Η τελευταία και καλύτερη ελπίδα της Ευρώπης
Η τελευταία και καλύτερη ελπίδα της Ευρώπης
ΝELL IRWIN / THE NEW YORK TIMES
Το πρόγραμμα που ανακοίνωσε χθες ο Μάριο Ντράγκι και αποτελεί προσπάθεια να ανασυρθεί η ευρωπαϊκή οικονομία από την ύφεση έρχεται με καθυστέρηση μηνών, είναι μικρό σε σύγκριση με τα αντίστοιχα σε ΗΠΑ και Ιαπωνία, και περίπλοκο για να ικανοποιήσει πολιτικές σκοπιμότητες. Ισως, όμως, είναι η τελευταία και καλύτερη ελπίδα της Ευρώπης να μη διολισθήσει σε μία ακόμη χαμένη δεκαετία, με την υψηλή ανεργία και τους γεωπολιτικούς κινδύνους που συνεπάγεται κάτι τέτοιο.
Το πρόγραμμα είναι μεγαλύτερο από τις προσδοκίες των αναλυτών, ενώ οι λεπτομέρειές του καταδεικνύουν πως η ΕΚΤ είναι αποφασισμένη να μην υποκύψει στις πολιτικές πιέσεις (ιδιαιτέρως της Γερμανίας) και να μην αχρηστεύσει τα όπλα της φοβούμενη μήπως επιδοτήσει τον άσωτο δανεισμό των Ευρωπαίων του Νότου. Η κίνησή της ήταν αρκετή για να εξωθήσει ανοδικά τις ευρωπαϊκές αγορές μετοχών και πτωτικά το ευρώ, δηλαδή να επιτύχει ακριβώς αυτό που ήλπιζε ο κ. Ντράγκι. Αναμφίβολα ο κ. Ντράγκι επέδειξε μεγάλη ευστροφία στους ελιγμούς του για να να εξωθήσει μια διασπασμένη επιτροπή κεντρικών τραπεζιτών σε ένα πρόγραμμα πολύ μεγαλύτερο και πιο επιθετικό από όσο θα μπορούσαν να εγκρίνουν ακόμη και πριν από λίγες εβδομάδες.
Το ερώτημα είναι αν το πρόγραμμα θα αποδειχθεί επαρκές και οι λεπτομέρειες είναι πολύ σημαντικές. Η επιτυχία του θα εξαρτηθεί από το αν οι συμβιβασμοί που έγιναν θα αποδειχθούν αρκετά δευτερεύοντες ώστε να μην υπονομεύσουν τους στόχους του και από το αν επέτυχαν να σοκάρουν τόσο τους πολιτικούς ταγούς της Ευρώπης, ώστε να τους πείσουν πως είναι πιο επικίνδυνο να κρύβουν τα χρήματά τους από να τα επενδύσουν.
Εκ πρώτης όψεως, το σχέδιο του κ. Ντράγκι αντιγράφει τον τρίτο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης που ανακοίνωσε η αμερικανική Federal Reserve τον Σεπτέμβριο του 2012 και μάλλον συνεισέφερε στην επιτάχυνση της αμερικανικής οικονομίας την τελευταία διετία. Τα δύο προγράμματα σχεδιάστηκαν με ανοικτό ορίζοντα, με μηνιαίες αγορές ομολόγων αξίας δισεκατομμυρίων και την υπόσχεση να συνεχιστούν μέχρι ότου επιτευχθεί ένας συγκεκριμένος στόχος.
