Μια ιστορία αγάπης ...79 ετών
Ο άνθρωπος, μόνιμος-μετανάστης, που δεν στέριωσε πουθενά από όπου και αν πέρασε, παρά μόνο στην Αυστραλία, όπου μετανάστευσε οικογενειακώς το έτος 1962 με το υπερωκεάνιο "Πατρίς" του Χανδρή, είναι ο ομογενής Γερβάσιος Κοσμίδης, 103 χρόνων σήμερα.
Κάτοικος Αδελαίδας ο κ. Κοσμίδης ζει με την σύζυγό του Χαρίκλεια Κοσμίδη, 96 ετών, την οποία παντρεύτηκε πριν 79 χρόνια!
Η ιστορία τους δημοσιεύεται στην ομογενειακή εφημερίδα "Νέος Κόσμος" που φέτος, αποφάσισε να καταγράψει την ιστορία της ομογένειας της Αυστραλίας και κυρίως να δώσει τη δυνατότητα στους ίδιους τους ομογενείς να γράψουν "την προσωπική τους οδύσσεια".
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα η καταγωγή των προγόνων του, Γερβάσιου Κοσμίδη, και των γονέων του Θεόδωρου και Κυριακής ήταν η Ίμερα της Χαλδίας του Πόντου, μια ευημερούσα κωμόπολη με 200 ελληνικές οικογένειες.
Αργότερα εγκαταστάθηκαν στο μεταλλείο Ακ-ντάγ Μαντέν που ανήκε στην περιοχή Αγκύρας και εκεί γεννήθηκε ο Γερβάσιος το έτος 1904. Αργότερα γεννήθηκαν και άλλα τρία κορίτσια. Στην αρχή ζούσαν καλά.
Κάποτε όμως τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν και στην περιοχή έπεσε μεγάλη πείνα. Την εποχή αυτή έφυγε και ο πατέρας Θεόδωρος και κατετάγη στον τουρκικό στρατο. Τον έστειλαν στην Κωνσταντινούπολη. Η οικογένεια χωρίς προστάτη τα'' βρήκε σκούρα''. Η μάνα έπρεπε να ζήσει τα τέσσερα παιδιά της. Η φτώχεια και η σκληρή ζωή συνταυτίζονται με τις παιδικές αναμνήσεις του Γερβάσιου που δεν είναι και οι καλύτερες.
Μια μέρα που έβοσκε τα ζώα τους, δύο αγελάδες και δώδεκα κατσίκια, κάποιοι ομοχώριοι τους ήλθαν και με απειλές έκλεψαν όλα τα ζώα. Πήγε κλαμένος στο σπίτι και ανάφερε τα καθέκαστα την μητέρα του. Εκείνη πήγε και βρήκε τους κλέφτες και ζήτησε τα ζώα πίσω. Αντί των ζώων έφαγε ξύλο . Αργότερα λήστεψαν το σπίτι τους, το έκαψαν και άφησαν την απροστάτευτη οικογένεια στα κρύα του λουτρού.
Αποφάσισε η οικογένεια και με άνδρα αρχηγό τον μικρό Γερβάσιο, πήραν μερικά ρούχα που τους απόμειναν στα χέρια και ξεκίνησαν για την Άγκυρα. Περπάτησαν επί δύο μήνες μερόνυχτα με κάποιες ανάπαυλες και έφθασαν στην Άγκυρα. Ο Γερβάσιος ήταν έναν 10χρονο παλικαράκι.
Εκεί τα πράγματα ήταν ήσυχα μεν, αλλά η επιβίωση πολύ δύσκολη. Με πίστη στο Θεό τα κατάφεραν. Βρήκαν σπίτι και ο Γερβάσιος άρχισε να ζητιανεύει για να θρέψει την οικογένειά τους. Μάλιστα μια μέρα μάζεψε τόσα πολλά λαβάσια (ψωμί, σαν λαγάνες) που και ο ίδιος ακόμη το λέει με θαυμασμό.
