Του Σταυρου Λυγερου
Στη σημερινή επαναληπτική εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας στη FYROM θα επικρατήσει με άνεση ο υποψήφιος του κυβερνώντος VMRO Γκιόργκι Ιβανόφ. Αυτό ήταν αναμενόμενο πριν από τον α΄ γύρο. Η απομάκρυνση του Μπράνκο Τσερβένκοφσκι απαλλάσσει τον Νίκολα Γκρούεφσκι από έναν αντίπαλο, που δεν δίσταζε να χρησιμοποιεί το προεδρικό αξίωμα για να αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση.
Ο Γκρούεφσκι κυριαρχεί, εκμεταλλευόμενος και τροφοδοτώντας τον πυρετό εθνικισμού, που σαρώνει τη σλαβομακεδονική κοινή γνώμη. Είναι ενδεικτικό ότι το κυρίαρχο ζήτημα της προεκλογικής αναμέτρησης ήταν η εθνική ταυτότητα των Σλαβομακεδόνων κι όχι η οικονομική κρίση και οι δραματικές συνέπειές της. Καμία πλευρά, βεβαίως, δεν αμφισβήτησε το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού. Το δίδυμο Γκρούεφσκι-Ιβανόφ προβάλλει τον ισχυρισμό ότι οι Σλαβομακεδόνες είναι κατ’ ευθείαν απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων, ενώ η σοσιαλδημοκρατική αντιπολίτευση υπερασπίζει τη σλαβική διάσταση του «μακεδονικού έθνους».
Ο Γκρούεφσκι έχει αναγάγει το ιδεολόγημα περί «μακεδονικής» καθαρότητας και τον ανθελληνισμό σε κεντρικό πολιτικό δόγμα. Κερδίζει πολιτικοεκλογικά όχι μόνο με τις εθνικιστικές φαντασιώσεις του, αλλά και επειδή ταυτοχρόνως υπόσχεται ένταξη στους ευρωατλαντικούς θεσμούς χωρίς εκπτώσεις στο ζήτημα της ονομασίας. Το εάν θα κάνει εκπτώσεις ή όχι εξαρτάται από τον ίδιον. Το εάν, όμως, η FYROM θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και θα προχωρήσει η ενταξιακή πορεία της προς την Ε.Ε. εξαρτάται από την Αθήνα.
Ενα χρόνο μετά το Βουκουρέστι η πόρτα του ΝΑΤΟ παραμένει ερμητικά κλειστή για τη FYROM. Η πρόσφατη δήλωση της Αγκελα Μέρκελ στη γερμανική Βουλή ότι η FYROM πρέπει να ενταχθεί δεν αλλάζει τα πράγματα. Ηταν ένα χτύπημα κάτω από τη ζώνη, επειδή η Αθήνα δεν υπέκυψε σε γερμανικές πιέσεις για ζητήματα εξοπλισμών. Με άρθρο του στη γερμανική «Ντι Βελτ», ο Γκρούεφσκι επιχειρεί να επαναφέρει στο προσκήνιο την ένταξη της χώρας του. Σύμφωνα μ’ όλες τις ενδείξεις, όμως, το ζήτημα δεν πρόκειται να συζητηθεί στη σύνοδο κορυφής της Συμμαχίας αυτό το Σαββατοκύριακο. Με την πάροδο του χρόνου το πολιτικό αδιέξοδο των Σκοπίων καθίσταται ολοένα και περισσότερο ορατό. Αργά ή γρήγορα, η σλαβομακεδονική κοινή γνώμη θα κάνει δεύτερες σκέψεις, που θα ροκανίσουν την επιρροή του Γκρούεφσκι. Επειδή αυτός το αντιλαμβάνεται, όσο ακόμα ο άνεμος είναι ούριος επιχειρεί να ελέγξει τους μηχανισμούς εξουσίας. Παραλλήλως, αναζητεί απεγνωσμένα τρόπους να προσδώσει υπόσταση στην πολιτική του.
