ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ After all tomorrow is another day
After all tomorrow is another day
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Θλίψη στα ΚΑΠΗ. Το λέω με σεβασμό στους εικονιζόμενους, αφού και εγώ μάλλον το ίδιο ψήφισα με εκείνους...
Για όσους δεν το γνωρίζουν, ο πολιτικός Γεώργιος Ράλλης ήταν ένας πραγματικός κύριος, από αυτούς που σπανίζουν σήμερα. Στις εκλογές του 1981 ήταν πρωθυπουργός της τελευταίας κυβέρνησης της Ν.Δ., προτού το ΠΑΣΟΚ πραγματοποιήσει τη δική του «έφοδο προς τον ουρανό» (όπου εδώ ως ουρανός νοείται το κράτος). Από το μπαλκόνι της προεκλογικής ομιλίας του στο Σύνταγμα, ο Ράλλης, με την περίφημη φράση του «δεν θέλω ου», είχε απαγορεύσει στους οπαδούς της Ν.Δ. να γιουχάρουν κάθε φορά που εκείνος ανέφερε το όνομα του Ανδρέα Παπανδρέου. (Θυμάμαι πόσο χλευάστηκε τότε ο Ράλλης για το ήθος του, που ήταν τόσο κραυγαλέα ανάρμοστο με αυτό το πράγμα που ερχόταν...)
Ετσι, μόλις διαμορφώθηκε η βεβαιότητα ότι το ΠΑΣΟΚ σάρωνε, ο πρωθυπουργός Ράλλης πήγε στο κέντρο Τύπου στη «Μεγάλη Βρεταννία» στο Σύνταγμα -ασυνήθιστα νωρίς, σημειωτέον, για τα κρατούντα ήθη τότε- παραδέχθηκε αμέσως την ήττα του, συνεχάρη τον νικητή και πρόσθεσε ότι ελπίζει ή εύχεται (δεν θυμάμαι την ακριβή διατύπωση) ο ελληνικός λαός να μην το μετανιώσει.
Βλέπετε, ο Ράλλης ως κεντροδεξιός δεν πίστευε στην εξιδανικευμένη ιδέα της Αριστεράς για τον λαό, που η οργή του είναι υποτίθεται βουλή του Θεού, του λαού που έχει πάντα το αλάθητο. Για τον Ράλλη, όπως και για κάθε πραγματιστή νομίζω, ο λαός ήταν το άθροισμα των ατομικών βουλήσεων όπως εκφράζονται κάθε τέσσερα χρόνια μέσω των εκλογών. Συνεπώς, ο λαός με τη συγκεκριμένη έννοια μπορεί θαυμάσια να κάνει λάθη εις βάρος του εαυτού του, δηλαδή εις βάρος του συλλογικού συμφέροντος. Ερχόταν όμως, όπως είπα προηγουμένως, η εποχή της λατρείας και της κολακείας του λαού. Ετσι, η ευχή του Ράλλη θεωρήθηκε μεγίστη απρέπεια και μικροψυχία από εκείνους που έδιναν τον τόνο της νέας εποχής. Δεν ήταν, όμως, καθόλου. Αντιθέτως, ο Ράλλης είχε δίκιο και η Ιστορία τον δικαίωσε. Η ευχή του ισχύει και σήμερα - απολύτως...
Οπως λέει όμως και η Σκάρλετ Ο’ Χάρα, δακρύουσα, στην περίφημη κινηματογραφική σκηνή, «το αύριο είναι μια άλλη μέρα». Αυτό το αύριο κρύβει ένα μέγιστο κίνδυνο που δεν έχει πλήρως συνειδητοποιηθεί. (Εκ του αποτελέσματος των εκλογών, προφανώς!). Είναι ο κίνδυνος που θα προέλθει από την Ελλάδα του Αλέξη Τσίπρα, όταν θα διεκδικήσει «ισοτιμία στην Ευρώπη» -η φράση είναι του ίδιου και σε απλά ελληνικά σημαίνει: να παράγουμε σαν Ελληνες αλλά να ζούμε σαν Γερμανοί. Θα το διεκδικήσει, δεσμεύεται, από μία Ευρώπη σε παρακμή, η οποία, μάλιστα, κλυδωνίζεται από τις επιπτώσεις του σοβαρότερου κατασκευαστικού λάθους της: του ευρώ. Μία Ευρώπη, η οποία μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη ακόμη και με αυτή τη διάλυσή της. (Τεχνικά αυτό δεν είναι εύκολα εφικτό, ουσιαστικά όμως έχει συμβεί αμέτρητες φορές στην Ιστορία...)
