Η αναγκαιότητα του ΔΝΤ για την Ελλάδα
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Δεν είναι καθόλου δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί «η ομάδα των βολονταριστών γύρω από τον Αλέξη Τσίπρα» επιχειρεί, για τρίτη φορά μετά τον Ιανουάριο, να διώξει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από την παρακολούθηση του ελληνικού προγράμματος.
Υπάρχουν, κατά πρώτον, οι πρακτικοί και συγκυριακοί λόγοι. Η έγκριση που έχει πάρει η διοίκηση του Ταμείου από το Γενικό Συμβούλιο για να αναμειχθεί στη διάσωση της Ελλάδας λήγει τον προσεχή Μάρτιο, αν και εδώ και έναν χρόνο το Ταμείο απέσυρε την καθημερινή ανάμειξή του. Το Ταμείο το έκανε αυτό για δύο λόγους.
Πρώτον γιατί στην Ουάσιγκτον είχαν καταγράψει την εύνοια που έδειχναν οι μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες στον επελαύνοντα Τσίπρα. Οι Eυρωπαίοι δεν έκρυβαν την οριστική δυσαρέσκεια που είχαν προς τον δυσφορούντα Σαμαρά.
Ο δεύτερος λόγος που έπεισε τους ανθρώπους του Ταμείου να λάβουν τις αποστάσεις τους από τα ελληνικά πολιτικά πράγματα ήταν πολύ πρακτικός. Διάβασαν σωστά την ειλικρινή πρόθεση της ομάδας Τσίπρα να δοκιμάσει στην πράξη όσα ευαγγελιζόταν στις προεκλογικές παρλάτες. Εύκολα πρόβλεψαν ότι η χώρα μας και οι πολίτες της θα αντιμετωπίσουν τις βαριές συνέπειες των αφρόνων πρωτοβουλιών στελεχών όπως ο κ. Βαρουφάκης, αλλά και άλλων, όπως η κ. Ζωή Κωνσταντοπούλου και ο κ. Παναγιώτης Λαφαζάνης, πριν ο λαός τούς εκτοπίσει από τη Βουλή.
«Το ορθόν για το Ταμείο είναι να απομακρυνθεί» από την παρακολούθηση του ελληνικού προγράμματος, σημείωνα στην «Κ» της Κυριακής, μεταφέροντας το κλίμα που επηρεάζει τις σκέψεις των στελεχών του διεθνούς οργανισμού. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το ΔΝΤ είναι ένας διεθνής οργανισμός, μέλη του είναι τα κράτη, και ποτέ, παρά τον υψηλό βαθμό αυτονομίας του, δεν πρόκειται να συγκρουστεί σε ζητήματα κυβερνητικής κυριαρχίας.
Ολα αυτά όμως αφορούν τον τρόπο με τον οποίο βλέπει το Ταμείο τη δική του παρουσία. Δεν εξηγούν ωστόσο γιατί ο κ. Τσίπρας δεν θέλει το Ταμείο, ενώ το προσκάλεσε πριν από λίγες εβδομάδες. Αν παρά ταύτα ο πρωθυπουργός επιμείνει και επιτύχει, θα πρέπει να προσέξει αυτή τη φορά να μη βλάψει τη χώρα περισσότερο από το κομματικό-πολιτικό όφελος που ελπίζει να αποκομίσει.
Με την έξοδό του, το Ταμείο θα συντάξει, χωρίς άλλη διαβούλευση, την οριστική δική του έκθεση για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Θα πει δηλαδή «ανοιχτά» όσα τώρα κρατά διπλωματικώς «κρυφά», λόγω της υποχρεωτικής εμπλοκής του. Οι αγορές θα ακούσουν πολύ προσεκτικά όσα θα αποκαλύψει ο οργανισμός. Τόσο για τις ολιγωρίες της κυβέρνησης Τσίπρα όσο και για τις δολοπλοκίες των ευρωπαϊκών επιτελείων. Τελικώς, πάντως, αυτός που θα την πληρώσει θα είμαστε εμείς. Θα ήταν καλύτερα για όλους το ΔΝΤ να παραμείνει στενός συνεργάτης της Ελλάδας, για τουλάχιστον τρία χρόνια ακόμη.