Υπάρχουν δύο μεγάλες διαφορές:
Πρώτον, το πρόγραμμα της ΕΚΤ έχει καθυστερήσει. Οταν η Fed τράβηξε τη σκανδάλη το 2012, ο ετήσιος πληθωρισμός στις ΗΠΑ ήταν 1,6%, λίγο πιο κάτω από τον στόχο του 2%. Η οικονομία αναπτυσσόταν με σταθερό ρυθμό. Αντιθέτως η ΕΚΤ έχει σπαταλήσει τα τελευταία δυόμισι χρόνια αναζητώντας κατά τα φαινόμενα κάθε είδους δικαιολογία για να αποφύγει τη χθεσινή κίνησή της και να περιοριστεί σε μια σειρά ημίμετρα. Τα αίτια της διαφοράς αυτής έγκειται στον διαφορετικό τρόπο που αντιλαμβάνονται οι δύο πλευρές τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού, αλλά και σε σύνθετους πολιτικούς παράγοντες. Ιδιαιτέρως στο ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρώπης και οι πολιτικοί ηγέτες της Γερμανίας απεχθάνονται την ιδέα να χρησιμοποιηθεί η κεντρική τράπεζα για να κατανείμει τον κίνδυνο ανάμεσα σε διαφορετικές χώρες.
Η δεύτερη μεγάλη διαφορά από το αμερικανικό πρόγραμμα είναι πως η ΕΚΤ παλινωδεί με τον καταμερισμό του κινδύνου στην Ευρώπη. Το μέγα ερώτημα είναι εάν θα αναλάβει η Ευρώπη στο σύνολό της ή η εκάστοτε εθνική κεντρική τράπεζα τις όποιες ζημίες προκύψουν από αναδιαρθρώσεις ομολόγων που αγοράστηκαν στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Η γερμανική κυβέρνηση προτιμά να παραμείνουν οι κίνδυνοι στα εθνικά λογιστικά βιβλία. Για ποιο λόγο θα έπρεπε η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας να πληρώσει τον λογαριασμό εάν πτωχεύσει η Πορτογαλία;
Το πρόβλημα είναι πως έτσι η ΕΚΤ δεν αποτελεί δανειστή ύστατης προσφυγής εάν κάθε χώρα της Ευρωζώνης μείνει μόνη της μόλις πάνε άσχημα τα πράγματα. Επί οκτώ χρόνια, από τη στιγμή που άρχισαν να γίνονται αισθητοί οι πρώτοι τριγμοί της χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες ήταν οι πρώτες που αντέδρασαν. Το καλό σε αυτό ήταν πως κινήθηκαν πιο αποφασιστικά και δυναμικά από τους εκλεγμένους πολιτικούς. Το κακό είναι πως τα εργαλεία που χρησιμοποίησαν δεν ήταν κατάλληλα για τις προκλήσεις. Η τελευταία αυτή κίνηση του κ. Ντράγκι παραμένει σταθερά σε αυτήν τη γραμμή.
Το πρόγραμμα είναι μεγαλύτερο από τις προσδοκίες των αναλυτών, ενώ οι λεπτομέρειές του καταδεικνύουν πως η ΕΚΤ είναι αποφασισμένη να μην υποκύψει στις πολιτικές πιέσεις (ιδιαιτέρως της Γερμανίας) και να μην αχρηστεύσει τα όπλα της φοβούμενη μήπως επιδοτήσει τον άσωτο δανεισμό των Ευρωπαίων του Νότου. Η κίνησή της ήταν αρκετή για να εξωθήσει ανοδικά τις ευρωπαϊκές αγορές μετοχών και πτωτικά το ευρώ, δηλαδή να επιτύχει ακριβώς αυτό που ήλπιζε ο κ. Ντράγκι. Αναμφίβολα ο κ. Ντράγκι επέδειξε μεγάλη ευστροφία στους ελιγμούς του για να να εξωθήσει μια διασπασμένη επιτροπή κεντρικών τραπεζιτών σε ένα πρόγραμμα πολύ μεγαλύτερο και πιο επιθετικό από όσο θα μπορούσαν να εγκρίνουν ακόμη και πριν από λίγες εβδομάδες.
