ΝΕΡΙΤ: Oύτε δημόσια ούτε τηλεόραση ΓΙΟΥΛΗ ΕΠΤΑΚΟΙΛΗ
ΝΕΡΙΤ: Oύτε δημόσια ούτε τηλεόραση
Η ΝΕΡΙΤ λειτουργεί με προσωρινή διοίκηση. Στόχος της είναι να συγκροτήσει ένα ευπρεπές πρόγραμμα και να προχωρήσει τη διαδικασία των προσλήψεων.
Στις 11 Ιουνίου 2013 η ΕΡΤ σταμάτησε να εκπέμπει. Αποτελούνταν από τρία τηλεοπτικά κανάλια εθνικής εμβέλειας και ένα για τον απόδημο ελληνισμό, επτά ραδιοφωνικούς σταθμούς, δεκαεννέα περιφερειακούς σταθμούς, μουσείο-αρχείο, τρεις ορχήστρες, ένα τηλεοπτικό περιοδικό (είχε σταματήσει να κυκλοφορεί ένα μήνα νωρίτερα) και περίπου 2.600 εργαζομένους.
Σήμερα, την εποχή της ΝΕΡΙΤ, εκπέμπουν δύο τηλεοπτικοί σταθμοί, λειτουργεί ουσιαστικά μόνο ο ένας, και τρεις ραδιοφωνικοί σταθμοί, το Πρώτο Πρόγραμμα, το Τρίτο Πρόγραμμα, που βγαίνει από εξωτερική παραγωγή, και το «Κόσμος», που παίζει play list αλλά σύντομα και αυτό θα ανατεθεί σε εξωτερική παραγωγή. Η ΝΕΡΙΤ διαθέτει επίσης μία ορχήστρα, ενώ συνεχίζει να λειτουργεί και το μουσείο-αρχείο. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, οι εργαζόμενοι αυτή τη στιγμή είναι περίπου 900 (850 προσελήφθησαν στη ΔΤ και συνεχίζουν μέχρι να λήξουν οι συμβάσεις τους στο τέλος του χρόνου, και 40 στη ΝΕΡΙΤ).
Ενάμιση χρόνο πριν ζήσαμε όλοι το βίαιο κλείσιμο της ΕΡΤ. Ηταν μια επιλογή της κυβέρνησης, που στόχο είχε τη δημιουργία ενός νέου, σύγχρονου, απόλυτα ανεξάρτητου φορέα, απαγκιστρωμένου από τη διαφθορά και τις σπατάλες του παρελθόντος και με προσωπικό επιλεγμένο με αυστηρά αξιοκρατικά κριτήρια. Οι τελευταίες εξελίξεις αλλά και πληροφορίες της «Κ» καθόλου δεν συνάδουν με αυτές τις εξαγγελίες.
Δύο κορυφαία στελέχη της ΝΕΡΙΤ, ο διευθύνων σύμβουλος του Δ.Σ. Αντώνης Μακρυδημήτρης και ο αναπληρωτής του Ροδόλφος Μορώνης, παραιτήθηκαν πριν από λίγες ημέρες καταγγέλλοντας ευθεία κυβερνητική παρέμβαση στο έργο τους. Ακολούθησε για τους ίδιους λόγους η παραίτηση του Χρήστου Χωμενίδη από το Εποπτικό Συμβούλιο, ενώ ο αναπληρωτής πρόεδρος του Ε.Σ., Ανδρέας Ζούλας, έστειλε μία επιστολή προς τον πρόεδρο και τα υπόλοιπα μέλη του Ε.Σ. όπου μεταξύ άλλων περιγράφει κυβερνητικές μεθοδεύσεις και φωτογραφικές διατάξεις. Η ΝΕΡΙΤ βρίσκεται σε διαρκή περίοδο αναταραχής. Είχε προηγηθεί η αποπομπή του προηγούμενου διευθύνοντος συμβούλου Γιώργου Προκοπάκη, αλλά και η παραίτηση της αναπληρώτριάς του Κατερίνας Ευαγγελάκου.
Μερικά επιπλέον στοιχεία: πριν από λίγες ημέρες έγινε γνωστή η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που ακυρώνει τις απολύσεις πρώην εργαζομένων της ΕΡΤ οι οποίοι είχαν προσφύγει στο δικαστήριο. Επίσης, στο φως της δημοσιότητας ήρθαν καταγγελίες για παρανομίες και πλαστά πιστοποιητικά στη διαδικασία για τις προσλήψεις στη ΝΕΡΙΤ. Τέλος, σύμφωνα με πηγές της «Κ» που θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, «είναι κοινό μυστικό ότι τουλάχιστον 80-100 άτομα πληρώνονται και δεν πατάνε το πόδι τους...».
