Η περιθωριοποίηση της ελληνικής γλώσσας

Δημοσιεύθηκε στις 11/10/2008
Συντάκτης: ΝΙΚΟΣ .Γ. ΜΟΣΧΟΝΑΣ
Θεματική κατηγορία: Πολιτική Πολιτισμού

Το ζήτημα της προώθησης της αγγλικής γλώσσας στην ελληνική πραγματικότητα και της προβλεπόμενης μελλοντικής της επικράτησης είναι πολύ σοβαρό.

Παλιότερα το πρόβλημα περιοριζόταν στη ξενομανή διάθεση των ομιλητών.
Σήμερα η ξενομανία, γιατί περι αυτής πρόκειται, έχει ευρύτερες διαστάσεις. Η χρήση της ξένης γλώσσας στην καθημερινή πρακτική δεν είναι αναγκαία. Η ελληνική γλώσσα διαθέτει πλούτο λεξιλογίου και δυνατότητες παραγωγής νέων λέξεων με απόλυτη εννοιολογική συνέπεια.
Η χρήση, λοιπόν, των ξένων λέξεων είναι απόρροια έλλειψης συνειδητής γλωσσικής κατάρτισης, ελλειπούς παιδείας ή ξενομανίας.
Έτσι, παρατηρείται το φαινόμενο δυσχέρειας ή αδιαφορίας για την προσαρμογή των ξένων όρων στην ελληνική γλώσσα απο επαγγελματίες ορισμένων κλάδων τεχνικών επαγγελμάτων, ενώ απο την άλλη μεριά επιστήμονες και επιστημονικοί φορείς χρησιμοποιούν την αγγλική ή άλλη ξένη γλώσσα πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο προωθούν διεθνώς το επιστημονικό έργο τους.
Το χειρότερο είναι ότι η ξένη γλώσσα χρησιμοποιείται όχι μόνο όταν αυτό είναι απαραίτητο, όπως σε ένα διεθνές συνέδριο, αλλά και όταν το ακροατήριο είναι αποκλειστικά ελληνικό σε κλειστές εσωτερικές συναντήσεις.
Ασφαλώς, η γνώση ξένων γλωσσών είναι πολύτιμη για την επικοινωνία και την ενημέρωση. Το πρόβλημα είναι η απεμπόληση της εθνικής γλώσσας και η αντικατάστασή της με μία ξένη. Αλλα ας δούμε τα πράγματα με τη σειρά.