Το ερώτημα είναι αν το πρόγραμμα θα αποδειχθεί επαρκές και οι λεπτομέρειες είναι πολύ σημαντικές. Η επιτυχία του θα εξαρτηθεί από το αν οι συμβιβασμοί που έγιναν θα αποδειχθούν αρκετά δευτερεύοντες ώστε να μην υπονομεύσουν τους στόχους του και από το αν επέτυχαν να σοκάρουν τόσο τους πολιτικούς ταγούς της Ευρώπης, ώστε να τους πείσουν πως είναι πιο επικίνδυνο να κρύβουν τα χρήματά τους από να τα επενδύσουν.
Εκ πρώτης όψεως, το σχέδιο του κ. Ντράγκι αντιγράφει τον τρίτο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης που ανακοίνωσε η αμερικανική Federal Reserve τον Σεπτέμβριο του 2012 και μάλλον συνεισέφερε στην επιτάχυνση της αμερικανικής οικονομίας την τελευταία διετία. Τα δύο προγράμματα σχεδιάστηκαν με ανοικτό ορίζοντα, με μηνιαίες αγορές ομολόγων αξίας δισεκατομμυρίων και την υπόσχεση να συνεχιστούν μέχρι ότου επιτευχθεί ένας συγκεκριμένος στόχος.
Υπάρχουν δύο μεγάλες διαφορές:
Πρώτον, το πρόγραμμα της ΕΚΤ έχει καθυστερήσει. Οταν η Fed τράβηξε τη σκανδάλη το 2012, ο ετήσιος πληθωρισμός στις ΗΠΑ ήταν 1,6%, λίγο πιο κάτω από τον στόχο του 2%. Η οικονομία αναπτυσσόταν με σταθερό ρυθμό. Αντιθέτως η ΕΚΤ έχει σπαταλήσει τα τελευταία δυόμισι χρόνια αναζητώντας κατά τα φαινόμενα κάθε είδους δικαιολογία για να αποφύγει τη χθεσινή κίνησή της και να περιοριστεί σε μια σειρά ημίμετρα. Τα αίτια της διαφοράς αυτής έγκειται στον διαφορετικό τρόπο που αντιλαμβάνονται οι δύο πλευρές τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού, αλλά και σε σύνθετους πολιτικούς παράγοντες. Ιδιαιτέρως στο ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρώπης και οι πολιτικοί ηγέτες της Γερμανίας απεχθάνονται την ιδέα να χρησιμοποιηθεί η κεντρική τράπεζα για να κατανείμει τον κίνδυνο ανάμεσα σε διαφορετικές χώρες.
Η δεύτερη μεγάλη διαφορά από το αμερικανικό πρόγραμμα είναι πως η ΕΚΤ παλινωδεί με τον καταμερισμό του κινδύνου στην Ευρώπη. Το μέγα ερώτημα είναι εάν θα αναλάβει η Ευρώπη στο σύνολό της ή η εκάστοτε εθνική κεντρική τράπεζα τις όποιες ζημίες προκύψουν από αναδιαρθρώσεις ομολόγων που αγοράστηκαν στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Η γερμανική κυβέρνηση προτιμά να παραμείνουν οι κίνδυνοι στα εθνικά λογιστικά βιβλία. Για ποιο λόγο θα έπρεπε η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας να πληρώσει τον λογαριασμό εάν πτωχεύσει η Πορτογαλία;
Το πρόβλημα είναι πως έτσι η ΕΚΤ δεν αποτελεί δανειστή ύστατης προσφυγής εάν κάθε χώρα της Ευρωζώνης μείνει μόνη της μόλις πάνε άσχημα τα πράγματα. Επί οκτώ χρόνια, από τη στιγμή που άρχισαν να γίνονται αισθητοί οι πρώτοι τριγμοί της χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες ήταν οι πρώτες που αντέδρασαν. Το καλό σε αυτό ήταν πως κινήθηκαν πιο αποφασιστικά και δυναμικά από τους εκλεγμένους πολιτικούς. Το κακό είναι πως τα εργαλεία που χρησιμοποίησαν δεν ήταν κατάλληλα για τις προκλήσεις. Η τελευταία αυτή κίνηση του κ. Ντράγκι παραμένει σταθερά σε αυτήν τη γραμμή.
Comments