Και ο τελευταίος διασώστης ο οποίος συμμετείχε στην επιχείρηση διάσωσης των μεταλλωρύχων που παρέμεναν παγιδευμένοι σε στοά του ορυχείου Σαν Χοσέ στην έρημο Ατακάμα της Χιλής βγήκε στην επιφάνεια με ασφάλεια, στην ολοκλήρωση ενός δράματος που έλκυσε παγκόσμια προσοχή.
Πολλοί αποκάλεσαν «θαύμα» την διάσωση των μεταλλωρύχων, ο τελευταίος εκ των οποίων που βγήκε στην επιφάνεια, ο 54χρονος Λουίς Ουρσούα, ήταν ο επικεφαλής της βάρδιας τους και ο άνθρωπος που τους «κράτησε μαζί». Εκδηλώσεις χαράς σημειώθηκαν σε ολόκληρη τη λατινοαμερικάνικη χώρα.
«Σας παραδίδω τη βάρδια κι ελπίζω ότι δε θα ξαναγίνει ποτέ κάτι τέτοιο», είπε στον πρόεδρο Σεμπαστιάν Πινιέρα, αγκαλιάζοντάς τον. «Είμαι περήφανος που είμαι Χιλιανός», πρόσθεσε, με τη σημαία της χώρας τυλιγμένη στους ώμους.
Η καλά σχεδιασμένη επιχείρηση πήγε καλύτερα κι από τις προσδοκίες των πιο αισιόδοξων καθώς ολοκληρώθηκε μέσα σε λιγότερες από 24 ώρες. Ο Φράνκλιν Λόμπος, πρώην επαγγελματίας ποδοσφαιριστής που έγινε μεταλλωρύχος και οδηγός ταξί για να τα βγάλει πέρα, είπε ότι «αυτός ήταν ο σκληρότερος αγώνας της ζωής μου».
Η επιτυχής κατάληξη της επιχείρησης αποτελεί σημαντική ώθηση για τον πρόεδρο Σεμπαστιάν Πινιέρα, που περίμενε τους διασωθέντες για να τους χαιρετίσει, έναν προς έναν. Η κυβέρνησή του επαινέθηκε για την διαχείριση της κρίσης αλλά και το γεγονός ότι διέταξε να γίνουν αυστηρότερα τα μέτρα εργασιακής ασφάλειας στα ορυχεία μετά το επεισόδιο.
Ο πρόεδρος της Βολιβίας, Έβο Μοράλες, πήγε στο ορυχείο για να υποδεχθεί τον συμπατριώτη του Κάρλος Μαμάνι όταν βγήκε από τη στοά κι ευχαρίστησε προσωπικά τον Πινιέρα για την διάσωσή του. Το γεγονός ίσως βελτιώσει αισθητά τις σχέσεις της Χιλής και της Βολιβίας, χώρες με ιστορικά κακές σχέσεις.
Επί αιώνες, τα ορυχεία στη Λατινική Αμερική έπαιξαν κεντρικό και πολύ συχνά τραγικό ρόλο -αρχής γενομένης από την δίψα για χρυσάφι και ασήμι που αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη της ισπανικής κατάκτησης και της σκλαβιάς των ιθαγενών και της μεταφοράς σκλάβων από την Αφρική. Αμέτρητοι εργάτες χάθηκαν στις στοές τους.
Τα μέτρα ασφαλείας στα ορυχεία στη Λατινική Αμερική την τελευταία δεκαετία πάντως έχουν βελτιωθεί αισθητά σε σχέση με το παρελθόν.
Οι οικογένειες των μεταλλωρύχων τους ζητούν να μην επιστρέψουν στο ορυχείο
Ο εφιάλτης τελείωσε για τις οικογένειες των μεταλλωρύχων που διασώθηκαν μετά 69 ημέρες που πέρασαν κάτω από την επιφάνεια της γης, όμως πολλοί συγγενείς ανησυχούν για την πιθανότητα οι 33 να επιστρέψουν στο ορυχείο.
«Σαν πατέρας, θα τους έλεγα να αλλάξουν δουλειά, να μην συνεχίσουν να εργάζονται σε ορυχείο. Αλλά είναι θέμα δικό τους να αποφασίσουν και αν αποφασίσουν να το κάνουν, ίσως να μην κοιμάμαι πια καλά εξαιτίας αυτού που συνέβη», εξομολογήθηκε ο Αλφόνσο Αβάλος, πατέρα του Φλορένσιο και του Ρενάν, δύο από τους μεταλλωρύχους που έζησαν περισσότερο από δύο μήνες σε βάθος 600 μέτρων κάτω από τη Γη.