Η χρήση ξένων λέξεων απο άτομα που μιλούν τη μητρική τους γλώσσα είναι συνήθως πρακτική επίδειξης, πράξη που αποβλέπει στον διαχωρισμό του ατόμου απο τη λαϊκότερη κατ’ αυτό μάζα. Ωστόσο, διάφοροι λόγοι συντέλεσαν ώστε το φαινόμενο να διαδοθεί και να αποτελεί σήμερα χαρακτηριστικό των περισσότερο απαίδευτων αστικών κοινωνικών στρωμάτων.
Ευκολότερα χρησιμοποιούνται οι ξένες λέξεις από αστούς με ελλειπή μόρφωση παρά απο εκείνους που έχουν συγκροτημένη παιδεία.
Το ίδιο συμβαίνει και με περιπτώσεις ατόμων που ασχολούνται με επαγγέλματα που δεν προϋποθέτουν ολοκληρωμένη ανθρωπιστική παιδεία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των επαγγελματιών που ασχολούνται με την πληροφορική. Πέρα απο το γεγονός ότι οι λίγοι μεταγλωττισμένοι στα ελληνικά τεχνικοί όροι ελάχιστα χρησιμοποιούνται απο αυτούς (για παράδειγμα παρ’ όλο που η λέξη διαδίκτυο είναι σαφής και επιτυχής εννοιολογικά, υπερισχύει η χρήση του ξένου όρου internet και μάλιστα προφερόμενο ιdernet, αφού το σύμπλεγμα nt το προφέρουν όπως και το ντ ως d αγνοώντας τα ένρινα της ελληνικής), το χειρότερο είναι ότι προκειμένου να δημιουργήσουν απλά δεδομένα στον χώρο χρησιμοποιούν άκριτα την αγγλική γλώσσα, σε βαθμό μάλιστα που δεν γίνονται κατανοητοί απο τους μη ειδικούς χρήστες της πληροφορικής.
Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι και η γενικευμένη χρήση της αγγλικής γλώσσας στη σύνταξη ηλεκτρονικών διευθύνσεων. Και αυτό το φαινόμενο έχει κατακλύσει την ελληνική πραγματικότητα, όχι μόνο στον ιδιωτικό χώρο, αλλά και στον δημόσιο.
Ελληνικές κρατικές υπηρεσίες και οργανισμοί διαθέτουν αγγλικές διευθύνσεις που καταντούν προβληματικές για τον Έλληνα πολίτη.
Η ίδια η Βουλή των Ελλήνων προσδιορίζει τη διεύθυνσή της με τη λέξη parliament, το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού με τη λέξη culture, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας mod (Ministry of Defence) κ.ο.κ., ενώ η πρακτική αυτή οδηγεί σε καταστάσεις που αγγίζουν τα όρια του παράδοξου, αν όχι και του κωμικού, αφού η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος προσδιορίζει τη διεύθυνσή της με τα γράμματα nlg (αρχικά της επωνυμίας National Library of Greece = Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος), το Πανεπιστήμιο Αθηνών με τα γράμματα uoa (University of Athens) – ανάλογα και τα άλλα ελληνικά πανεπιστήμια με εξαίρεση το Ιόνιο Πανεπιστήμιο (που χρησιμοποιεί την ενδεικτική λέξη ionio κ.ο.κ.
Σε άλλες περιπτώσεις υπάρχει η διεύθυνση editions αντί εκδόσεις και bookstore αντί βιβλιοπωλείο. Με άλλα λόγια ο Έλληνας εξαναγκάζεται να σκεφτεί αγγλικά για να προσανατολιστεί ή να απομνημονεύσει αυτές τις διευθύνσεις αντί να του έχει δοθεί η δυνατότητα να σκέφτεται ελληνικά και χωρίς ιδιαίτερο κόπο.
Το οξύμωρο είναι ότι σε τυχόν παρατήρηση του παραδόξου αυτού η απάντηση που συνήθως δίνεται είναι “πώς θα μπορέσει ο ξένος να μπει;” ή “μα αφού τα γράμματα που χρησιμοποιούνται είναι αγγλικά!” Και μόνο αυτές οι απαντήσεις φανερώνουν πόσο απλοϊκά και έωλα είναι τα επιχειρήματα. Γιατί θα πρέπει ο ξένος να καταλαβαίνει και να δυσκολεύεται ο Έλληνας με την αποκρυπτογράφηση αυτών των λέξεων ή αρκτικολέξων;
Βέβαια, υπάρχει και ο ισχυρισμός ότι δεν χρειάζεται ερμηνεία των λέξεων, αφού πρόκειται για απλά κλειδιά. Σύμφωνοι, αλλά σ’ αυτή την περίπτωση δεν θα χρειαζόταν και ο ξένος να αποκρυπτογραφήσει την τυχόν ελληνική λέξη που θα είχε χρησιμοποιηθεί.
Όσο για τον ισχυρισμό ότι γράφουμε με αγγλικά γράμματα, είναι σαφές ότι πρόκειται για απλό αποπροσανατολισμό ή άγνοια, γιατί στο διαδίκτυο χρησιμοποιείται το δυτικοευρωπαϊκό λατινικό αλφάβητο.
Θα μπορούσε λοιπόν η Βουλή να προσδιοριζόταν με τη λέξη vouli ή bouli ή ακόμη λογιότερα boule, το ΥπΠο με τη λέξη politismos ή χρηστικότερα και σε αντιστοιχία με τα άλλα υπουργεία yppol (Υπουργείο Πολιτισμού), ypoik (Υπουργείο Οικονομικών κ.λπ.), η Εθνική Βιβλιοθήκη ebe, το Πανεπιστήμιο Αθηνών panath και ανάλογα τα άλλα πανεπιστήμια διατηρώντας πάντα την πρώτη συλλαβή και προσθέτοντας τη δεύτερη που χαρακτηρίζει την έδρα του πανεπιστημίου π.χ. panthe (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), πράγμα που συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία (unisi = Università di Siena, unibo = Università di Bologna, unive = Università di Venezia, κ.λπ.) επιτρέποντας στον χρήστη να σχηματίσει απλά τη διεύθυνση που αναζητεί.

