Ένα ευχέλαιο για τους υπουργούς: Μαζικό... κώλυμα δήλωσαν στελέχη της κυβέρνησης Τσίπρα
Προχθές Παρασκευή από την επιβλητικά υπερυψωμένη θέση του προεδρεύοντος στη αίθουσα της Ολομέλειας, ο εκ των Αντιπροέδρων Νικήτας Κακλαμάνης εξέφραζε τη σκέψη μήπως θα ήταν αναγκαίο ένα ... ευχέλαιο, ούτως ώστε να καταστεί δυνατό να προσέρχονται στην εθνική αντιπροσωπεία τα μέλη της κυβέρνησης και να απαντούν σε ερωτήσεις βουλευτών. Αφορμή ήταν το γεγονός ότι μόνο μία από τις προγραμματισθείσες ερωτήσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας κοινοβουλευτικού ελέγχου απαντήθηκε: οι υπουργοί δηλώνοντας μαζικά κώλυμα, απουσίαζαν και πάλι.
Σε παλαιότερη ανάλογη περίπτωση, ο ίδιος Αντιπρόεδρος έλεγε πως θα ήταν σκόπιμο, ενδεχομένως, η Βουλή να διερευνήσει τη δυνατότητα να συνταχθεί ένα είδος "ποινολογίου" για τους υπουργούς που επανειλημμένα αρνούνται επικαλούμενοι διάφορους λόγους να απαντήσουν σε ερωτήσεις των μελών της εθνικής αντιπροσωπείας. Το φαινόμενο έχει πάρει, ειδικά με την παρούσα συγκυβέρνηση, πολύ μεγάλες διαστάσεις.
Επίσημη, κατά καιρούς ενημέρωση έχει ανεβάσει έως και στο 70% το ποσοστό των μη απαντήσεων, πάντοτε με την επίκληση κάποιου «κωλύματος», όπως επί παραδείγματι του «φόρτου εργασίας». Πολλές φορές οι υπουργοί «δικαιολογούνται» λέγοντας ότι θα πρέπει να αλλάξει το σύστημα και να «ομαδοποιούνται» οι ερωτήσεις ανά τομέα κυβερνητικού έργου, ώστε να μην αναγκάζονται να πηγαίνουν στη Βουλή δύο ή και τρεις φορές την εβδομάδα. Το επιχείρημα «ακούγεται» από πολλούς δικαιολογημένο: μάλιστα, εκ του Προεδρείου της Βουλής πολλάκις δηλώθηκε ότι θα γίνει ένας τέτοιος σχεδιασμός. Βεβαίως, κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει έως τώρα. Τα στοιχεία, όμως, καταδεικνύουν πως η απροθυμία - άρνηση των μελών της κυβέρνησης να δεχθούν τον έλεγχο της Βουλής είναι γενικότερη και δεν συναρτάται από τη φυσική τους παρουσία στον Ναό της Δημοκρατίας.
Διολίσθηση
Συγκεκριμένα, βάσει των επίσημων στοιχείων, οι υπουργοί αφήνουν αναπάντητο και έναν μεγάλο αριθμό γραπτών ερωτήσεων που τους τίθενται από τους βουλευτές. Σε αυτές τις απλές ερωτήσεις, σε αντίθεση με τις Επίκαιρες, το μόνο που χρειάζεται είναι μέσω των υπηρεσιών ενός εκάστου Υπουργείου να στέλνονται στη Βουλή και στον ερωτώντα βουλευτή γραπτές απαντήσεις – χωρίς, δηλαδή, να είναι αναγκαία η φυσική παρουσία του κυβερνητικού στελέχους. Κατά την τρέχουσα Σύνοδο, από τις 3 Οκτωβρίου 2016 έχουν κατατεθεί από βουλευτές όλων των κομμάτων 3708 ερωτήσεις, εκ των οποίων μόλις στις 2021 έχει υπάρξει γραπτή απάντηση. Ανά κόμμα αξίζει να αναφερθούν τα ακόλουθα: Από τις 138 του ΣΥΡΙΖΑ απαντήθηκαν οι 71. Από τις 1028 της ΝΔ, μόνον οι 513. Από τις 307 της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, μόλις οι 173.
Έτσι, σταδιακά άλλαξε, με τρόπο ο οποίος προκαλεί περαιτέρω απαξίωση της λειτουργίας του Κοινοβουλίου, η διαδικασία ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας, ή αλλιώς ο "παρεμβατικός" ρόλος της νομοθετικής. Το σύστημα "Ζητώ απαντήσεις προσδοκώντας παρεμβάσεις για την επίλυση θεμάτων που απασχολούν την κοινωνία", υποβαθμίστηκε στο "Εμείς ρωτάμε απλώς - εσείς ας μην απαντήσετε – εμείς θα κάνουμε ότι διαμαρτυρόμαστε – εσείς θα κάνετε ότι δεν ακούτε».
Τούτου δοθέντος, άλλαξε και η «ειδησεογραφία», παράλληλα με τον πολιτικό σχεδιασμό των μελών του Κοινοβουλίου: οι βουλευτές κάνουν πολιτική μέσω της κατάθεσης ερωτήσεων (τις οποίες και σπεύδουν να δημοσιοποιήσουν για να στείλουν μήνυμα πως ενδιαφέρονται για θέματα που απασχολούν την κοινή γνώμη ή το εκλογικό τους ακροατήριο), και στο πλαίσιο αυτό «είδηση» για τη Βουλή αποτελεί το περιεχόμενο της ερώτησης και όχι η κυβερνητική απάντηση – όταν αυτή δίδεται.
Ακραίο παράδειγμα αυτής της «νοοτροπίας» υπήρξε η «ερώτηση» που χρεώθηκε στον κ. Ν.Φίλη και άλλους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ προς τον υπουργό Άμυνας για τους εξοπλισμούς – και η οποία ποτέ δεν κατατέθηκε. Άλλο παράδειγμα, με αφορμή πρόσφατη ομαδική πρωτοβουλία βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ; Στις 2 Μαρτίου 40 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσαν ερώτηση προς τον υπουργό Υγείας με αντικείμενο την καλλιέργεια κάνναβης για ιατρική χρήση. Με το ίδιο θέμα είχαν κατατεθεί ερωτήσεις στις 13/6/2016 από 36 βουλευτές, καθώς και στις 8/2/2016 από 20 βουλευτές. Μόνο η πρώτη, εκείνη του περσινού Φεβρουαρίου, έχει απαντηθεί.
Παράπλευρη αρνητική επίπτωση αυτής της εξέλιξης αποτελεί και η επιπρόσθετη στρέβλωση της λειτουργίας των βουλευτών: Είναι γνωστό ότι από τις ισχυρές δυνατότητες που έχουν, εκ του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής, είναι και εκείνη της ... νομοθέτησης. Με άλλα λόγια, μπορούν να συντάσσουν νομοθετικές ρυθμίσεις και να τις υποβάλλουν προς ψήφιση. Ωστόσο, παρατηρείται το φαινόμενο να καταθέτουν ερωτήσεις, εν γνώσει τους ότι στην καλύτερη περίπτωση θα τύχουν ευχολογικής απάντησης από τους υπουργούς, αντί του να προωθούν προτάσεις νόμων ή τροπολογίες με το ίδιο περιεχόμενο, διεκδικώντας την ψήφιση και υλοποίησή τους.
Comments