Ανησυχία για την άνοδο των εξτρεμιστών
Ανησυχία για την άνοδο των εξτρεμιστών
Θα είναι το μεγάλο αίνιγμα στις επόμενες ευρωεκλογές: ακραία ή ευρω-σκεπτικιστικά κόμματα, τα οποία επιδιώκουν την εξασθένηση, αν όχι και τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβληματίζουν ολοένα περισσότερο.
Είναι έτοιμες οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο αυτό; Αφετηρία για την όποια αντίδραση θα πρέπει να είναι η σωστή διάγνωση του προβλήματος, υποστηρίζει η συμπροεδρεύουσα των Ευρωπαίων Πρασίνων στο Ευρωκοινοβούλιο Ρεμπέκα Χαρμς. Και η διάγνωση είναι ότι η άνοδος των άκρων δεν οφείλεται μόνο στις κοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης, τονίζει η γερμανίδα ευρωβουλευτής: «Η άνοδος των εξτρεμιστικών- και κυρίως των ακροδεξιών- κομμάτων δεν άρχισε με την κρίση του ευρώ, αν και ασφαλώς ευνοείται από αυτήν. Νομίζω ότι χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία έχουν ένα γενικότερο πρόβλημα με την πολιτική τους ελίτ, με τον τρόπο που λειτουργούν τα καθιερωμένα πολιτικά κόμματα, με τη διαπλοκή ανάμεσα στην πολιτική και τα κέντρα εξουσίας».
Γι αυτό, η άνοδος των άκρων πρέπει να αντιμετωπιστεί σε εθνικό επίπεδο, λέει η ευρωβουλευτής των Πρασίνων. Και επισημαίνει ότι η μεταφορά του προβλήματος στην ευρωπαϊκή σφαίρα είναι όχι μόνο αναποτελεσματική, αλλά και επικίνδυνη, γιατί στοχοποιεί άλλους από εκείνους που πραγματικά ευθύνονται.
Το ζήτημα της ευρωπαϊκής ταυτότητας
Από την πλευρά της η ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Έντιτ Μπάουερ πιστεύει ότι η άνοδος των άκρων οφείλεται κυρίως σε ένα ζήτημα που λίγοι πλέον θέτουν στην τεχνοκρατική εποχή μας: την αναζήτηση ταυτότητας.
«Η εθνική ταυτότητα είναι σημαντική υπόθεση, γιατί η Ευρώπη οικοδομείται από πολλές και διαφορετικές ενότητες» λέει η ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle. «Λέμε, και σωστά, ότι η ισχύς της ευρωπαϊκής ενότητας έγκειται στη διαφορετικότητα πολιτισμών και γλωσσών. Αλλά έχουμε διαφορετικές ταυτότητες, ανάλογα με το κοινωνικό περιβάλλον. Μπορούμε, και πρέπει, να έχουμε την τοπική, την εθνική και παράλληλα την ευρωπαϊκή μας ταυτότητα. Αλλά αυτό το συνειδητοποιούμε κυρίως όταν βγαίνουμε εκτός Ευρώπης, όπου μας αντιμετωπίζουν ως Ευρωπαίους».
Η Έντιτ Μπάουερ είναι από μόνη της μία απόδειξη της ευρωπαϊκής πολυμορφίας: ευρωβουλευτής από τη Σλοβακία, με καταγωγή από την Ουγγαρία και μητέρα Γερμανίδα. Όλα αυτά είναι συστατικά στοιχεία μίας ταυτότητας που ορίζεται τοπικά, αλλά την ίδια στιγμή και πανευρωπαϊκά.