Ας αφήσουμε για άλλη ώρα τη σεναριολογία γύρω από την έκβαση της σύγκρουσης (ή, αντιστρόφως, για την έκβαση της διάσημης πλέον «greek kolotoumba» - αν την τολμήσει ο Αλ. Τσίπρας), καθώς την ώρα που γράφεται αυτό το σημείωμα δεν είναι γνωστό αν ο ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ) εξασφαλίζει την πολυπόθητη αυτοδυναμία. Ας αναρωτηθούμε μάλλον τι έχει τώρα ανάγκη η χώρα μπροστά στους κινδύνους που μας περιμένουν, αφού, τέλος πάντων, δεν μπορεί να έχει μια κυβέρνηση του ύψους των περιστάσεων. Μία σοβαρή αντιπολίτευση, να αγωνίζεται για την όποια ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, για τη σταθερότητα του γεωπολιτικού προσανατολισμού της προς τη Δύση - αυτή είναι η απάντηση.
Ενας τέτοιος ακριβώς ρόλος, για την αντιπολίτευση που χρειάζεται η χώρα την επόμενη μέρα, ανήκει (φυσιολογικά, για να μην πω δικαιωματικά) στη Ν.Δ. - και μάλιστα τώρα που η διάλυση της Κεντροαριστεράς τής επιτρέπει να γίνει αυτή ο προνομιακός παίκτης στον χώρο του πολιτικού κέντρου. Νομίζω, όμως, ότι αυτή η δυνατότητα δεν υφίσταται υπό την ηγεσία του Αντώνη Σαμαρά. Ο Σαμαράς ως πολιτικός έφθασε χθες στα όριά του - παραπέρα δεν βλέπω να έχει. Διότι, ας μην κρυβόμαστε, το 28%, αν τελικά καθίσει κάπου εκεί το ποσοστό της Ν.Δ., δεν θα είναι δικό του επίτευγμα. Το δικό του πραγματικό επίτευγμα (ο άθλος του, θα έλεγα) ήταν ότι η κυβέρνησή του, με την πολιτική την οποία ακολούθησε τα πρώτα δύο χρόνια, πέτυχε να συνεφέρει την οικονομία - εξαιρουμένης της ανεργίας, βεβαίως. Πολλά μπορεί να καταλογίσει κάποιος στον Σαμαρά, αλλά αυτό τουλάχιστον νομίζω ότι η Ιστορία θα του το αναγνωρίσει.
Είναι μεγάλη ειρωνεία, εις βάρος του ασφαλώς, ότι χάρη σε αυτόν ο Αλ. Τσίπρας παίρνει σήμερα στα χέρια του, αν παίρνει, μια οικονομία έτοιμη κάπως να ξαναπάρει μπροστά. (Για να την χαλάσει ξανά ο ίδιος, εννοείται...) Ομως δεν ευθύνεται κανείς άλλος γι’ αυτό εκτός από τον ίδιο τον Αντώνη Σαμαρά και τις εσφαλμένες αποφάσεις που έλαβε από την περασμένη άνοιξη και έπειτα: εσφαλμένες αποφάσεις και στη στρατηγική και στην τακτική της Ν.Δ. (Η απίθανη ελαφρότητα κάποιων συμβούλων του να πιστεύουν ότι οι πλειοψηφίες σχηματίζονται αθροίζοντας αντιφατικά και ασύμβατα μεταξύ τους πράγματα...) Υπό τις συνθήκες αυτές, με μια Ν.Δ. να πηγαίνει χωρίς κατεύθυνση, η έλλειψη συγκέντρωσης (το «φόκους», που λέμε στα ελληνικά...) των μηνυμάτων, που εξέπεμπε με τις προεκλογικές διαφημίσεις της, ήταν το μικρότερο κακό από αυτά που μπορούσαν να συμβούν και συνέβησαν.
Η προσφορά του Α. Σαμαρά θα έχει ολοκληρωθεί αν ξεκινήσει τη διαδικασία διαδοχής, εγγυώμενος την αξιοπιστία της διαδικασίας. Και αν η σημερινή Ν.Δ. περιέχει ακόμη κάτι από το κόμμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή (του κανονικού, για όνομα του Θεού...), θα το δείξει με την επιλογή ηγεσίας και πολιτικής κατεύθυνσης.
Comments