«Δώδεκα βήματα»
Αυτή τη στιγμή η ΝΕΡΙΤ λειτουργεί με προσωρινή διοίκηση, που ανέλαβε πριν από λίγες ημέρες. Στόχος της είναι να συγκροτήσει ένα ευπρεπές πρόγραμμα που να ανταποκρίνεται στο ανταποδοτικό τέλος που πληρώνουν οι Ελληνες πολίτες, και να προχωρήσει τη διαδικασία των προσλήψεων. Χαρακτηριστικό της δυσκαμψίας που επικρατεί είναι ότι από τη στιγμή της τελικής έγκρισης μιας πρόσληψης, απαιτούνται «δώδεκα βήματα», περίπου ενάμισης μήνας ίσως και παραπάνω, μέχρι ο νεοπροσληφθείς να πάει πρώτη μέρα στη δουλειά του. Εν τω μεταξύ, προχωράει η διαδικασία επιλογής των μελών του νέου Δ.Σ. Εχουν υποβληθεί περίπου δέκα υποψηφιότητες για τη θέση του προέδρου –σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, έχει θέσει εκ νέου υποψηφιότητα ο Γιώργος Προκοπάκης– και εξήντα υποψηφιότητες για τα μέλη του Δ.Σ. Η «Κ» συνομίλησε με κάποιους από τους πρωταγωνιστές των τελευταίων εξελίξεων καθώς και με ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά τη δημόσια ραδιοτηλεόραση.
«Παραιτήθηκα από τη θέση του προέδρου, γιατί διαπίστωσα ότι δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις να οργανώσουμε τη ΝΕΡΙΤ κατά τον τρόπο που υπαγορεύουν το Σύνταγμα και ο νόμος», δηλώνει στην «Κ» ο καθηγητής Διοικητικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αντώνης Μακρυδημήτρης. «Η δημόσια τηλεόραση πρέπει να εφαρμόζει αυτά που λέει το άρθρο 15 του Συντάγματος: αντικειμενικότητα και αμεροληψία στις ειδήσεις, υψηλή ποιότητα των εκπομπών λόγου, συμβολή στην πολιτισμική ανάπτυξη, προστασία της κοινωνικής συνοχής. Και να πω και κάτι που δεν λέω συνήθως: Εν αντιθέσει με άλλους σταθμούς, η ΝΕΡΙΤ εξασφαλίζει τους πόρους της μέσα από το τέλος της ΔΕΗ. Αυτό το τέλος το πληρώνουν όλοι οι Ελληνες πολίτες. Η ΝΕΡΙΤ λοιπόν δεν μπορεί να ανήκει σε κανένα κόμμα. Πρέπει να είναι απολύτως ανεξάρτητη».
Ο Αντώνης Μακρυδημήτρης στέκεται στις δύο αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που ακολούθησαν το κλείσιμο της ΕΡΤ. «Η πρώτη έλεγε “κακώς την κλείσατε, πρέπει να υπάρχει δημόσια τηλεόραση”. Ευθύς αμέσως συνεστήθη μια υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών η οποία ονομάστηκε ΔΤ και άρχισε να εκπέμπει ένα πρόγραμμα εκ του προχείρου. Προσελήφθησαν μάλιστα υπάλληλοι με μια διαδικασία την οποία δεν θα έλεγα αξιοκρατική, αλλά βιαστική και πρόχειρη. Ενδιαμέσως, ψηφίστηκε ο νόμος της ΝΕΡΙΤ, ορίστηκε Δ.Σ. και Εποπτικό Συμβούλιο τον περασμένο Νοέμβριο και στις αρχές Μαΐου άρχισε να εκπέμπει η ΝΕΡΙΤ ένα πρόγραμμα, το οποίο ήταν εν πολλοίς εκ των ενόντων και με πολλές επαναλήψεις. Από τη στιγμή που αναλάβαμε με τον κύριο Μορώνη, στις αρχές Μαΐου, κάναμε μια σοβαρή προσπάθεια για νέο πρόγραμμα σε δύο εθνικά κανάλια, με πρόσβαση στο δορυφορικό σύστημα, με εσωτερική αναδιοργάνωση του οργανισμού και με νέες προσλήψεις.
Αν το έργο μας ολοκληρωνόταν, μέχρι τέλος Οκτωβρίου, θα είχαμε 650 άτομα στη ΝΕΡΙΤ, προσληφθέντα με απολύτως αξιοκρατική διαδικασία. Να σας πω, όμως, και τη δεύτερη απόφαση του ΣτΕ, την πιο πρόσφατη. Φέτος το ΣτΕ είπε ότι δεν είναι υποχρεωτικό να έχουμε δημόσια τηλεόραση, μπορεί να υπάρχει μόνο ιδιωτική τηλεόραση, αλλά πρέπει να υπάρχει ένα είδος κρατικής εποπτείας».
Ο Παντελής Καψής ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε τη μετάβαση από την κλειστή ΕΡΤ στον νέο ραδιοτηλεοπτικό φορέα, ως υφυπουργός Τύπου με αρμοδιότητα τη δημόσια τηλεόραση. Του ζητήσαμε ένα σχόλιο. Αναγνωρίζει λάθη και ευθύνες; «Ανέλαβα να φτιάξω τον νέο τηλεοπτικό φορέα, αλλά προέκυψε η απόφαση του ΣτΕ που έλεγε ότι έπρεπε να αποκατασταθεί άμεσα ένα πρόγραμμα. Από τη στιγμή που θεσμοθετήθηκαν τα δύο νέα όργανα, το Εποπτικό Συμβούλιο και το Δ.Σ., εγώ σε σχέση με τον νόμο δεν είχα καμία αρμοδιότητα πάνω τους, μόνο πολιτική εποπτεία», σημειώνει ο Π. Καψής. «Στον αγώνα που ξεκίνησε για να στηθεί η ΝΕΡΙΤ, ο ρόλος μου ήταν βοηθητικός. Και ήταν ένας πολύ μεγάλος αγώνας, ένα πρωτοφανές εγχείρημα να φτιαχτεί μια ΔΕΚΟ από την αρχή. Τώρα γνωρίζω ότι δεν μπορείς να φτιάξεις μια ΔΕΚΟ κάτω από τόσο ασφυκτικές πολιτικές, κοινωνικές και χρονικές πιέσεις. Είναι σχεδόν αδύνατο. Δεν αισθάνομαι ότι θα έκανα κάτι διαφορετικό. Ισως ως προς τα πρόσωπα μπορεί να πει κανείς ότι δεν πετύχαμε την καλύτερη χημεία γι’ αυτό το εγχείρημα. Αλλά νομίζω ότι, όταν ο νόμος βάζει δύο κέντρα εξουσίας, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τριβές».