Το ερώτημα της ταυτότητας θέτουν βέβαια και οι ευρωσκεπτικιστές, δίνοντας ταυτόχρονα και την απάντηση- τη δική τους απάντηση φυσικά. Όπως έκανε ο επικεφαλής του βρετανικού Κόμματος Ανεξαρτησίας Νάιτζελ Φάρατζ, μιλώντας στο Στρασβούργο και ορίζοντας ως αφετηρία της ανόδου των ευρω-σκεπτικιστών το 2005 με το «ΟΧΙ» των Γάλλων στο ευρωπαϊκό Σύνταγμα. «Από το 2005 η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το ζήτημα της ταυτότητας. Αυτό που λέμε εμείς είναι ότι δεν θέλουμε αυτή τη σημαία, δεν θέλουμε αυτόν τον ύμνο, δεν θέλουμε ευρωπαϊκά διαβατήρια και πολιτική ένωση. Αυτή η θέση δεν έχει τίποτα το εξτρεμιστικό, τίποτα ακροδεξιό ή ακροαριστερό. Είναι μία φυσιολογική διεκδίκηση ταυτότητας. Από και και πέρα, μπορείτε να φωνάζετε όσο θέλετε, όσο φωνάζετε τόσο επιβεβαιώνετε την πρόβλεψή μου ότι θα υποστείτε δεινή ήττα στις ευρωεκλογές του χρόνου» ανέφερε ο βρετανός πολιτικός.
Ανησυχία ενόψει ευρωεκλογών
Ακόμα και τα πιο φιλοευρωπαϊκά κόμματα πιστεύουν πλέον ότι στις ευρωεκλογές του 2014 οι ακραίες και ευρω-σκεπτικιστικές πολιτικές δυνάμεις θα έχουν την ευκαιρία να ενισχύσουν την επιρροή τους. Τι θα αντιτάξουν οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις; Θα περιοριστούν σε ζητήματα «χαμηλής πολιτικής» ή θα αποδεχθούν μία ανοιχτή και δημόσια συζήτηση για την ευρωπαϊκή ταυτότητα; ρωτάμε την Έντιτ Μπάουερ.
«Είναι ένα καλό ερώτημα. Η Ευρώπη πρέπει να προβάλλει την αλληλεγγύη της, τα οφέλη που απορρέουν από τα κοινωνικά ή διαρθρωτικά ταμεία, αλλά αυτή είναι η επιφάνεια. Αργά ή γρήγορα πρέπει να συζητήσουμε και το θέμα της ταυτότητάς μας. Να πούμε ότι χωρίς την Ευρώπη οι μικρές χώρες είναι πολύ ευάλωτες, αλλά και οι μεγάλες χώρες είναι ευάλωτες σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους. Η αλήθεια είναι πολύ απλή: χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον».
Η ανοιχτή συζήτηση δεν είναι εύκολη, γιατί οι ακραίες πολιτικές δυνάμεις αρνούνται τον ακραίο χαρακτήρα τους. Για παράδειγμα το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν αρνείται ότι είναι ακροδεξιό κόμμα, ενώ το ίδιο συμβαίνει με τους Αυστριακούς λαϊκιστές, τους «Αληθινούς Φινλανδούς» ή τους Φλαμανδoύς εθνικιστές. Αλλά όπως τονίζει η Ρεμπέκα Χαρμς «όλα αυτά τα δεξιά κόμματα έχουν κοινά χαρακτηριστικά: Μας λένε ότι θα είμαστε καλύτερα χωρίς την Ευρώπη ή το ευρώ. Επαναφέρουν την παλαιά και πολύ επικίνδυνη νοοτροπία, ότι τα έθνη πρέπει να οχυρωθούν πίσω από τα συμφέροντά τους, παρότι αυτό μας έχει οδηγήσει στην καταστροφή στο παρελθόν. Και επιπλέον όλα αυτά τα ακροδεξιά κόμματα- σε αντίθεση με τα ακραία αριστερά κόμματα- θέλουν την απομόνωση της Ευρώπης απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο, αρνούνται να παράσχουν άσυλο σε πολιτικά διωκόμενους, διαδίδουν το σύνθημα ότι ʽμόνοι μας μπορούμε καλύτεραʼ. Όλα αυτά είναι πολύ επικίνδυνα».
Γιάννης Παπαδημητρίου, Στρασβούργο
Υπεύθ. Σύνταξης: Δήμητρα Κυρανούδη
Comments