Η Ευρώπη οφείλει να υπερασπιστεί τις αρχές της BLOOMBERG
Η Ευρώπη οφείλει να υπερασπιστεί τις αρχές της
BLOOMBERG
Πολλά αναίσχυντα πράγματα έγιναν μετά την κατάρριψη της πτήσης 17 των Μαλαισιανών Αερογραμμών πάνω από την Ουκρανία. Η άθλια έλλειψη σεβασμού προς τις σορούς των θυμάτων, τα παιχνίδια που παίχτηκαν ώστε να καθυστερήσει η διερεύνηση της συντριβής από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, τ’ αναίσχυντα ψεύδη που χρησιμοποίησε το Κρεμλίνο ώστε ν’ αποσείσει τις ευθύνες από πάνω του.
Και μετά υπήρξε η απάντηση, για την ακρίβεια η έλλειψη απάντησης, των Ευρωπαίων ηγετών. Οι Ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών, αφότου συναντήθηκαν στις αρχές της εβδομάδας για να συζητήσουν περαιτέρω κυρώσεις κατά της Ρωσίας, επιδόθηκαν σε μια από τις αγαπημένες τους συνήθειες: να φιλονικούν για το ποιος ευθύνεται περισσότερο για την αποτυχία τους να λάβουν μέτρα. Είναι οι Γάλλοι, που ακόμη προτίθενται να παραδώσουν δύο πολεμικά πλοία στον ρωσικό στρατό; Μήπως οι Βρετανοί που ακόμη δεν έχουν πάρει μέτρα κατά των φιλικών προς τον Πούτιν Ρώσων ολιγαρχών που δραστηριοποιούνται στο Λονδίνο και που, όπως φαίνεται, ακόμη δεν έχουν εφαρμόσει την απαγόρευση πώλησης όπλων στη Ρωσία, παρόλο που την έχουν εξαγγείλει μεγαλοφώνως; Ισως οι Ιταλοί που εξακολουθούν να υποστηρίζουν την κατασκευή ενός αγωγού φυσικού αερίου, δηλαδή ενός έργου που προωθεί ο Πούτιν με σκοπό να παρακάμψει την Ουκρανία; Ας μην ξεχνάμε και τη Γερμανίδα καγκελάριο κ. Αγκελα Μέρκελ, της οποίας η σκληρή ρητορεία περί της ανάγκης ν’ αντιμετωπιστεί η ρωσική επιθετικότητα δεν έχει ακόμη συνοδευτεί από πράξεις. Η Ε.Ε. δεν έχει υπάρξει τόσο διαιρεμένη εξαιτίας ενός γεωπολιτικού ζητήματος από το 2003 και τον πόλεμο του Ιράκ.
Ωστόσο, αυτή τη φορά δεν υπάρχει δικαιολογία, ούτε αμφισβητούμενες πληροφορίες ούτε ένας πόλεμος στη Μέση Ανατολή. Αυτό που απειλείται άμεσα στην Ουκρανία είναι η ευρωπαϊκή ασφάλεια. Ο θάνατος περισσοτέρων των 200 Ευρωπαίων πολιτών, καθώς πετούσαν πάνω από την Ουκρανία πυροδότησε για πρώτη φορά τη συζήτηση για υιοθέτηση του λεγόμενου τρίτου σταδίου οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Ολη αυτή η διστακτικότητα είναι δικαιολογημένη: Κανείς δεν γνωρίζει πόσο αποτελεσματικές θα ήταν σκληρότερες κυρώσεις. Η απλή αναφορά τους δεν ήταν ικανή να σταματήσει τις συγκρούσεις στην Ουκρανία οι οποίες συνεχίζονται με αμείωτη σφοδρότητα, όπως συνεχίζεται και η άνοδος της δημοτικότητας του κ. Βλαντιμίρ Πούτιν. Με τους Ρώσους να έχουν καταληφθεί από εθνικιστικό πυρετό, γιατί θα υποχωρούσε ο Πούτιν; Και αν δεν πρόκειται να υποχωρήσει γιατί να απειληθούν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις; Αυτά τα ερωτήματα είναι λανθασμένα. Είναι αλήθεια ότι οι κυρώσεις από μόνες τους δεν είναι ικανές