Πρόσφατη τροπολογία στον νόμο για τη ΝΕΡΙΤ που ψηφίστηκε από το Β΄ θερινό τμήμα της Βουλής κατά πλειοψηφία, προβλέπει ότι το ένα από αυτά τα δύο «κέντρα εξουσίας», το Εποπτικό Συμβούλιο, θα ορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Οι αντιδράσεις ήταν πολλές. «Ο νόμος για τη ΝΕΡΙΤ απαιτούσε πράγματι χρονοβόρες διαδικασίες, η λύση όμως δεν είναι η επαναφορά του κυβερνητικού ελέγχου. Το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί και πρέπει να διορίζεται από ένα πιο αντιπροσωπευτικό σώμα, όχι από την κυβερνητική πλειοψηφία», δήλωσε ο Παντελής Καψής.
Σήμερα, την εποχή της ΝΕΡΙΤ, εκπέμπουν δύο τηλεοπτικοί σταθμοί, λειτουργεί ουσιαστικά μόνο ο ένας, και τρεις ραδιοφωνικοί σταθμοί, το Πρώτο Πρόγραμμα, το Τρίτο Πρόγραμμα, που βγαίνει από εξωτερική παραγωγή, και το «Κόσμος», που παίζει play list αλλά σύντομα και αυτό θα ανατεθεί σε εξωτερική παραγωγή. Η ΝΕΡΙΤ διαθέτει επίσης μία ορχήστρα, ενώ συνεχίζει να λειτουργεί και το μουσείο-αρχείο. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, οι εργαζόμενοι αυτή τη στιγμή είναι περίπου 900 (850 προσελήφθησαν στη ΔΤ και συνεχίζουν μέχρι να λήξουν οι συμβάσεις τους στο τέλος του χρόνου, και 40 στη ΝΕΡΙΤ).
Ενάμιση χρόνο πριν ζήσαμε όλοι το βίαιο κλείσιμο της ΕΡΤ. Ηταν μια επιλογή της κυβέρνησης, που στόχο είχε τη δημιουργία ενός νέου, σύγχρονου, απόλυτα ανεξάρτητου φορέα, απαγκιστρωμένου από τη διαφθορά και τις σπατάλες του παρελθόντος και με προσωπικό επιλεγμένο με αυστηρά αξιοκρατικά κριτήρια. Οι τελευταίες εξελίξεις αλλά και πληροφορίες της «Κ» καθόλου δεν συνάδουν με αυτές τις εξαγγελίες.
Δύο κορυφαία στελέχη της ΝΕΡΙΤ, ο διευθύνων σύμβουλος του Δ.Σ. Αντώνης Μακρυδημήτρης και ο αναπληρωτής του Ροδόλφος Μορώνης, παραιτήθηκαν πριν από λίγες ημέρες καταγγέλλοντας ευθεία κυβερνητική παρέμβαση στο έργο τους. Ακολούθησε για τους ίδιους λόγους η παραίτηση του Χρήστου Χωμενίδη από το Εποπτικό Συμβούλιο, ενώ ο αναπληρωτής πρόεδρος του Ε.Σ., Ανδρέας Ζούλας, έστειλε μία επιστολή προς τον πρόεδρο και τα υπόλοιπα μέλη του Ε.Σ. όπου μεταξύ άλλων περιγράφει κυβερνητικές μεθοδεύσεις και φωτογραφικές διατάξεις. Η ΝΕΡΙΤ βρίσκεται σε διαρκή περίοδο αναταραχής. Είχε προηγηθεί η αποπομπή του προηγούμενου διευθύνοντος συμβούλου Γιώργου Προκοπάκη, αλλά και η παραίτηση της αναπληρώτριάς του Κατερίνας Ευαγγελάκου.
Μερικά επιπλέον στοιχεία: πριν από λίγες ημέρες έγινε γνωστή η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που ακυρώνει τις απολύσεις πρώην εργαζομένων της ΕΡΤ οι οποίοι είχαν προσφύγει στο δικαστήριο. Επίσης, στο φως της δημοσιότητας ήρθαν καταγγελίες για παρανομίες και πλαστά πιστοποιητικά στη διαδικασία για τις προσλήψεις στη ΝΕΡΙΤ. Τέλος, σύμφωνα με πηγές της «Κ» που θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, «είναι κοινό μυστικό ότι τουλάχιστον 80-100 άτομα πληρώνονται και δεν πατάνε το πόδι τους...».