Η δεύτερη περίπτωση αφορά στην εισαγωγή ξένων λέξεων απο τον Τύπο. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που ο μέσος Έλληνας αδυνατεί να κατανοήσει τις ξένες λέξεις που χρησιμοποιούν οι δημοσιογράφοι με άστοχη επιδειξιομανή διάθεση στα κείμενά τους.
Tελευταία, πάλι, έχει ευρύτατη διάδοση η χρήση της βραχυγραφίας vs αντί της ελληνικής λέξης “εναντίον”. Πρόκειται για μια βραχυγραφία που δεν υπάρχει στην παιδεία του Έλληνα αλλά βέβαια τη γνωρίζει ο νέος που συνήθιζε να παίζει playstation!
Και σαν να μην έφτανε αυτό κάποιες εφημερίδες χρησιμοποιούν το σύμβολο @ για να δηλώσουν το πού γίνεται μια εκδήλωση (π.χ. Η Συμφωνική Ορχήστρα @ Ηρώδειο), αφού το σύμβολο αυτό διαβάζεται αγγλιστί at (πρόθεση “εις”) και είναι το παραπεμπτικό σύμβολο στις διαδικτυακές διευθύνσεις.
Με άλλα λόγια ο τυχαίος δημοσιογράφος ή ο πληκτρολόγος του δημοσιογραφικού κειμένου μας υποχρεώνουν για λόγους επίδειξης ξενομανούς και πνευματικής αβελτηρίας να χρησιμοποιούμε την αγγλική στην καθημερινότητά μας, χωρίς αποχρώντα λόγο (ελπίζω, αν διαβάζει κάποιος από αυτούς ετούτο το κείμενο, να κατανοεί τις ελληνικές λέξεις που χρησιμοποίησα).
Όμως, αν ο Τύπος παρασύρεται απο την τάση ξενομανίας, τι θα πρέπει να λεχθεί για το ίδιο το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων που εξέδωσε πρόσφατα ένα εξαίρετο εκδοτικά βιβλίο με τα Συντάγματα του Ιονίου χρησιμοποιώντας στις υποσημειώσεις συστηματικά αντί για την ελληνική λέξη και το βραχυγραφικό λατινικό σύμβολο & (et) στην καλλιγραφική του βρεταννική εκδοχή; Κόστιζε άραγε πολύ ο βραχύτατος ελληνικός σύνδεσμος και ή μήπως υπερίσχυσε η ξενομανής διακοσμητική διάθεση είτε επίδειξη του επιμελητή του έργου;

Μήπως, τελικά, πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε αγγλικά; Μήπως πρέπει να θέσουμε στο περιθώριο τη μητρική μας γλώσσα ως περιοριστική στο επικοινωνιακό πεδίo, κατάλληλη μόνο για τοπική, επαρχιακού τύπου, χρήση ή για ιδιόρρυθμη λογοτεχνική παραγωγή;
Απο την άλλη μεριά διαφαίνεται μια συνειδητή κι επίμονη τακτική προώθησης της αγγλικής ως δεύτερης επίσημης γλώσσας. Αυτό που είχε διατυπωθεί πριν απο λίγα χρόνια απο την ελληνίδα επίτροπο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και είχε ενοχλήσει σε βαθμό που να προκαλέσει αντιδράσεις, τελικά συντελείται και επιβάλλεται σταδιακά με την ανοχή του ελληνικού λαού.
Η ελληνική κοινωνία μπολιάζεται με αυτή την πρακτική. Οι νέοι, στις μεταξύ-τους συνομιλίες, χρησιμοποιούν ένα μειξοβάρβαρο ελληνοαγγλικό ιδίωμα. Οι αναγγελίες στους αστικούς σιδηροδρόμους και στον και προαστιακό γίνονται σε κακά προφερόμενα ελληνικά (Αbελόκηποι, Σύdαγμα κ.λπ. αντί Αμbελόκηποι, Σύνdαγμα) και σε αγγλικά όπου οι εκφωνήτριες προσπαθούν να μιμηθούν την καλύτερη δυνατή ξενική προφορά.
Είναι σαφές ότι η ελληνική γλώσσα διδάσκεται όπως-όπως στα σχολεία. Το χειρότερο είναι ότι σε κάθε αντίδραση ή φωνή διαμαρτυρίας υψώνονται διαβεβαιώσεις ακόμη και απο τα πλέον υπεύθυνα χείλη ότι τίποτε επικίνδυνο για τη γλώσσα δεν συμβαίνει. Ετσι, προωθείται η περιθωριοποίηση της ελληνικής στον δημόσιο βίο.
Ωστόσο, ο γλωσσικός μιμητισμός ο γλωσσικός αφελληνισμός ή επιεικέστερα είναι το δούρειο όχημα του ευρύτερου αφελληνισμού. Τελικά η μόνη δυνατή αντίδραση είναι η σοβαρότητα.

ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΟΣΧΟΝΑΣ -(Φωτογραφία: ΑΝΑ ΣΕΡΒΟΒΑ)

Comments

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc