Ο στρατηγός Φλιν και το έλλειμμα στρατηγικής
Ο στρατηγός Φλιν και το έλλειμμα στρατηγικής
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Είναι σαν να πέρασε τορπίλη κάτω από το πλοίο μας και να μάθαμε γι’ αυτήν μόνο όταν έσκασε κάπου αλλού. Ετσι ήταν η πρόσφατη δήλωση-ομολογία του πρώην στρατηγού Μάικλ Φλιν, ο οποίος υπηρέτησε για λίγες ημέρες στην κυβέρνηση Τραμπ στη θέση του συμβούλου εθνικής ασφαλείας. Ο κ. Φλιν ενημέρωσε το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ότι πέρυσι είχε αναλάβει να προωθήσει θέσεις «που θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως έχοντα κύριο ωφελημένο την Τουρκική Δημοκρατία». Για την εργασία αυτή, από τον Αύγουστο έως τον Νοέμβριο, η εταιρεία του, Flynn Intel Group Inc., εισέπραξε 530.000 δολάρια.
Ο κ. Φλιν εξαναγκάστηκε σε παραίτηση τον Φεβρουάριο όταν έγινε γνωστό ότι, ενώ είχε συναντηθεί με τον Ρώσο πρέσβη στις ΗΠΑ, είχε δηλώσει το αντίθετο στον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, αφήνοντας τον δεύτερο να εκτεθεί όταν τον υπερασπίστηκε δημοσίως. Παραμένει άγνωστο το εύρος των σχέσεων του κ. Φλιν με τη ρωσική κυβέρνηση και ίσως να μη μάθουμε περισσότερα για τη συνεργασία του με την τουρκική, αλλά είναι προφανές ότι εάν δεν είχε παραιτηθεί, ο άνθρωπος που θα πρωταγωνιστούσε στη χάραξη της πολιτικής ασφαλείας των ΗΠΑ θα ήταν τουλάχιστον πρώην ένθερμος υποστηρικτής και συνεργάτης της Τουρκίας. Στις 8 Νοεμβρίου, ο κ. Φλιν είχε δημοσιεύσει, στη διαδικτυακή εφημερίδα The Hill, άρθρο με τίτλο «Η σύμμαχός μας Τουρκία βρίσκεται σε κρίση και έχει ανάγκη τη στήριξή μας». Το άρθρο ισχυριζόταν ότι οι αμερικανικές αρχές έπρεπε να εκδώσουν τον αυτοεξόριστο κληρικό Φετουλάχ Γκιουλέν στην Τουρκία. «Δεν πρέπει να του προσφέρουμε ασφαλή λιμένα. Σε αυτή την κρίση είναι απαραίτητο να θυμόμαστε ποιοι είναι οι πραγματικοί φίλοι μας», έγραφε. Προχθές, ο διευθυντής του Hill πρόσθεσε σημείωμα στο άρθρο, αποσαφηνίζοντας ότι η εφημερίδα δεν γνώριζε ότι ο κ. Φλιν είχε πληρωθεί για να το γράψει, ούτε ότι προηγουμένως είχε δείξει το κείμενο σε μια ολλανδική εταιρεία, την Inovo BV, «η οποία ανήκει σε Τούρκο επιχειρηματία που συνδέεται με τον Τούρκο πρόεδρο». Σύμφωνα με το Ασοσιέιτεντ Πρες, τα στοιχεία που κατέθεσε η εταιρεία του κ. Φλιν δείχνουν ότι τον Σεπτέμβριο ο σύμβουλος του τότε υποψήφιου προέδρου Τραμπ συναντήθηκε με τους υπουργούς Εξωτερικών και Ενέργειας της Τουρκίας.
Η συνεργασία έληξε τον Νοέμβριο, και παρότι είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι ο κ. Φλιν έλαβε μισό εκατομμύριο δολάρια μόνο για να δημοσιεύσει ένα άρθρο που απηχούσε τις απόψεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ως σύμβουλος εθνικής ασφαλείας προτεραιότητά του θα ήταν τα συμφέροντα της Τουρκίας. Μπορούμε, όμως, να πιστέψουμε ότι στο ενδεχόμενο ελληνοτουρκικής διένεξης ο κ. Φλιν θα ήταν ανεπηρέαστος από τις προηγούμενες συναναστροφές με Τούρκους πολιτικούς και επιχειρηματίες;
Δεν γνωρίζουμε τις επιρροές σε ανθρώπους που βρίσκονται κοντά στον Αμερικανό πρόεδρο – ο οποίος έχει και ο ίδιος επιχειρηματικά συμφέροντα στην Τουρκία και αλλού. Τίποτα δεν είναι όπως πριν, η παλιά στρατηγική των ΗΠΑ δεν είναι δεδομένη. Γι’ αυτό, είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε τη δική μας πορεία, να την ακολουθούμε με ψυχραιμία, σύνεση και αποφασιστικότητα. Να μην παρασυρόμαστε από αναστατωμένους γείτονες, αλλά να ξέρουμε πού πάμε και πώς θα φθάσουμε στον στόχο μας.
Ο κ. Φλιν εξαναγκάστηκε σε παραίτηση τον Φεβρουάριο όταν έγινε γνωστό ότι, ενώ είχε συναντηθεί με τον Ρώσο πρέσβη στις ΗΠΑ, είχε δηλώσει το αντίθετο στον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, αφήνοντας τον δεύτερο να εκτεθεί όταν τον υπερασπίστηκε δημοσίως. Παραμένει άγνωστο το εύρος των σχέσεων του κ. Φλιν με τη ρωσική κυβέρνηση και ίσως να μη μάθουμε περισσότερα για τη συνεργασία του με την τουρκική, αλλά είναι προφανές ότι εάν δεν είχε παραιτηθεί, ο άνθρωπος που θα πρωταγωνιστούσε στη χάραξη της πολιτικής ασφαλείας των ΗΠΑ θα ήταν τουλάχιστον πρώην ένθερμος υποστηρικτής και συνεργάτης της Τουρκίας. Στις 8 Νοεμβρίου, ο κ. Φλιν είχε δημοσιεύσει, στη διαδικτυακή εφημερίδα The Hill, άρθρο με τίτλο «Η σύμμαχός μας Τουρκία βρίσκεται σε κρίση και έχει ανάγκη τη στήριξή μας». Το άρθρο ισχυριζόταν ότι οι αμερικανικές αρχές έπρεπε να εκδώσουν τον αυτοεξόριστο κληρικό Φετουλάχ Γκιουλέν στην Τουρκία. «Δεν πρέπει να του προσφέρουμε ασφαλή λιμένα. Σε αυτή την κρίση είναι απαραίτητο να θυμόμαστε ποιοι είναι οι πραγματικοί φίλοι μας», έγραφε. Προχθές, ο διευθυντής του Hill πρόσθεσε σημείωμα στο άρθρο, αποσαφηνίζοντας ότι η εφημερίδα δεν γνώριζε ότι ο κ. Φλιν είχε πληρωθεί για να το γράψει, ούτε ότι προηγουμένως είχε δείξει το κείμενο σε μια ολλανδική εταιρεία, την Inovo BV, «η οποία ανήκει σε Τούρκο επιχειρηματία που συνδέεται με τον Τούρκο πρόεδρο». Σύμφωνα με το Ασοσιέιτεντ Πρες, τα στοιχεία που κατέθεσε η εταιρεία του κ. Φλιν δείχνουν ότι τον Σεπτέμβριο ο σύμβουλος του τότε υποψήφιου προέδρου Τραμπ συναντήθηκε με τους υπουργούς Εξωτερικών και Ενέργειας της Τουρκίας.
Η συνεργασία έληξε τον Νοέμβριο, και παρότι είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι ο κ. Φλιν έλαβε μισό εκατομμύριο δολάρια μόνο για να δημοσιεύσει ένα άρθρο που απηχούσε τις απόψεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ως σύμβουλος εθνικής ασφαλείας προτεραιότητά του θα ήταν τα συμφέροντα της Τουρκίας. Μπορούμε, όμως, να πιστέψουμε ότι στο ενδεχόμενο ελληνοτουρκικής διένεξης ο κ. Φλιν θα ήταν ανεπηρέαστος από τις προηγούμενες συναναστροφές με Τούρκους πολιτικούς και επιχειρηματίες;
Δεν γνωρίζουμε τις επιρροές σε ανθρώπους που βρίσκονται κοντά στον Αμερικανό πρόεδρο – ο οποίος έχει και ο ίδιος επιχειρηματικά συμφέροντα στην Τουρκία και αλλού. Τίποτα δεν είναι όπως πριν, η παλιά στρατηγική των ΗΠΑ δεν είναι δεδομένη. Γι’ αυτό, είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε τη δική μας πορεία, να την ακολουθούμε με ψυχραιμία, σύνεση και αποφασιστικότητα. Να μην παρασυρόμαστε από αναστατωμένους γείτονες, αλλά να ξέρουμε πού πάμε και πώς θα φθάσουμε στον στόχο μας.
Comments