδητα» αντανακλαστικά που επιστρατεύει η κοινωνία. Σε πολύ μεγάλο βαθμό, ο κόσμος -ακόμη και όταν έξαλλος και απογοητευμένος διακηρύσσει «δεν πάει άλλο, θα τα γκρεμίσω όλα και ό,τι θέλει ας γίνει!- ρέπει προς τον ρεαλισμό. Θέλει να ξέρει «τι» θα γίνει για να αντιμετωπισθούν τα σωρευόμενα προβλήματα και το «πώς» θα γίνει η προσέγγιση επίλυσής τους. Συγκεκριμένα, οριοθετημένα όσο είναι δυνατόν, κοστολογημένα, εφικτά πράγματα. Σε γενικές γραμμές, μπροστά στις (πραγματικές!) κάλπες, οι «πόζες» και οι θυμοί στην πλειοψηφία τους θα δώσουν τη θέση τους στον σκεπτικισμό (και τον γνώριμο συντηρητισμό) της κοινωνίας που δεν θέλει περιπέτειες, γενικά προτιμά τα συγκεκριμένα βήματα από τα αόριστα «άλματα» σε ένα μη προσδιοριζόμενο «νέο». «Πισω απο τις λεξεις...» Μπορεί να υπάρχουν προβλήματα ομοιογένειας μεταξύ των διαφόρων «συνιστωσών της ανανεωτικής αριστεράς» (π.χ. ορισμένοι υποστηρίζουν με πάθος την επιστροφή στον απόλυτο κρατικισμό και δεν διστάζουν να λένε δημόσια πως «αν έχουμε τον έλεγχο, η Ελλάδα θα βγει από το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.!»), αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία πως κάποιοι ρεαλιστές στις τάξεις της και τα ηγετικά κλιμάκια προβληματίζονται ήδη για το ποια θα πρέπει και μπορεί να είναι η φυσιογνωμία του «τρίτου πόλου», ποιες οι στοχεύσεις και οι προτάσεις της... Ο κ. Τσίπρας μπορεί να διακηρύσσει πως «δεν τον ενδιαφέρει η συμμετοχή σε μια κυβέρνηση που θα διαχειρισθεί την κρίση (σ.σ.: όλα τα πράγματα χρήζουν «διαχείρισης» - και κυρίως οι κρίσεις!), τον ενδιαφέρει μια αριστερή διακυβέρνηση που θα ανατρέπει το σημερινό πλαίσιο εξουσίας!», αλλά... από κοντά υπάρχει και ο κ. Αλαβάνος, που δεν διστάζει να πει ότι «όταν διεκδικείς κυβέρνηση, πρέπει να προσγειώνεσαι στην πραγματικότητα, να σκέφτεσαι ρεαλιστικά μέχρι του ορίου όμως που να μην αλλοιώνεις τις βασικές σου συντεταγμένες...» και παραδέχεται πως «η ριζοσπαστική αριστερά δεν μπορεί μόνη της, χρειάζεται συμμάχους από τα κάτω και οφείλει να σεβαστεί τη διαφορετική πορεία και ιστορία τους...», δηλαδή «λέγε με ΠΑΣΟΚ, αλλά... προς το παρόν δεν το λέω!» Αρκετοί στην Κουμουνδούρου, σε μια γραμμή ρεαλισμού, λένε πως υπερασπίζονται τον δημόσιο τομέα (τάση που... παγκοσμιοποιείται πια!), όχι όμως το Δημόσιο της διαφθοράς, του ρουσφετιού, της ανυποληψίας και των δογματικών αγκυλώσεων..., μιλούν για ένα «νέο συνδικαλισμό» που δεν θα λειτουργεί με στενά συντεχνιακά πρότυπα ή ως ομάδα πίεσης για προσωπικές επιδιώξεις, επιχειρηματολογούν (και σωστά) υπέρ του δημόσιου πανεπιστημίου, τονίζοντας παράλληλα πως «δημόσιο πανεπιστήμιο δεν σημαίνει ακινησία, χαμηλό επίπεδο σπουδών, διατήρηση κεκτημένων συντεχνιακών, αδυναμία εξεύρεσης πόρων από την αγορά για την έρευνα...». Στην αυτονόητη και επιτακτικά ζητούμενη επιδίωξη του «ριζοσπαστισμού της πραγματικότητας», που όλα δείχνουν πως από δω κι εμπρός δύσκολα μπορεί να αναζητηθεί με «μονολιθικότητες» και «μαντριά», σε αυτό το όλο και πιο σαφώς διατυπούμενο «αίτημα» της κοινωνίας, πολλά απομένουν να γίνουν - και από πολλές πλευρές. Το βέβαιο και το ελπιδοφόρο είναι πως άρχισε ο προβληματισμός, η ζύμωση, «άνοιξε περπατησιά» το στοίχημα και οι ευθύνες των ταγών, μεγάλες... |
Comments