Σε ένα τομέα εργασίας, στον οποίο η ασφάλεια εξαρτάται από το μέγεθος του ορυχείου, «ο μεταλλωρύχος δεν ξέρει ποτέ αν θα επιστρέψει στο σπίτι του», τονίζει ο Τζίμι Καρντόνα, πατέρας ενός από τους εργάτες.
Όμως για τους 33 το μέλλον είναι αβέβαιο. Οκτώ από αυτούς είναι μεγαλύτεροι των 50 χρόνων, ο όμιλος Σαν Εστεμπάν που διαχειρίζεται το ορυχείο Σαν Χοσέ βρίσκεται ένα βήμα πριν την πτώχευση και για το μόνο που είναι σίγουροι είναι ο μισθός του Σεπτεμβρίου και τα χρήματα που θα πάρουν από ενδεχόμενη εκποίηση της εταιρίας.
Μπορούν επίσης να προσφύγουν στη δικαιοσύνη ζητώντας αποζημιώσεις.
Επίσης ο κάθε ένας θα πάρει 2.000 δολάρια (1.450 ευρώ) από έναν ανώνυμο επιχειρηματία και 10.000 δολάρια από τον εκκεντρικό εκατομμυριούχο Λεονάρντο Φάρκας.
Ακόμα και με το ενδεχόμενο να κερδίσουν χρήματα από τα δικαιώματα των ταινιών και των βιβλίων που θα διηγούνται την περιπέτειά τους, οι περισσότεροι από αυτούς δεν γνωρίζουν αν θα πάρουν σύνταξη.
Η μόνη πρόταση για δουλειά που τους έχει γίνει είναι να δουλέψουν σε ένα από τα ορυχεία του Φάρκας στην περιοχή Κοπιάπο (βόρεια Χιλή) εκεί που βρίσκεται το ορυχείο Σαν Χοσέ.
Ορισμένοι έχουν ήδη πει στους δικούς τους πως σκέφτονται να επιστρέψουν στο ορυχείο, όπου οι σχετικά υψηλοί μισθοί (1.000 δολάρια το μήνα) τους αποζημιώνουν εν μέρει για τους κινδύνους.
«Μου είπε ''είμαι μεταλλωρύχος και θέλω να πεθάνω μεταλλωρύχος''» διηγείται η Σίλβια Σεγκόβια, αδελφή του Βίκτορ, η οποία επισημαίνει πως θα ήθελε να μην ξαναγυρίσει ποτέ στο ορυχείο ο αδελφός της.
«Δεν θέλω να εργάζεται σε ορυχείο. Φοβάμαι τα υπόγεια ορυχεία, δεν είναι ασφαλή, καμιά δουλειά δεν είναι ασφαλής όμως τα ορυχεία είναι χειρότερα, μια κατολίσθηση, μια πτώση βράχων. Εγώ λέω φτάνει, αρκετά υποφέραμε», δήλωσε ο Ομάρ Ρεϊγάδας, γιος ενός από τους 33.
Ορισμένοι άλλοι συγγενείς βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά. «Δεν φοβάμαι. Μπορεί να πεθάνεις στο ορυχείο, αλλά και έξω από αυτό. Ο καθένας πρέπει να κάνει αυτό που θέλει», επισημαίνει ο Αλεσάντρο Κοντρέρας, ετεροθαλής αδελφός ενός από τους μεταλλωρύχους και μηχανικός ορυχείων ο ίδιος.
Συγκίνηση Ομπάμα
Ο Αμερικάνος πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα παρακολούθησε από την τηλεόραση την έξοδο των πρώτων από τους 33 μεταλλωρύχους, οι οποίοι βρίσκονταν εγκλωβισμένοι για δύο μήνες στα έγκατα ορυχείου στη Χιλή και συγκινήθηκε ιδιαίτερα από την επανασυνάντηση ενός διασωθέντος με τον γιο του, δήλωσε σήμερα ο εκπρόσωπος της προεδρίας.
«Τον ρώτησα τι ένοιωσε και μου απάντησε πως ήταν σαφώς μία παραδειγματική ιστορία», τόνισε ο Ρόμπερτ Γκιμπς στην ενημέρωση του Τύπου.
Ο Ομπάμα συγκινήθηκε από αυτήν «την ιστορία που είχε αίσιο τέλος» και μάλιστα όταν αντίκρισε «το παιδί ενός μεταλλωρύχου να περιμένει τον πατέρα του, ο οποίος βρισκόταν παγιδευμένος κοντά 70 ημέρες», τόνισε ο Γκιμπς.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
Comments