να πείσουν τον Πούτιν να πάψει να υποστηρίζει όσους επιθυμούν την απόσχιση από την Ουκρανία. Υπάρχει όμως η πιθανότητα να συμβεί και αυτό, αλλά ακόμη και αν δεν συμβεί, αξίζει κανείς να επιβάλει κυρώσεις. Ενα πράγμα που μπορεί να επιτευχθεί μέσω των κυρώσεων, ήδη υπάρχουν στοιχεία ότι έχει πληγεί η ρωσική οικονομία, είναι να δράσουν αποτρεπτικά. Αν ο Πούτιν έχει εξαπολύσει μια εθνικιστική καμπάνια με σκοπό ν’ αποκαταστήσει τη ρωσική κυριαρχία που πλέον δεν θέλει ή δεν μπορεί να ελέγξει, τότε υπάρχει ένας ακόμη λόγος να εμποδιστεί η πρόσβασή του σε όπλα και χρήματα με τα οποία θα μπορούσε να επιδοθεί σε νέες περιπέτειες στην Ουκρανία ή αλλού. Υπάρχουν και άλλοι λόγοι, σημαντικοί και λιγότερο σημαντικοί, για την επιβολή κυρώσεων. Η συμφωνία και η συνεργασία επί των κυρώσεων θα ενισχύσει την ενότητα της Ε.Ε.
Η επιβολή κυρώσεων θα αποδείκνυε ότι η Ευρώπη είναι έτοιμη να υπερασπιστεί την εθνική κυριαρχία και τη δημοκρατία, αρχές που υποστηρίζει ότι ασπάζεται. Και θα στερούσε στον Πούτιν τη δυνατότητα να εκμεταλλεύεται τις διαφορές μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η επιβολή κυρώσεων εξυπηρετεί τα μακροπρόθεσμα ευρωπαϊκά οικονομικά συμφέροντα. Στόχος δεν είναι απλώς να εμποδιστεί ο Πούτιν. Είναι να διασφαλιστεί η σταθερότητα και η ζωτικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Αν η Ρωσία επιμένει να χρησιμοποιεί την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης ώστε ν’ απειλεί την ασφάλεια της ηπείρου, τότε η Ευρώπη θα πρέπει ν’ αρχίσει να λαμβάνει μέτρα προστασίας της.
Και μετά υπήρξε η απάντηση, για την ακρίβεια η έλλειψη απάντησης, των Ευρωπαίων ηγετών. Οι Ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών, αφότου συναντήθηκαν στις αρχές της εβδομάδας για να συζητήσουν περαιτέρω κυρώσεις κατά της Ρωσίας, επιδόθηκαν σε μια από τις αγαπημένες τους συνήθειες: να φιλονικούν για το ποιος ευθύνεται περισσότερο για την αποτυχία τους να λάβουν μέτρα. Είναι οι Γάλλοι, που ακόμη προτίθενται να παραδώσουν δύο πολεμικά πλοία στον ρωσικό στρατό; Μήπως οι Βρετανοί που ακόμη δεν έχουν πάρει μέτρα κατά των φιλικών προς τον Πούτιν Ρώσων ολιγαρχών που δραστηριοποιούνται στο Λονδίνο και που, όπως φαίνεται, ακόμη δεν έχουν εφαρμόσει την απαγόρευση πώλησης όπλων στη Ρωσία, παρόλο που την έχουν εξαγγείλει μεγαλοφώνως; Ισως οι Ιταλοί που εξακολουθούν να υποστηρίζουν την κατασκευή ενός αγωγού φυσικού αερίου, δηλαδή ενός έργου που προωθεί ο Πούτιν με σκοπό να παρακάμψει την Ουκρανία; Ας μην ξεχνάμε και τη Γερμανίδα καγκελάριο κ. Αγκελα Μέρκελ, της οποίας η σκληρή ρητορεία περί της ανάγκης ν’ αντιμετωπιστεί η ρωσική επιθετικότητα δεν έχει ακόμη συνοδευτεί από πράξεις. Η Ε.Ε. δεν έχει υπάρξει τόσο διαιρεμένη εξαιτίας ενός γεωπολιτικού ζητήματος από το 2003 και τον πόλεμο του Ιράκ.