Η δίψα για μάθηση τον έφερε στο ελληνικό σχολείο. Έμαθε τα ελληνικά πολύ καλά και σε ηλικία 18 ετών πια, παίρνει την οικογένειά του και με τραίνο, μέσα σε δύσκολες συνθήκες φεύγουν για την Κωνσταντινούπολη να συναντήσουν τον πατέρα τους, που στο μεταξύ απολύθηκε από τον στρατό και έπιασε δουλειά στις οικοδομές ως κτίστης. Και πάλι η κυβέρνηση τους παραχώρησε σπίτι, όπου έμεναν όλοι μαζί. Η μάνα ξενοδούλευε, ο πατέρας στις οικοδομές και ο Γερβάσιος να πουλάει νερό. Δεν πέρασε μεγάλο διάστημα και ο πατέρας πήρε τον γιο του στις οικοδομές ως κτίστη. Τα χέρια του Γερβάσιου ''έπιαναν τα πάντα.''
To 1922 άρχισε ο ξεριζωμός των Ποντίων και κατά χιλιάδες οι ξεριζωμένοι έφθαναν στην Πόλη. Από εκεί έφευγαν για την Ελλάδα. Μαζί τους αποφάσισε να φύγει και η οικογένεια Κοσμίδη μετά δύο χρόνων παραμονή στην Πόλη.
Έφθασαν στην Θεσσαλονίκη και από εκεί έφυγαν για τα Γρεβενά. Η ελληνική κυβέρνηση τους παρεχώρησε σπίτι, 65 στρέμματα χωράφια, 80 πρόβατα, δύο αγελάδες και ένα άλογο.
Παντρεύεται σε ηλικία 26 ετών την συμπατριώτισσά του από την Ίμερα του Πόντου, την Χαρίκλεια, μόλις 18 ετών (γεννηθείσα το 1912) και με την οποία συζούν μέχρι σήμερα στην Αδελαΐδα της Αυστραλίας. Είναι μαζί επί 79 συναπτά χρόνια.
Στον έγγαμο βίο τους ο Γερβάσιος και η Χαρίκλεια απέκτησαν εννέα (9) παιδιά από τα οποία δύο πέθαναν βρέφη στην Ελλάδα και το ένα πέθανε σε ηλικία 57 ετών αργότερα στην Αυστραλία. Όλα τα άλλα είναι στη ζωή.
Απέκτησαν 24 εγγόνια -10 κορίτσια και 14 αγόρια, τα πέντε βρίσκονται στην Ελλάδα. Έχουν έξι δισέγγονα και πέντε τρισέγγονα που όλα ζουν και βασιλεύουν.
Στην Αυστραλία εργάστηκε 7 χρόνια στην εταιρία Υδάτων και συνταξιοδοτήθηκε. Σήμερα ζει σε ένα μικρό διαμέρισμα στον συνοικισμό Alberton με την 96χρονη γυναίκα του και είναι πολύ ευτυχισμένος, σε ακτίνα 200 μέτρων απόσταση από όλα τα παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα του.
Ποτέ σε όλη του τη ζωή δεν πήρε χάπια, ούτε πήγε σε γιατρό, ούτε και σε νοσοκομείο. Δεν ήπιε και δεν πίνει αλκοολούχα ποτά, ούτε κάπνισε. Να συμπληρώσουμε ότι η μόνη του αδυναμία είναι η ψαλτική και το διάβασμα. Από μικρός έκανε την δουλειά αυτή και πάντα ερασιτεχνικά. Γνωρίζει απ' έξω πολλούς ψαλμούς και αναγνώσματα της εκκλησίας μας. Θυμάται πολλά ρητά της Αγίας Γραφής και μιλά άπταιστα τα νεοελληνικά-ποντιακά, τούρκικα και αρκετά αγγλικά.
Επισκέφτηκε πολλές φορές την Ελλάδα, το Άγιο Όρος, την Ιερουσαλήμ και πολλά μοναστήρια. Τον ενθουσιάζει κάθε τι το ελληνικό. Δεν λείπει ποτέ από την εκκλησία, από την στιγμή που ανοίγει τις πόρτες της, το ανδρόγυνο βρίσκεται εκεί σε όλες τις ακολουθίες. Σε όλη τους τη ζωή το ανδρόγυνο κράτησε αυστηρά όλες τις νηστείες. | | Πηγή ΑΠΕ | 23/04/2007 10:46 μμ | |
|
Comments