Αποχαιρετισμός στην Ελλάδα
Tου Σαϊμον Γκας*
Γράψε αν μπορείς στο τελευταίο σου όστρακο
τη μέρα τ’ όνομα τον τόπο
και ρίξε το στη θάλασσα για να βουλιάξει.
Γιώργος Σεφέρης
Γυμνοπαιδία – Σαντορίνη
Σε λίγες μέρες η γυναίκα μου κι εγώ αφήνουμε την Αθήνα ύστερα από οκτώ ευτυχισμένα χρόνια στη χώρα σας – πρώτα στη δεκαετία του ’80 και για δεύτερη φορά αυτά τα τελευταία χρόνια. Η Ελλάδα ήταν καλή μαζί μας. Μας χάρισε τον πρώτο μας γιο, που γεννήθηκε εδώ πριν από 23 χρόνια. Μας χάρισε πολλούς φίλους. Μας χάρισε πολλές στιγμές ευτυχίας. Και ποτέ, μα ποτέ δεν μας άφησε να πλήξουμε.
Η Ελλάδα και οι Ελληνες ασκούν έντονη επίδραση στους ξένους. Ο Βρετανός συγγραφέας Lawrence Durrell έγραψε: «Αλλες χώρες μπορούν να σε κάνουν να ανακαλύψεις έθιμα ή παραδόσεις ή τοπία. Η Ελλάδα σου προσφέρει κάτι πιο σκληρό: την ανακάλυψη του εαυτού σου». Στην Ελλάδα εμείς οι Βορειοευρωπαίοι αφήνουμε πίσω μας λίγη απ’ την ψυχραιμία και την επιφυλακτικότητά μας και γινόμαστε πιο εξωστρεφείς, αναζητάμε πιο πολύ τη συντροφιά των άλλων ανθρώπων. Δεν εκπλήσσομαι που η λέξη privacy δεν μεταφράζεται ακριβώς στα Ελληνικά. Αλλά, πάλι, ούτε η λέξη παρέα μεταφράζεται στα Αγγλικά.
Η Ελλάδα άναψε τον πόθο του ταξιδιού σε γενιές και γενιές Βρετανών, και η Μαριάν κι εγώ προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε τα βήματά τους. Η μυρωδία του καπνού του ξύλου που καίγεται ένα φθινοπωρινό απόγευμα στην Ηπειρο, τα λιβάδια με τ’ αγριολούλουδα στην Πελοπόννησο την άνοιξη, τα κρυστάλλινα γαλανά νερά του Ιονίου το καλοκαίρι είναι μερικές από τις αναμνήσεις που θα πάρουμε μαζί μας φεύγοντας.
Οι Ζουλού λένε ότι οι άνθρωποι είναι άνθρωποι μέσα από άλλους ανθρώπους. Η Ελλάδα δεν θα σήμαινε τόσα πολλά για μας αν δεν υπήρχαν οι άνθρωποι που γνωρίσαμε εδώ. Η γιαγιά που μας φίλεψε ροδάκινα απ’ το καλάθι της όταν χάλασε το αυτοκίνητο της παρέας μας, στη Θεσσαλία το 1975. Το ζευγάρι που μας παραχώρησε το διαμέρισμά του, παρόλο που μόλις μας είχε συναντήσει, στο Ρέθυμνο το 1984. Ο ταξιτζής στη Χίο, το 1992, που όταν ο γιος μου ο Κρίστοφερ ζαλισμένος από το ταξίδι έκανε εμετό κι έκανε χάλια και το ταξί και τον ίδιο, αυτός ανησυχούσε μόνο αν ήταν εντάξει το παιδί. Θα μας λείψουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι στην Ελλάδα, που μας έδωσαν τη φιλία τους και τη συντροφιά τους.
Θα θέλαμε επίσης, η Μαριάν κι εγώ, να ευχαριστήσουμε όλους αυτούς που ήταν τόσο επιεικείς και συγχωρητικοί όσο εμείς κατακρεουργούσαμε την ελληνική γλώσσα. Θέλω να ζητήσω ιδιαιτέρως συγγνώμη από μια κυρία που γνώρισα σε μια δεξίωση πριν από λίγα χρόνια. Τη ρώτησα τι δουλειά έκανε ο άντρας της. Μου απάντησε ότι ήταν γεωπόνος. Δυστυχώς, μπέρδεψα τη λέξη γεωπόνος με τη λέξη Γιαπωνέζος. Καθώς η συζήτηση προχωρούσε, διαπίστωσα με έκπληξη ότι δεν ήξερε σχεδόν τίποτε για την Ιαπωνία. Και καθώς επέμενα με τις ερωτήσεις μου για τον ιαπωνικό πολιτισμό, έβλεπα σιγά σιγά τον πανικό να φουντώνει στα μάτια της.