Ωστόσο, αυτή τη φορά δεν υπάρχει δικαιολογία, ούτε αμφισβητούμενες πληροφορίες ούτε ένας πόλεμος στη Μέση Ανατολή. Αυτό που απειλείται άμεσα στην Ουκρανία είναι η ευρωπαϊκή ασφάλεια. Ο θάνατος περισσοτέρων των 200 Ευρωπαίων πολιτών, καθώς πετούσαν πάνω από την Ουκρανία πυροδότησε για πρώτη φορά τη συζήτηση για υιοθέτηση του λεγόμενου τρίτου σταδίου οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Ολη αυτή η διστακτικότητα είναι δικαιολογημένη: Κανείς δεν γνωρίζει πόσο αποτελεσματικές θα ήταν σκληρότερες κυρώσεις. Η απλή αναφορά τους δεν ήταν ικανή να σταματήσει τις συγκρούσεις στην Ουκρανία οι οποίες συνεχίζονται με αμείωτη σφοδρότητα, όπως συνεχίζεται και η άνοδος της δημοτικότητας του κ. Βλαντιμίρ Πούτιν. Με τους Ρώσους να έχουν καταληφθεί από εθνικιστικό πυρετό, γιατί θα υποχωρούσε ο Πούτιν; Και αν δεν πρόκειται να υποχωρήσει γιατί να απειληθούν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις; Αυτά τα ερωτήματα είναι λανθασμένα. Είναι αλήθεια ότι οι κυρώσεις από μόνες τους δεν είναι ικανές να πείσουν τον Πούτιν να πάψει να υποστηρίζει όσους επιθυμούν την απόσχιση από την Ουκρανία. Υπάρχει όμως η πιθανότητα να συμβεί και αυτό, αλλά ακόμη και αν δεν συμβεί, αξίζει κανείς να επιβάλει κυρώσεις. Ενα πράγμα που μπορεί να επιτευχθεί μέσω των κυρώσεων, ήδη υπάρχουν στοιχεία ότι έχει πληγεί η ρωσική οικονομία, είναι να δράσουν αποτρεπτικά. Αν ο Πούτιν έχει εξαπολύσει μια εθνικιστική καμπάνια με σκοπό ν’ αποκαταστήσει τη ρωσική κυριαρχία που πλέον δεν θέλει ή δεν μπορεί να ελέγξει, τότε υπάρχει ένας ακόμη λόγος να εμποδιστεί η πρόσβασή του σε όπλα και χρήματα με τα οποία θα μπορούσε να επιδοθεί σε νέες περιπέτειες στην Ουκρανία ή αλλού. Υπάρχουν και άλλοι λόγοι, σημαντικοί και λιγότερο σημαντικοί, για την επιβολή κυρώσεων. Η συμφωνία και η συνεργασία επί των κυρώσεων θα ενισχύσει την ενότητα της Ε.Ε.
Η επιβολή κυρώσεων θα αποδείκνυε ότι η Ευρώπη είναι έτοιμη να υπερασπιστεί την εθνική κυριαρχία και τη δημοκρατία, αρχές που υποστηρίζει ότι ασπάζεται. Και θα στερούσε στον Πούτιν τη δυνατότητα να εκμεταλλεύεται τις διαφορές μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η επιβολή κυρώσεων εξυπηρετεί τα μακροπρόθεσμα ευρωπαϊκά οικονομικά συμφέροντα. Στόχος δεν είναι απλώς να εμποδιστεί ο Πούτιν. Είναι να διασφαλιστεί η σταθερότητα και η ζωτικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Αν η Ρωσία επιμένει να χρησιμοποιεί την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης ώστε ν’ απειλεί την ασφάλεια της ηπείρου, τότε η Ευρώπη θα πρέπει ν’ αρχίσει να λαμβάνει μέτρα προστασίας της.
Comments