«Δώδεκα βήματα»
Αυτή τη στιγμή η ΝΕΡΙΤ λειτουργεί με προσωρινή διοίκηση, που ανέλαβε πριν από λίγες ημέρες. Στόχος της είναι να συγκροτήσει ένα ευπρεπές πρόγραμμα που να ανταποκρίνεται στο ανταποδοτικό τέλος που πληρώνουν οι Ελληνες πολίτες, και να προχωρήσει τη διαδικασία των προσλήψεων. Χαρακτηριστικό της δυσκαμψίας που επικρατεί είναι ότι από τη στιγμή της τελικής έγκρισης μιας πρόσληψης, απαιτούνται «δώδεκα βήματα», περίπου ενάμισης μήνας ίσως και παραπάνω, μέχρι ο νεοπροσληφθείς να πάει πρώτη μέρα στη δουλειά του. Εν τω μεταξύ, προχωράει η διαδικασία επιλογής των μελών του νέου Δ.Σ. Εχουν υποβληθεί περίπου δέκα υποψηφιότητες για τη θέση του προέδρου –σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, έχει θέσει εκ νέου υποψηφιότητα ο Γιώργος Προκοπάκης– και εξήντα υποψηφιότητες για τα μέλη του Δ.Σ. Η «Κ» συνομίλησε με κάποιους από τους πρωταγωνιστές των τελευταίων εξελίξεων καθώς και με ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά τη δημόσια ραδιοτηλεόραση.
«Παραιτήθηκα από τη θέση του προέδρου, γιατί διαπίστωσα ότι δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις να οργανώσουμε τη ΝΕΡΙΤ κατά τον τρόπο που υπαγορεύουν το Σύνταγμα και ο νόμος», δηλώνει στην «Κ» ο καθηγητής Διοικητικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αντώνης Μακρυδημήτρης. «Η δημόσια τηλεόραση πρέπει να εφαρμόζει αυτά που λέει το άρθρο 15 του Συντάγματος: αντικειμενικότητα και αμεροληψία στις ειδήσεις, υψηλή ποιότητα των εκπομπών λόγου, συμβολή στην πολιτισμική ανάπτυξη, προστασία της κοινωνικής συνοχής. Και να πω και κάτι που δεν λέω συνήθως: Εν αντιθέσει με άλλους σταθμούς, η ΝΕΡΙΤ εξασφαλίζει τους πόρους της μέσα από το τέλος της ΔΕΗ. Αυτό το τέλος το πληρώνουν όλοι οι Ελληνες πολίτες. Η ΝΕΡΙΤ λοιπόν δεν μπορεί να ανήκει σε κανένα κόμμα. Πρέπει να είναι απολύτως ανεξάρτητη».
Ο Αντώνης Μακρυδημήτρης στέκεται στις δύο αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που ακολούθησαν το κλείσιμο της ΕΡΤ. «Η πρώτη έλεγε “κακώς την κλείσατε, πρέπει να υπάρχει δημόσια τηλεόραση”. Ευθύς αμέσως συνεστήθη μια υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών η οποία ονομάστηκε ΔΤ και άρχισε να εκπέμπει ένα πρόγραμμα εκ του προχείρου. Προσελήφθησαν μάλιστα υπάλληλοι με μια διαδικασία την οποία δεν θα έλεγα αξιοκρατική, αλλά βιαστική και πρόχειρη. Ενδιαμέσως, ψηφίστηκε ο νόμος της ΝΕΡΙΤ, ορίστηκε Δ.Σ. και Εποπτικό Συμβούλιο τον περασμένο Νοέμβριο και στις αρχές Μαΐου άρχισε να εκπέμπει η ΝΕΡΙΤ ένα πρόγραμμα, το οποίο ήταν εν πολλοίς εκ των ενόντων και με πολλές επαναλήψεις. Από τη στιγμή που αναλάβαμε με τον κύριο Μορώνη, στις αρχές Μαΐου, κάναμε μια σοβαρή προσπάθεια για νέο πρόγραμμα σε δύο εθνικά κανάλια, με πρόσβαση στο δορυφορικό σύστημα, με εσωτερική αναδιοργάνωση του οργανισμού και με νέες προσλήψεις.
Αν το έργο μας ολοκληρωνόταν, μέχρι τέλος Οκτωβρίου, θα είχαμε 650 άτομα στη ΝΕΡΙΤ, προσληφθέντα με απολύτως αξιοκρατική διαδικασία. Να σας πω, όμως, και τη δεύτερη απόφαση του ΣτΕ, την πιο πρόσφατη. Φέτος το ΣτΕ είπε ότι δεν είναι υποχρεωτικό να έχουμε δημόσια τηλεόραση, μπορεί να υπάρχει μόνο ιδιωτική τηλεόραση, αλλά πρέπει να υπάρχει ένα είδος κρατικής εποπτείας».
