Η Ελλάδα στον 20ό αιώνα /kathimerini


Tου Νικου Βατοπουλου

Στη μεταπολίτευση ταίριαζε πολύ η φράση κλισέ «Η Ελλάδα που φεύγει» ή «Η Αθήνα που χάνεται», αλλά η καταγωγή αυτής της αίσθησης νοσταλγίας και ανασφάλειας εντοπίζεται ήδη λίγο μετά το ’22 και ίσως ακόμη πιο πίσω. Σε ένα κυνήγι εικόνων και αφορισμών, η Ελλάδα διαμόφωσε ένα κλίμα γι’ αυτό που ήταν ή καλύτερα γι’ αυτό που πίστεψε ότι υπήρξε.

Ο θάνατος του βετεράνου φωτογράφου Δημήτρη Λέτσιου, στα 98 του χρόνια, πριν από λίγες ημέρες, είναι ένα γεγονός που μας παρασύρει ξανά στο παιχνίδι των συμβολισμών. Λίγοι -εκτός του κόσμου της φωτογραφίας ή μακριά από το Πήλιο και τον Βόλο, την ιδιαίτερη πατρίδα του- είχαν ακουστά τον Δημήτρη Λέτσιο. Η φωτογραφική του παρακαταθήκη (δωρεά του ιδίου στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης) αποκαλύπτει ένα σώμα εικόνων από μια θελκτική, μαυρόασπρη και σχεδόν φαντασιακή Ελλάδα που ίπταται και αιωρείται πάνω από την «πραγματική».

Είναι ακόμη νωρίς -ιστορικά- για να αξιολογηθεί και αποτιμηθεί η προσφορά αυτού του ανθρώπου, που όπως έχει γραφτεί «στα περισσότερα σπιτικά της Μακρυνίτσας υπάρχει κάποια φωτογραφία του». Θα ήταν, ίσως, υπερβολή (όχι όμως άνευ ουσίας) να απομονωθεί η περίπτωση του Δημήτρη Λέτσιου, αυτού του θρυλικού φωτογράφου του Βόλου και των ορεινών πλαγιών που σβήνουν στον Παγασητικό και το Αιγαίο. Θα είχε, όμως, μεγαλύτερη σημασία, αν έβλεπε κανείς τη διαδρομή αυτού του -έξω από τα στερεότυπα- στυλίστα της εικόνας, μέσα από ένα κάδρο που συγκεντρώνει όλες τις μορφές της ελληνικής φωτογραφίας. Σε ένα φανταστικό ομαδικό πορτρέτο θα εντόπιζε κανείς τη Βούλα Παπαϊωάννου, τον Σπύρο Μελετζή, τον Τάκη Τλούπα, τον Δημήτρη Χαρισιάδη και πολλούς ακόμη ολόγυρα από τον Δημήτρη Λέτσιο.

Είναι άνθρωποι που γεννήθηκαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Γύρισαν όλη την Ελλάδα από το ’30 ώς το τέλος της ζωής τους και στις δικές τους ουμανιστικές φωτογραφίες χαράχτηκε στη συνείδηση μεγάλων ομάδων του πληθυσμού η εμβληματική και σχεδόν άχρονη ερμηνεία του ελληνικού τοπίου. Ολη αυτή η φωτογραφική γενιά, με έναν οριακά ρομαντικό ανθρωπισμό, σχεδόν αταξική αφού συχνά με αστική καλλιέργεια διείσδυαν σε λαϊκά πανηγύρια και επαρχιακές ατμόσφαιρες, πέρασε στην αθανασία πλήθος «ανώνυμων» μορφών που θα μείνουν ως σπαρακτικά «τέλειες» για τον Ελληνα στα μέσα του 20ού αιώνα.

Από το 1990 και μετά, και όχι πριν, άρχισε στην Ελλάδα να προσέχει η κοινή γνώμη όλη αυτήν τη γενιά και τη συγκινητική κληρονομιά της. Φωτογραφικά αρχεία, όπως του Μουσείου Μπενάκη, πρωτοστάτησαν στη διάδοση του έργου τους και σταδιακά γεννήθηκε ένα σώμα υποδοχής και εκτίμησης. Ο Δημήτρης Λέτσιος, που και αυτός μένει ως κορωνίδα στην ιδιαίτερα πλούσια φωτογραφική παράδοση που καλλιεργήθηκε στη Μαγνησία (για να θυμηθούμε τον Κώστα Ζημέρη και τον Στέφανο και Νίκο Στουρνάρα), έρχεται τώρα με το τέλος της ζωής του να οργανώσει και πάλι το βλέμμα μας σε μια παράδοση που δίνει ακόμη.


Comments

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc

«Η Ελλάδα αισθάνεται αποκλεισμένη»