Θα ήθελα ακόμη να ζητήσω συγγνώμη κι από τον προβεβλημένο εκείνον υπουργό, που παρέμεινε ατάραχος όταν τον ρώτησα πώς σκόπευε να αντιμετωπίσει όλες τις προσκλήσεις και όχι τις προκλήσεις του τομέα ευθύνης του. Τώρα ήρθε ο καιρός να πάμε σε μιαν άλλη χώρα. Χαιρόμαστε με την προοπτική των νέων εμπειριών, των νέων ενδιαφερόντων που πάντα φέρνει ένα νέο διπλωματικό πόστο. Οπως λέει κι ο ποιητής:
«Πολλά τα καλοκαιρινά πρωινά να είναι
που με τι ευχαρίστηση, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένες πρωτοϊδωμένους»
Aλλά, δεν θα είναι Ελλάδα.
Αυτό για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι ότι θα επιστρέψουμε. Δεν νομίζουμε ότι η Ελλάδα μας έχει δώσει ακόμη την άδεια να την εγκαταλείψουμε οριστικά. Και όταν επιστρέψουμε δεν θα το κάνουμε μόνο για τους ανθρώπους ή για το τοπίο, αλλά και γιατί η Ελλάδα είναι μια χώρα που θαυμάζουμε για πάρα πολλά πράγματα.
Αλλά αυτό που ιδιαίτερα θαυμάζουμε εδώ είναι η σημασία που δίνουν οι Ελληνες στους οικογενειακούς δεσμούς και τη φιλία, την επιμονή σας να χαίρεστε τη ζωή, την ανοιχτόκαρδη διάθεσή σας, τη γενναιοδωρία σας και την αίσθηση αξιοπρέπειας και ευπρέπειας. Το ταλέντο των Ελλήνων ξεχειλίζει σε κάθε τομέα, από τις καλές τέχνες ώς τον κάθε χώρο δουλειάς και δημιουργίας. Ενα από τα προνόμια που είχα ως πρέσβης στην Ελλάδα ήταν η ευκαιρία που μου έδωσε να συναντήσω τόσους προικισμένους, ζωντανούς ανθρώπους από φοιτητές μέχρι δισεκατομμυριούχους.
Ομολογώ ότι ακόμη και τώρα, μετά οκτώ χρόνια στην Ελλάδα, υπάρχουν ακόμη μερικά πράγματα που δεν καταλαβαίνω. Δεν καταλαβαίνω την ελληνική μανία να βουτάνε όλοι στη θάλασσα κάθε φορά που η θερμοκρασία ανεβαίνει πάνω από τους δέκα βαθμούς. Εγώ μεγάλωσα σε μια χώρα που η θάλασσα ήταν κρύα και γκρίζα και, γενικώς, έπρεπε να αποφεύγεται. Δεν καταλαβαίνω γιατί τα κινητά είναι τόσο δημοφιλή, ενώ τόσες και τόσες Ελληνίδες σε διακοπές έχουν τη συνήθεια να φωνάζουν τόσο δυνατά και σε τόσο ψηλές νότες ώστε οι φωνές τους να σκίζουν τον αιθέρα και λόγγοι και ραχούλες να αντηχούν «έλα Τούλααα…». Θαυμάζουμε το πάθος των Ελλήνων για προσωπική ελευθερία και ελευθερία του λόγου. Ακόμη δεν έχω καταλάβει τα παραθυράκια στην τηλεόραση. Πώς καταλαβαίνει ο ένας τι λέει ο άλλος όταν όλοι μιλούν ταυτόχρονα; Ο στρατηγός Ντε Γκολ αναρωτήθηκε κάποτε πώς είναι δυνατόν να κυβερνήσει κανείς μια χώρα που παράγει 246 διαφορετικά είδη τυριών. Αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να κυβερνήσει κανείς μια χώρα που έχει σχεδόν τόσους τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς όσα τυριά έχει η Γαλλία. Αυτό που καταλαβαίνω και ξέρω καλά είναι ότι η Μαριάν και εγώ αισθανόμαστε τεράστια τρυφερότητα, ευγνωμοσύνη και θαυμασμό για μια χώρα που μας φέρθηκε τόσο καλά.
Σ’ ευχαριστώ, Ελλάδα.
* Ο κ. Σάιμον Γκας είναι απερχόμενος πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Ελλάδα.
Comments