Ο Παντελής Καψής ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε τη μετάβαση από την κλειστή ΕΡΤ στον νέο ραδιοτηλεοπτικό φορέα, ως υφυπουργός Τύπου με αρμοδιότητα τη δημόσια τηλεόραση. Του ζητήσαμε ένα σχόλιο. Αναγνωρίζει λάθη και ευθύνες; «Ανέλαβα να φτιάξω τον νέο τηλεοπτικό φορέα, αλλά προέκυψε η απόφαση του ΣτΕ που έλεγε ότι έπρεπε να αποκατασταθεί άμεσα ένα πρόγραμμα. Από τη στιγμή που θεσμοθετήθηκαν τα δύο νέα όργανα, το Εποπτικό Συμβούλιο και το Δ.Σ., εγώ σε σχέση με τον νόμο δεν είχα καμία αρμοδιότητα πάνω τους, μόνο πολιτική εποπτεία», σημειώνει ο Π. Καψής. «Στον αγώνα που ξεκίνησε για να στηθεί η ΝΕΡΙΤ, ο ρόλος μου ήταν βοηθητικός. Και ήταν ένας πολύ μεγάλος αγώνας, ένα πρωτοφανές εγχείρημα να φτιαχτεί μια ΔΕΚΟ από την αρχή. Τώρα γνωρίζω ότι δεν μπορείς να φτιάξεις μια ΔΕΚΟ κάτω από τόσο ασφυκτικές πολιτικές, κοινωνικές και χρονικές πιέσεις. Είναι σχεδόν αδύνατο. Δεν αισθάνομαι ότι θα έκανα κάτι διαφορετικό. Ισως ως προς τα πρόσωπα μπορεί να πει κανείς ότι δεν πετύχαμε την καλύτερη χημεία γι’ αυτό το εγχείρημα. Αλλά νομίζω ότι, όταν ο νόμος βάζει δύο κέντρα εξουσίας, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τριβές».
Πρόσφατη τροπολογία στον νόμο για τη ΝΕΡΙΤ που ψηφίστηκε από το Β΄ θερινό τμήμα της Βουλής κατά πλειοψηφία, προβλέπει ότι το ένα από αυτά τα δύο «κέντρα εξουσίας», το Εποπτικό Συμβούλιο, θα ορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Οι αντιδράσεις ήταν πολλές. «Ο νόμος για τη ΝΕΡΙΤ απαιτούσε πράγματι χρονοβόρες διαδικασίες, η λύση όμως δεν είναι η επαναφορά του κυβερνητικού ελέγχου. Το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί και πρέπει να διορίζεται από ένα πιο αντιπροσωπευτικό σώμα, όχι από την κυβερνητική πλειοψηφία», δήλωσε ο Παντελής Καψής.
Η ανασύσταση της δημόσιας τηλεόρασης είναι ένας μακρινός στόχος
Η Ευαγγελία Τσιλίκουνα υπηρέτησε στην ΕΡΤ από το 1986 έως πρόσφατα, περνώντας από αρκετές επιτελικές θέσεις. Της ζητήσαμε ένα σχόλιο για τις τελευταίες εξελίξεις. «Ακόμη κι αν υπήρξε η πρόθεση να λειτουργήσει η ΝΕΡΙΤ ανεξάρτητα, στη διαδρομή η πρόθεση αποδείχτηκε ανειλικρινής και εκφυλίστηκε. Σχετικά με τις καταγγελίες για τα πλαστά πιστοποιητικά, είναι σαν να παραβιάζουμε ανοιχτές θύρες. Και αυτό διότι ήδη από το 2004 γνωρίζουμε ότι με το διάταγμα Παυλόπουλου μονιμοποιήθηκαν 1.200 συνάδελφοι, οι οποίοι δεν διέθεταν τα προαπαιτούμενα. Είναι γνωστό αυτό, όπως επίσης και το γεγονός ότι η συνδικαλιστική λογική τούς έβαλε όλους κάτω από τις φτερούγες της για να εξυπηρετηθούν μικροκομματικά και, εν πολλοίς, προσωπικά συμφέροντα. Δεν ισχυρίζομαι ότι αυτοί οι 1.200 είχαν προσκομίσει πλαστά στοιχεία, ήταν πολλοί όμως εκείνοι οι οποίοι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις. Αυτή ήταν μια μεγάλη πληγή στο σώμα της ήδη πληγωμένης ΕΡΤ».
Η τελευταία της εμπλοκή με τη δημόσια ραδιοτηλεόραση ήταν για δύο μήνες στη ΝΕΡΙΤ. «Μου προτάθηκε να είμαι στην επιτροπή η οποία θα επέλεγε το πρώτο πρόγραμμα που θα ανέθετε η ΝΕΡΙΤ κι επειδή είχα ακόμη ένα κομμάτι αθωότητας κρυμμένο κάπου μέσα μου, αλλά και μια ελπίδα, δέχτηκα. Ηταν μια πολύ δύσκολη περίοδος. Εκτιμώντας πλέον τα πράγματα από απόσταση, πολιτικά και επαγγελματικά, πιστεύω ότι η ανασύσταση της δημόσιας τηλεόρασης είναι ένας μακρινός στόχος. Μέχρι τότε θα μιλάμε για έναν ακόμη τηλεοπτικό σταθμό. Για πολλούς λόγους. Θα αναφέρω μόνο έναν, που μπορεί να ακούγεται ιδεοληπτικός αλλά τον πιστεύω βαθιά. Για να κάνεις δημόσια τηλεόραση χρειάζεται γνώση, άποψη, θέση, συνεργασία, ευαισθησία. Χρειάζεται να μπορείς να συνθέσεις το παλιό και το καινούργιο. Παρά τα όσα λέγονται περί επιλογής μέσω του τηλεκοντρόλ, η τηλεόραση μπαίνει στο σπίτι μας απρόσκλητα. Γι’ αυτό η δημόσια τηλεόραση δεν νομιμοποιείται να αποκλείει, να λογοκρίνει, να γυρίζει την πλάτη στο καινούργιο, να αγνοεί την αλήθεια, να χειραγωγεί και να χειραγωγείται, να περιθωριοποιεί ανθρώπους και απόψεις, να ενισχύει τις αντιθέσεις. Ολα τα άλλα είναι λόγια του αέρα».
