Ε.Ε.: Σε ρόλο Προκρούστη η Βρετανία
Με τη βοήθεια πλέον και των χωρών της «Νέας Ευρώπης» επιχειρεί να επιβάλει σύγκλιση στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή
πηγή καθημερινή
Του Σταυρου Λυγερου

Αντιμέτωπη με τα μεγάλα υπαρξιακά της προβλήματα παραμένει η Ε.Ε. δύο σχεδόν χρόνια μετά το γαλλικό και το ολλανδικό «όχι» στο Ευρωσύνταγμα. Οι δύο αλλεπάλληλες διευρύνσεις δεν έχουν μόνο καταστήσει πρακτικά πιο δύσκολο τον συντονισμό των 27 εθνικών «θέλω». Εχουν δημιουργήσει και ένα μείζον πολιτικό πρόβλημα. Η ένταξη των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών άλλαξε βαθιά τις ισορροπίες στο εσωτερικό της Ενωσης και τον ίδιο τον τρόπο, που αυτή βλέπει το μέλλον της.

Η Βρετανία δεν είναι πια «σαν τη μύγα μέσα στο γάλα». Τώρα ηγείται ομάδας χωρών και επηρεάζει αποφασιστικά τις εξελίξεις. Συμμετέχει σ' ένα εγχείρημα που σε μεγάλο βαθμό δεν πιστεύει. Εγινε μέλος της Ε.Ε. για να μη μείνει εκτός νυμφώνος και έκτοτε λειτούργησε σαν τροχοπέδη.

Ειδική σχέση με τις ΗΠΑ

Ο λόγος είναι ότι στρατηγική προτεραιότητά της είναι η περιβόητη ειδική σχέση με τις ΗΠΑ. Αυτές ήταν πάντα επιφυλακτικές με την προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης, επειδή θεωρούν ότι θα υπονομεύσει τη δική τους ηγεμονία. Γι' αυτό και επιδιώκουν με τη βοήθεια του Λονδίνου να καθηλώσουν την Ε.Ε. σ' ένα καθεστώς περιορισμένης διακυβερνητικής συνεργασίας.

H στρατηγική αυτή συνήθως ακολουθούσε υπόγειες διαδρομές, αλλά καθορίζει τις βρετανικές θέσεις. Ο Τόνι Μπλερ συμφώνησε στο σχέδιο Ευρωσυντάγματος, αφού προηγουμένως συρρίκνωσε όσο μπορούσε τις προωθητικές διατάξεις και επέβαλε σε μεγάλο βαθμό τη δική του (νέο)φιλελεύθερη αντίληψη. Τώρα, δεν θέλει ούτε να ακούσει γι' αυτό. Οι προϋποθέσεις που θέτει για να δεχθεί μία μίνι συνθήκη ακυρώνουν κάθε προσπάθεια εμβάθυνσης. Με άλλα λόγια, εκδηλώνεται η αντίθεση του Λονδίνου γι' αυτή καθαυτή την ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Ο εργατικός Μπλερ απορρίπτει τη Χάρτα Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (των εργαζομένων), το κοινό δίκαιο για επιδόματα και φόρους, την κοινή πολιτική για τη μετανάστευση. Απορρίπτοντας τον θεσμό του υπουργού Εξωτερικών της Ε.Ε., αρνείται την άσκηση κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, που θα επιτρέψει στην Ευρώπη να αναδειχθεί σε αυτόνομο παράγοντα της διεθνούς σκηνής.

Γερμανικές ψευδαισθήσεις

Στην ίδια γραμμή κινούνται και οι περισσότερες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Κάποιες με κραυγαλέο κι άλλες με πιο διακριτικό τρόπο. Επιβεβαιώνεται συνεχώς πόσο ανιστόρητη και εξωπραγματική ήταν η στρατηγική της Γερμανίας. Υπό την επήρεια μιας οικονομίστικης αντίληψης, πίστευε ότι με τα κοινοτικά κονδύλια θα δημιουργούσε μία δική της σφαίρα ήπιας επιρροής στην κεντροανατολική Ευρώπη.

Τα γεγονότα διέλυσαν τις γερμανικές ψευδαισθήσεις. Η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» έφερε με δύναμη στην επιφάνεια τους καταπιεσμένους εθνικισμούς και τις παραδοσιακές προκαταλήψεις. Οι περισσότερες απ' αυτές τις χώρες τρέφουν αρνητικά αισθήματα όχι μόνο για τη Ρωσία, αλλά και για τη Γερμανία. Αντιθέτως, αντιμετωπίζουν τους Αμερικανούς σαν προστάτες και εγγυητές της ανεξαρτησίας τους.

