Πώς χάνεται τόσος χρόνος
Πώς χάνεται τόσος χρόνος
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ισως τελικά, όπως το είχαν επισημάνει οξυδερκείς όσο και πρακτικοί παρατηρητές των πολιτικών πραγμάτων, να ήταν καλύτερα αν είχαν στηθεί δύο κάλπες στις 25 Μαΐου 2014. Είναι αδύνατον να υπολογίσουμε τα ακριβή ποσοστά που θα έδινε ο ελληνικός λαός, ενώ βεβαίως είναι σίγουρο ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα είχε κερδίσει και στις δύο κάλπες. Επομένως, ο πολιτικός ορίζοντας θα αλλάξει χρώμα. Θα είχαμε κερδίσει χρόνο σημαντικό, ίσως και καθοριστικό, για την κατάσταση της οικονομίας. Οπως γνωρίζουμε τώρα, η οικονομία είχε τεθεί το δεύτερο τρίμηνο σε τροχιά ανάκαμψης. Η σταθεροποίηση της οικονομίας είχε δώσει πολλαπλές αφορμές στους διεθνείς αναλυτές να μιλούν για «ελληνική επιτυχία».
Η βελτίωση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών της χώρας προκάλεσε σημαντική αλλαγή στο επενδυτικό κλίμα, με πραγματικές εισροές μακροχρόνιων τοποθετήσεων στον επιχειρηματικό τομέα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις λίγες εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, η Ελλάδα είχε με επιτυχία δοκιμάσει να επιστρέψει στις διεθνείς αγορές χρήματος και σχεδίαζε το επόμενο βήμα, που μπορούσε να της προσφέρει πολύτιμο χώρο για τις δύσκολες διαπραγματεύσεις που θα οδηγούσαν στο κλείσιμο του δεύτερου μνημονίου.
Να θυμηθούμε πως η Ελλάδα είχε κλείσει με επιτυχία την προηγούμενη επίπονη και μακροχρόνια διαπραγμάτευση με την τρόικα, με αντίκρισμα πάντως τη διασφάλιση των πόρων που απαιτούσε η τήρηση των διεθνών χρηματικών υποχρεώσεων της χώρας.
Με το καλοκαίρι μπροστά και τον τουρισμό να έχει ήδη διασφαλίσει τον δυναμισμό που γνωρίζουμε, οι επιπτώσεις της αναταραχής που θα προξενούσε η αναμενόμενη κυβερνητική μεταβολή θα ήταν πολύ μικρότερες από τις σημερινές.
Εξάλλου, τα πράγματα πήγαν χειρότερα εξαιτίας της υποταγής του κ. Σαμαρά στο πρόσταγμα του λαϊκισμού. Ολοι θυμόμαστε ότι η στροφή στην ακολουθούμενη μέχρι εκείνη τη στιγμή πολιτική τίναξε στον αέρα τα επιτεύγματα στον δρόμο της ταχείας προσαρμογής και ανάκαμψης της οικονομίας.
Βεβαίως, δεν θα είχαμε αποφύγει το σοβαρό πρόβλημα πληρωμών για το Ελληνικό Δημόσιο, αφού μια κυβέρνηση Τσίπρα θα έκανε και τότε τα λάθη που έχει κάνει έως σήμερα.
Ακόμη κι έτσι, η ζημιά θα ήταν μικρότερη. Η προηγούμενη κυβέρνηση, υπό το καθεστώς πανικού που ενέτεινε η θριαμβευτική επικράτηση των λαϊκιστών στο πολιτικό προσκήνιο, οπισθοχώρησε στον κρισιμότατο τομέα των μεταρρυθμίσεων.
Ο κ. Σαμαράς δυσκολεύτηκε πολύ να κατανοήσει τη στάση των εταίρων: «Πώς είναι δυνατόν να μην με εμπιστεύονται;» αναρωτήθηκε συχνά. Κι εκείνος, όπως εδώ και δύο μήνες επιχειρεί ο κ. Τσίπρας, πίστευε ότι η πολιτική διαπραγμάτευση υποκαθιστά την ψύχραιμη λογική των αριθμών. Σοβαρό λάθος και των δύο, το οποίο πληρώνει ακριβά ολόκληρη η χώρα.
Η βελτίωση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών της χώρας προκάλεσε σημαντική αλλαγή στο επενδυτικό κλίμα, με πραγματικές εισροές μακροχρόνιων τοποθετήσεων στον επιχειρηματικό τομέα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις λίγες εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, η Ελλάδα είχε με επιτυχία δοκιμάσει να επιστρέψει στις διεθνείς αγορές χρήματος και σχεδίαζε το επόμενο βήμα, που μπορούσε να της προσφέρει πολύτιμο χώρο για τις δύσκολες διαπραγματεύσεις που θα οδηγούσαν στο κλείσιμο του δεύτερου μνημονίου.
Να θυμηθούμε πως η Ελλάδα είχε κλείσει με επιτυχία την προηγούμενη επίπονη και μακροχρόνια διαπραγμάτευση με την τρόικα, με αντίκρισμα πάντως τη διασφάλιση των πόρων που απαιτούσε η τήρηση των διεθνών χρηματικών υποχρεώσεων της χώρας.
Με το καλοκαίρι μπροστά και τον τουρισμό να έχει ήδη διασφαλίσει τον δυναμισμό που γνωρίζουμε, οι επιπτώσεις της αναταραχής που θα προξενούσε η αναμενόμενη κυβερνητική μεταβολή θα ήταν πολύ μικρότερες από τις σημερινές.
Εξάλλου, τα πράγματα πήγαν χειρότερα εξαιτίας της υποταγής του κ. Σαμαρά στο πρόσταγμα του λαϊκισμού. Ολοι θυμόμαστε ότι η στροφή στην ακολουθούμενη μέχρι εκείνη τη στιγμή πολιτική τίναξε στον αέρα τα επιτεύγματα στον δρόμο της ταχείας προσαρμογής και ανάκαμψης της οικονομίας.
Βεβαίως, δεν θα είχαμε αποφύγει το σοβαρό πρόβλημα πληρωμών για το Ελληνικό Δημόσιο, αφού μια κυβέρνηση Τσίπρα θα έκανε και τότε τα λάθη που έχει κάνει έως σήμερα.
Ακόμη κι έτσι, η ζημιά θα ήταν μικρότερη. Η προηγούμενη κυβέρνηση, υπό το καθεστώς πανικού που ενέτεινε η θριαμβευτική επικράτηση των λαϊκιστών στο πολιτικό προσκήνιο, οπισθοχώρησε στον κρισιμότατο τομέα των μεταρρυθμίσεων.
Ο κ. Σαμαράς δυσκολεύτηκε πολύ να κατανοήσει τη στάση των εταίρων: «Πώς είναι δυνατόν να μην με εμπιστεύονται;» αναρωτήθηκε συχνά. Κι εκείνος, όπως εδώ και δύο μήνες επιχειρεί ο κ. Τσίπρας, πίστευε ότι η πολιτική διαπραγμάτευση υποκαθιστά την ψύχραιμη λογική των αριθμών. Σοβαρό λάθος και των δύο, το οποίο πληρώνει ακριβά ολόκληρη η χώρα.
Comments