Αλαφροσημειώματα.. Η επιχείρηση διάσωσης των 33 μεταλλωρύχων στην Χιλή έφερε την χώρα του νοτίου ημισφαιρίου στο προσκήνιο της επικαιρότητας, διδάσκουσα ανά τον κόσμο τον πολιτισμό της ανθρωπιάς..Η άνοδος της κάψουλας που έφερνε στην επιφάνεια της γής τον κάθε καταδικασμένο μεταλλωρύχο, γινόταν καλοδεχούμενη από τα χειροκροτήματα των παρισταμένων οικογενειών, των κατοίκων της περιοχής, συν των της πολιτείας αντιπροσώπων , μηδέ της ανωτάτης ηγεσίας εξαιρουμένης. Ητανε συγκινητικές οι στιγμές της αντάμωσης των προσφιλών προσώπων και διάχυτη η πανευτυχία που σκορπιζόταν μέσω τηλεοράσεων και κομπιούτερς του όλου του κόσμου προς τον κάθε άνθρωπο της γης,σαν κ’ατένιζε τις σκηνές της σωτηρίας . Τα ευχαριστήρια προς τους παράγοντες της διάσωσης ήταν ενα άλλο κομμάτι χαράς και συγκίνησης από διασωθέντες και τους συγγενείς των.Ηεπιχείρηση διάσωσης των χιλιανών μάινερς, κατέδειξε ότι σε μικρές και απομακρυσμένες κοινωνίες υπάρχουν αγνά ανθρώπινα αισθήματα που στην στιγμή του αναπάντεχου διαχέονται στην ανθρωπότητα,δεχομένης εγκάρδια την ομορφιά του καλού.Σε τέτοιες στιγμές ο άνθρωπος βρίσκει κάτι τι από τον εαυτό του.Η Χιλή με το επεισοδιακό περιστατικό της διάσωσης κέρδισε τον κόσμο.-
επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα
Κεφαλονίτικα ανέκδοτα Συζητούν τρεις παπάδες, ένας από το Αγιο όρος, ένας από την Αθήνα και ένας Κεφαλονίτης για το πως κατανέμουν τα έσοδα των εκκλησιών τους. Λέει ο παπάς από το Αγιο όρος: «Εγώ Πετάω στον αέρα όλα τα νομίσματα και όσα έρθουν κορώνα είναι του Θεού και τα δίνω για τις ανάγκες της εκκλησίας και όσα έρθουν γράμματα είναι δικά μου». Λέει ο Αθηναίος παπάς: «Και εγώ πετάω τα νομίσματα στον αέρα και όσα σταθούν όρθια είναι του Θεού και της εκκλησίας, όσα πέσουν στο πλάι (κορώνα ή γράμματα) είναι σαφώς δικά μου». Και στο τέλος ο Κεφαλονίτης ο παπάς: «Εγώ κύριοι συνάδελφοι κάνω το ίδιο που κάνετε και εσείς με πιο απλές διαδικασίες για να μη χάνουμε και χρόνο. Πετάω στον αέρα όλα τα νομίσματα. Όσα θέλει τα κρατάει ο Θεός και όσα πέσουν κάτω είναι δικά μου!» Είναι ένας Κερκυραίος, ένας Κεφαλλονίτης κι ένας Λευκαδίτης, που ξεμονάχιασαν, κάπου σ' ένα αραχνιασμένο, σκοτεινό υπόγειο ένα λυχνάρι, απ' αυτά τα μυστήρια με τα τζίνια. Το τρίψανε και ξεπετάχτηκε το τζίνι. «Έχετε ο
Comments