Η τελευταία της εμπλοκή με τη δημόσια ραδιοτηλεόραση ήταν για δύο μήνες στη ΝΕΡΙΤ. «Μου προτάθηκε να είμαι στην επιτροπή η οποία θα επέλεγε το πρώτο πρόγραμμα που θα ανέθετε η ΝΕΡΙΤ κι επειδή είχα ακόμη ένα κομμάτι αθωότητας κρυμμένο κάπου μέσα μου, αλλά και μια ελπίδα, δέχτηκα. Ηταν μια πολύ δύσκολη περίοδος. Εκτιμώντας πλέον τα πράγματα από απόσταση, πολιτικά και επαγγελματικά, πιστεύω ότι η ανασύσταση της δημόσιας τηλεόρασης είναι ένας μακρινός στόχος. Μέχρι τότε θα μιλάμε για έναν ακόμη τηλεοπτικό σταθμό. Για πολλούς λόγους. Θα αναφέρω μόνο έναν, που μπορεί να ακούγεται ιδεοληπτικός αλλά τον πιστεύω βαθιά. Για να κάνεις δημόσια τηλεόραση χρειάζεται γνώση, άποψη, θέση, συνεργασία, ευαισθησία. Χρειάζεται να μπορείς να συνθέσεις το παλιό και το καινούργιο. Παρά τα όσα λέγονται περί επιλογής μέσω του τηλεκοντρόλ, η τηλεόραση μπαίνει στο σπίτι μας απρόσκλητα. Γι’ αυτό η δημόσια τηλεόραση δεν νομιμοποιείται να αποκλείει, να λογοκρίνει, να γυρίζει την πλάτη στο καινούργιο, να αγνοεί την αλήθεια, να χειραγωγεί και να χειραγωγείται, να περιθωριοποιεί ανθρώπους και απόψεις, να ενισχύει τις αντιθέσεις. Ολα τα άλλα είναι λόγια του αέρα».
Κανείς δεν έχει διάθεση για μεταρρυθμίσεις
Ο Χρήστος Χωμενίδης δεν θέλησε να σταθεί στη συγκεκριμένη τροπολογία, λέγοντάς μας ότι «η προηγούμενη διαδικασία θεωρήθηκε μη εφικτή. Εγώ δεν είμαι τεχνικός για να τα γνωρίζω αυτά». Εξήγησε όμως τους λόγους της πρόσφατης παραίτησής του από το Εποπτικό Συμβούλιο.
«Παραιτήθηκα, γιατί παραβιάστηκε ο λόγος για τον οποίο είχε νόημα μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ να γίνει η ΝΕΡΙΤ. Μία ανεξάρτητη δημόσια ραδιοτηλεόραση. Δεν είναι ο καημός μου η προβολή του Τσίπρα στη ΔΕΘ. Στο θέμα αυτό ο καθένας μπορεί να έχει τη γνώμη του, αλλά αυτός του οποίου η γνώμη είναι βαρύνουσα, σίγουρα δεν είναι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Από τη στιγμή λοιπόν που έχουμε ευθεία παρέμβαση, σε ένδειξη ευθιξίας και για να κρούσουμε τον κώδωνα του κινδύνου όσο πιο δυνατά μπορούμε, θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να παραιτηθεί όλο το Εποπτικό Συμβούλιο».
Ο Χρήστος Χωμενίδης δέχτηκε επικρίσεις όχι μόνο όταν αποφάσισε να συμμετάσχει αμισθί στο Εποπτικό Συμβούλιο, αλλά και όταν πριν από λίγες ημέρες παραιτήθηκε. «Ο μόνος τρόπος για να μην υποστείς κριτική είναι να μην κάνεις τίποτα. Δέχτηκα να πάω, διότι θεώρησα ότι είναι μια ευκαιρία. Εχω μια γενικότερη αντίληψη η οποία δυστυχώς διαψεύδεται στην πραγματικότητα. Αν αυτή η συμπολίτευση λειτουργούσε ειλικρινώς μεταρρυθμιστικά, θα είχε αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού στην Ελλάδα. Θα υποχρέωνε και την αντιπολίτευση να μπει αργά ή γρήγορα σ’ ένα παιχνίδι επί της ουσίας. Αλλά κανείς από ό,τι φαίνεται δεν έχει τη διάθεση να κάνει μεταρρυθμίσεις. Ζούμε σε μια προσχηματική πραγματικότητα. Και ένα τρανταχτό παράδειγμα είναι η υπόθεση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης».
Στη δημοσιότητα ήρθαν το τελευταίο διάστημα η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επί μιας εκ των αγωγών των εργαζομένων της ΕΡΤ κατά του Δημοσίου και της ΝΕΡΙΤ, καθώς και καταγγελίες για παρανομίες και πλαστά πιστοποιητικά στη διαδικασία για τις προσλήψεις που αφορούν τη ΝΕΡΙΤ. Υπάρχει παρέμβαση εισαγγελέα; «Δεν υπάρχει παρέμβαση εισαγγελέα», τονίζει ο Αντ. Μακρυδημήτρης.