Υπάρχουν, κατά πρώτον, οι πρακτικοί και συγκυριακοί λόγοι. Η έγκριση που έχει πάρει η διοίκηση του Ταμείου από το Γενικό Συμβούλιο για να αναμειχθεί στη διάσωση της Ελλάδας λήγει τον προσεχή Μάρτιο, αν και εδώ και έναν χρόνο το Ταμείο απέσυρε την καθημερινή ανάμειξή του. Το Ταμείο το έκανε αυτό για δύο λόγους.
Πρώτον γιατί στην Ουάσιγκτον είχαν καταγράψει την εύνοια που έδειχναν οι μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες στον επελαύνοντα Τσίπρα. Οι Eυρωπαίοι δεν έκρυβαν την οριστική δυσαρέσκεια που είχαν προς τον δυσφορούντα Σαμαρά.
Ο δεύτερος λόγος που έπεισε τους ανθρώπους του Ταμείου να λάβουν τις αποστάσεις τους από τα ελληνικά πολιτικά πράγματα ήταν πολύ πρακτικός. Διάβασαν σωστά την ειλικρινή πρόθεση της ομάδας Τσίπρα να δοκιμάσει στην πράξη όσα ευαγγελιζόταν στις προεκλογικές παρλάτες. Εύκολα πρόβλεψαν ότι η χώρα μας και οι πολίτες της θα αντιμετωπίσουν τις βαριές συνέπειες των αφρόνων πρωτοβουλιών στελεχών όπως ο κ. Βαρουφάκης, αλλά και άλλων, όπως η κ. Ζωή Κωνσταντοπούλου και ο κ. Παναγιώτης Λαφαζάνης, πριν ο λαός τούς εκτοπίσει από τη Βουλή.
«Το ορθόν για το Ταμείο είναι να απομακρυνθεί» από την παρακολούθηση του ελληνικού προγράμματος, σημείωνα στην «Κ» της Κυριακής, μεταφέροντας το κλίμα που επηρεάζει τις σκέψεις των στελεχών του διεθνούς οργανισμού. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το ΔΝΤ είναι ένας διεθνής οργανισμός, μέλη του είναι τα κράτη, και ποτέ, παρά τον υψηλό βαθμό αυτονομίας του, δεν πρόκειται να συγκρουστεί σε ζητήματα κυβερνητικής κυριαρχίας.
Ολα αυτά όμως αφορούν τον τρόπο με τον οποίο βλέπει το Ταμείο τη δική του παρουσία. Δεν εξηγούν ωστόσο γιατί ο κ. Τσίπρας δεν θέλει το Ταμείο, ενώ το προσκάλεσε πριν από λίγες εβδομάδες. Αν παρά ταύτα ο πρωθυπουργός επιμείνει και επιτύχει, θα πρέπει να προσέξει αυτή τη φορά να μη βλάψει τη χώρα περισσότερο από το κομματικό-πολιτικό όφελος που ελπίζει να αποκομίσει.
Με την έξοδό του, το Ταμείο θα συντάξει, χωρίς άλλη διαβούλευση, την οριστική δική του έκθεση για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Θα πει δηλαδή «ανοιχτά» όσα τώρα κρατά διπλωματικώς «κρυφά», λόγω της υποχρεωτικής εμπλοκής του. Οι αγορές θα ακούσουν πολύ προσεκτικά όσα θα αποκαλύψει ο οργανισμός. Τόσο για τις ολιγωρίες της κυβέρνησης Τσίπρα όσο και για τις δολοπλοκίες των ευρωπαϊκών επιτελείων. Τελικώς, πάντως, αυτός που θα την πληρώσει θα είμαστε εμείς. Θα ήταν καλύτερα για όλους το ΔΝΤ να παραμείνει στενός συνεργάτης της Ελλάδας, για τουλάχιστον τρία χρόνια ακόμη.
Comments