Τον τελευταίο καιρό υπήρξαν ορισμένες θετικές εξελίξεις για τα Σκόπια: πρώτον, η έκθεση Μακ Ντούγκλας, που αναγνωρίζει «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα. Δεύτερον, το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για τη FYROM. Και τρίτον η δήλωση του αρμόδιου για τη διεύρυνση επιτρόπου Ολι Ρεν ότι η γειτονική χώρα έχει ρεαλιστικές ικανότητες να εκπληρώσει φέτος τις προϋποθέσεις για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Επιστολή Μιλόσοσκι
Ολα αυτά έχουν την πολιτική σημασία τους, αλλά δεν αλλάζουν το γεγονός ότι το κλειδί το κρατάει η ελληνική πλευρά. Ακριβώς γι’ αυτό η εμμονή στον Μακεδονισμό είναι με στρατηγικούς όρους πολυτέλεια για τους Σλαβομακεδόνες. Ο Γκρούεφσκι προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο, ελπίζοντας ότι η απόφασή του θα είναι καταδικαστική για την Ελλάδα. Μια τέτοια απόφαση θα του επέτρεπε στη συνέχεια να διαπραγματευθεί από πλεονεκτική θέση.
Μέχρι τότε επιδίδεται σε παρελκυστικούς ελιγμούς, όπως η πρόσφατη επιστολή του Αντόνιο Μιλόσοσκι προς την ομόλογό του Ντόρα Μπακογιάννη. Τα Σκόπια ουσιαστικά επανέφεραν στο τραπέζι παλαιότερη πρότασή τους (επιτροπή για αναθεώρηση των βιβλίων Ιστορίας, υπογραφή διακήρυξης φιλίας και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης). Ο ελιγμός αποσκοπεί στη δημιουργία εντυπώσεων μετριοπάθειας και βεβαίως στην εκτροπή από το ζήτημα της ονομασίας. Η διαπραγμάτευση για το όνομα τυπικά συνεχίζεται, αλλά μετά την προσφυγή της FYROM στη Χάγη, έχει πολιτικά ακυρωθεί.
Η Αθήνα, βεβαίως, δεν έπεσε στην προφανή παγίδα του Μιλόσοσκι. Η θέση της, όμως, έχει «αχίλλειο πτέρνα». Είναι αμφίβολο εάν η Ελλάδα έχει παραβιάσει την Ενδιάμεση Συμφωνία, όπως την καταγγέλλουν τα Σκόπια. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να εξαρτήσει την πολιτική της από μια νομική κρίση. Ειδικά όταν η υπόθεση δεν είναι από χέρι κερδισμένη. Οταν η Αθήνα αποφάσισε να διασυνδέσει την ένταξη στο ΝΑΤΟ με τη λύση στο ζήτημα της ονομασίας, έπρεπε να αποσυρθεί από την Ενδιάμεση Συμφωνία για να μην έχουν τα Σκόπια δυνατότητα προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο. Η συμφωνία έχει λήξει το 2002 και συνεχίζει να ισχύει, επειδή καμία από τις δύο πλευρές δεν έχει αποσυρθεί απ’ αυτήν. Επιπροσθέτως, οι Σλαβομακεδόνες την έχουν παραβιάσει επανειλημμένως.
Μήνυμα
Η Ενδιάμεση Συμφωνία πρέπει να καταγγελθεί όσο είναι ακόμα καιρός. Πρώτον, για να λύσει το νομικό πρόβλημα και δεύτερον για να στείλει σ’ όλους το έμπρακτο μήνυμα ότι η Αθήνα εννοεί απολύτως αυτά που λέει και θα εμμείνει μέχρι τέλους στη θέση της. Οι παρενέργειες δεν είναι σημαντικές. Οι διαπραγματεύσεις θα συνεχισθούν, γιατί στηρίζονται σε ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Είναι κρίσιμο σφάλμα, που η ελληνική πλευρά στην πράξη αποδέχεται τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της διένεξης από το πολιτικό στο νομικό επίπεδο. Εάν η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου είναι καταδικαστική, το πλήγμα θα είναι βαρύ. Οχι μόνο στο μέτωπο της ονομασίας, αλλά και γενικότερα. Θα την εκμεταλλευθεί στο έπακρο η Αγκυρα για να υπονομεύσει την ελληνική θέση ότι διμερή προβλήματα, όπως η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, πρέπει να παραπεμφθούν στη Χάγη.
kathimerini.
Comments