Ανώνυμη καταγγελία
«Να σας πω τι υπάρχει, για να είναι ξεκάθαρο. Η προκήρυξη που είχε γίνει τον περασμένο Ιανουάριο όριζε ότι οι δημοσιογράφοι και το καλλιτεχνικό προσωπικό το οποίο πρόκειται να προσληφθεί, θα προσληφθεί στη ΝΕΡΙΤ με βάση κάποια κριτήρια: Πτυχίο πανεπιστημίου το οποίο αποτιμάται με χίλια μόρια, μεταπτυχιακό το οποίο αποτιμάται με διακόσια πενήντα μόρια, ξένες γλώσσες που παίρνουν έως εκατό μόρια και πείρα άνω των εκατό μηνών, η οποία αποτιμάται με περίπου άλλα χίλια μόρια. Πολλοί εκ των υποψηφίων, όπως διαπιστώσαμε από τον Μάιο και μετά –δεν κάναμε εμείς την προκήρυξη, αλλά σε γενικές γραμμές θεωρώ ότι είναι σωστή με κάποιες βελτιώσεις που θα μπορούσαν να γίνουν– είδαν τους εαυτούς τους να κατατάσσονται χαμηλά σε σχέση με την τυπική αποτύπωση των προσόντων τους. Θεωρούσαν όμως ότι είναι κατάλληλοι, γι’ αυτό και έκαναν ανώνυμη καταγγελία για παραβίαση της αρχής της αξιοκρατίας.
»Οσον αφορά την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, έχει να κάνει με τους απολυμένους της ΕΡΤ όταν έκλεισε αιφνιδίως. Αυτοί οι άνθρωποι είδαν, δικαιολογημένα από την πλευρά τους, τη θέση τους να χάνεται και όταν αμέσως μετά την πρώτη απόφαση του ΣτΕ άνοιξε η ΔΤ, πολλοί που δεν επαναπροσλήφθηκαν κατέφυγαν στα αστικά δικαστήρια. Εκκρεμούν περίπου 165 δίκες. Είναι πολύ πιθανό ίσως και επειδή αυτά τα πρωτοδικεία θέλουν να πετάξουν το βάρος από πάνω τους, να έχουμε και άλλες παρόμοιες αποφάσεις. Αυτά δεν αφορούν τη ΝΕΡΙΤ, αφορούν τη ΔΤ, την υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών, η οποία έχει ακόμη ειδικό εκκαθαριστή σε βαθμό γενικού γραμματέα. Εκεί υπάγονται όλοι οι υπάλληλοι που ανήκουν στην παλιά ΔΤ και οι συμβάσεις τους διαρκούν έως το τέλος του έτους. Αυτές οι αποφάσεις είναι ένα ζήτημα νομικό και όλα αυτά προήλθαν από το αιφνίδιο κλείσιμο της παλιάς ΕΡΤ».
Ο Αντώνης Μακρυδημήτρης υπογραμμίζει ένα ακόμη θέμα: «Σε νομικό επίπεδο, όταν υπάρχει κάποια παραίτηση σε ένα συλλογικό όργανο αυτό πλέον παύει να έχει νόμιμη συγκρότηση. Αναφέρομαι στο Δ.Σ. και στο Εποπτικό Συμβούλιο. Οι αποφάσεις που λαμβάνει, κατά τη γνώμη μου, είναι άκυρες. Πρέπει να αποκτήσει ξανά νόμιμη συγκρότηση για να μπορεί να λάβει αποφάσεις.
Δυστυχώς, στην πατρίδα μας, τα τελευταία χρόνια η νομική ευρυθμία παραβιάζεται αγρίως σε πολλά πράγματα γιατί τελούμε σε ένα καθεστώς αναγκαιότητας και βάσει της αναγκαιότητας, όπως έλεγε και ο Μακιαβέλι, πολλές φορές κάμπτονται οι κανόνες».
«Παραιτήθηκα, γιατί παραβιάστηκε ο λόγος για τον οποίο είχε νόημα μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ να γίνει η ΝΕΡΙΤ. Μία ανεξάρτητη δημόσια ραδιοτηλεόραση. Δεν είναι ο καημός μου η προβολή του Τσίπρα στη ΔΕΘ. Στο θέμα αυτό ο καθένας μπορεί να έχει τη γνώμη του, αλλά αυτός του οποίου η γνώμη είναι βαρύνουσα, σίγουρα δεν είναι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Από τη στιγμή λοιπόν που έχουμε ευθεία παρέμβαση, σε ένδειξη ευθιξίας και για να κρούσουμε τον κώδωνα του κινδύνου όσο πιο δυνατά μπορούμε, θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να παραιτηθεί όλο το Εποπτικό Συμβούλιο».
Ο Χρήστος Χωμενίδης δέχτηκε επικρίσεις όχι μόνο όταν αποφάσισε να συμμετάσχει αμισθί στο Εποπτικό Συμβούλιο, αλλά και όταν πριν από λίγες ημέρες παραιτήθηκε. «Ο μόνος τρόπος για να μην υποστείς κριτική είναι να μην κάνεις τίποτα. Δέχτηκα να πάω, διότι θεώρησα ότι είναι μια ευκαιρία. Εχω μια γενικότερη αντίληψη η οποία δυστυχώς διαψεύδεται στην πραγματικότητα. Αν αυτή η συμπολίτευση λειτουργούσε ειλικρινώς μεταρρυθμιστικά, θα είχε αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού στην Ελλάδα. Θα υποχρέωνε και την αντιπολίτευση να μπει αργά ή γρήγορα σ’ ένα παιχνίδι επί της ουσίας. Αλλά κανείς από ό,τι φαίνεται δεν έχει τη διάθεση να κάνει μεταρρυθμίσεις. Ζούμε σε μια προσχηματική πραγματικότητα. Και ένα τρανταχτό παράδειγμα είναι η υπόθεση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης».
Στη δημοσιότητα ήρθαν το τελευταίο διάστημα η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επί μιας εκ των αγωγών των εργαζομένων της ΕΡΤ κατά του Δημοσίου και της ΝΕΡΙΤ, καθώς και καταγγελίες για παρανομίες και πλαστά πιστοποιητικά στη διαδικασία για τις προσλήψεις που αφορούν τη ΝΕΡΙΤ. Υπάρχει παρέμβαση εισαγγελέα; «Δεν υπάρχει παρέμβαση εισαγγελέα», τονίζει ο Αντ. Μακρυδημήτρης.
Ανώνυμη καταγγελία
«Να σας πω τι υπάρχει, για να είναι ξεκάθαρο. Η προκήρυξη που είχε γίνει τον περασμένο Ιανουάριο όριζε ότι οι δημοσιογράφοι και το καλλιτεχνικό προσωπικό το οποίο πρόκειται να προσληφθεί, θα προσληφθεί στη ΝΕΡΙΤ με βάση κάποια κριτήρια: Πτυχίο πανεπιστημίου το οποίο αποτιμάται με χίλια μόρια, μεταπτυχιακό το οποίο αποτιμάται με διακόσια πενήντα μόρια, ξένες γλώσσες που παίρνουν έως εκατό μόρια και πείρα άνω των εκατό μηνών, η οποία αποτιμάται με περίπου άλλα χίλια μόρια. Πολλοί εκ των υποψηφίων, όπως διαπιστώσαμε από τον Μάιο και μετά –δεν κάναμε εμείς την προκήρυξη, αλλά σε γενικές γραμμές θεωρώ ότι είναι σωστή με κάποιες βελτιώσεις που θα μπορούσαν να γίνουν– είδαν τους εαυτούς τους να κατατάσσονται χαμηλά σε σχέση με την τυπική αποτύπωση των προσόντων τους. Θεωρούσαν όμως ότι είναι κατάλληλοι, γι’ αυτό και έκαναν ανώνυμη καταγγελία για παραβίαση της αρχής της αξιοκρατίας.
»Οσον αφορά την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, έχει να κάνει με τους απολυμένους της ΕΡΤ όταν έκλεισε αιφνιδίως. Αυτοί οι άνθρωποι είδαν, δικαιολογημένα από την πλευρά τους, τη θέση τους να χάνεται και όταν αμέσως μετά την πρώτη απόφαση του ΣτΕ άνοιξε η ΔΤ, πολλοί που δεν επαναπροσλήφθηκαν κατέφυγαν στα αστικά δικαστήρια. Εκκρεμούν περίπου 165 δίκες. Είναι πολύ πιθανό ίσως και επειδή αυτά τα πρωτοδικεία θέλουν να πετάξουν το βάρος από πάνω τους, να έχουμε και άλλες παρόμοιες αποφάσεις. Αυτά δεν αφορούν τη ΝΕΡΙΤ, αφορούν τη ΔΤ, την υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών, η οποία έχει ακόμη ειδικό εκκαθαριστή σε βαθμό γενικού γραμματέα. Εκεί υπάγονται όλοι οι υπάλληλοι που ανήκουν στην παλιά ΔΤ και οι συμβάσεις τους διαρκούν έως το τέλος του έτους. Αυτές οι αποφάσεις είναι ένα ζήτημα νομικό και όλα αυτά προήλθαν από το αιφνίδιο κλείσιμο της παλιάς ΕΡΤ».
Ο Αντώνης Μακρυδημήτρης υπογραμμίζει ένα ακόμη θέμα: «Σε νομικό επίπεδο, όταν υπάρχει κάποια παραίτηση σε ένα συλλογικό όργανο αυτό πλέον παύει να έχει νόμιμη συγκρότηση. Αναφέρομαι στο Δ.Σ. και στο Εποπτικό Συμβούλιο. Οι αποφάσεις που λαμβάνει, κατά τη γνώμη μου, είναι άκυρες. Πρέπει να αποκτήσει ξανά νόμιμη συγκρότηση για να μπορεί να λάβει αποφάσεις.
Δυστυχώς, στην πατρίδα μας, τα τελευταία χρόνια η νομική ευρυθμία παραβιάζεται αγρίως σε πολλά πράγματα γιατί τελούμε σε ένα καθεστώς αναγκαιότητας και βάσει της αναγκαιότητας, όπως έλεγε και ο Μακιαβέλι, πολλές φορές κάμπτονται οι κανόνες».
Comments