Στα ευρωπαϊκά όργανα, οι χώρες αυτές κατά κανόνα διατυπώνουν θέσεις ή αντιρρήσεις, χωρίς να τις διαπραγματεύονται εποικοδομητικά. Αναμφίβολα παίζει ρόλο το ότι ακόμα δεν έχουν προσαρμοσθεί στο κοινοτικό πνεύμα. Η ανελαστικότητά τους, όμως, πηγάζει περισσότερο από το γεγονός ότι δίνουν προτεραιότητα στη σχέση τους με την Ουάσιγκτον, επιδιώκοντας να είναι τα αγαπημένα παιδιά της. Η ενοποίηση της Ευρώπης έρχεται γι' αυτές σε δεύτερη μοίρα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο τρόπος που οι αδελφοί Καζίνσκι διαπραγματεύονται τις ψήφους της χώρας τους στον μηχανισμό λήψης αποφάσεων. Η Πολωνία διαφέρει από άλλους εταίρους, που σ' ένα ζωτικό για τα εθνικά τους συμφέροντα ζήτημα, στύλωσαν τα πόδια. Η διαφορά δεν αφορά μόνο τη συχνότητα και το στυλ. Αφορά τον τρόπο, με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον εαυτό της σε σχέση με την Ενωση.

Οταν πριν από μία πενταετία, ο Nτόναλντ Pάμσφελντ αντιπαρέβαλε θριαμβικά τη «νέα Eυρώπη» με την «παλαιά», σχηματοποιούσε την πραγματικότητα. Ο λόγος του, όμως, είχε πολιτικό αντίκρισμα. Η Ενωση διελαύνεται από μία διαχωριστική γραμμή, η οποία μετατοπίζεται και διαφοροποιείται, αλλά δεν σβήνει. Στη μία πλευρά βρίσκονται όσοι -περισσότερο ή λιγότερο- επιδιώκουν την πολιτική χειραφέτηση της Γηραιάς Ηπείρου. Στην άλλη, όσοι, στο όνομα του Ατλαντισμού, τη θέλουν προσδεδεμένη στο αμερικανικό άρμα.

Ο απολογισμός της 50ετίας από τη συνθήκη της Ρώμης δεν είναι ευκαταφρόνητος. Το γεγονός αυτό, όμως, δεν επικαλύπτει τις κραυγαλέες ανεπάρκειες, τα κρίσιμα διλήμματα και κυρίως την έλλειψη ενοποιητικής δυναμικής. Η γερμανική προεδρία έθεσε ως προτεραιότητά της να επαναφέρει το ζήτημα της συνταγματικής συνθήκης και να διασώσει ό,τι μπορεί απ' αυτήν. Οπως φάνηκε και στην πρώτη ημέρα αυτής της συνόδου, όμως, η Βρετανία και οι σύμμαχοί της επιχειρούν να επιβάλουν τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή.

Αναμφίβολα, η απόρριψη του Ευρωσυντάγματος από τους Γάλλους και τους Ολλανδούς έδωσε την ευκαιρία στο Λονδίνο να κάνει το διαλυτικό παιχνίδι του, χωρίς να αναλάβει το πολιτικό κόστος. Πίσω από εκείνα τα «όχι», όμως, δεν υπήρχε ευρωσκεπτικισμός. Υπήρχε κατά κανόνα δυσφορία για τον νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό και την αποδυνάμωση του κοινωνικού κράτους, για την υψηλή ανεργία και τη χαμηλή ανάπτυξη, για το δημοκρατικό έλλειμμα και την απροθυμία πολιτικής χειραφέτησης από τις ΗΠΑ. Οπως προκύπτει κι από το ευρωβαρόμετρο, οι πολίτες επιθυμούν μία πιο δημοκρατικά συγκροτημένη, πιο πολιτικά κι αμυντικά χειραφετημένη και πιο κοινωνικά ευαίσθητη Ευρώπη.

Κοινή προοπτική

Παρά τις διαφορές, στη Γηραιά Ηπειρο έχει σφυρηλατηθεί μία κοινή ταυτότητα, η συνείδηση μιας κοινής προοπτικής. Το υπόβαθρό της είναι οι κοινές αξίες, η πίστη στη δημοκρατία, στο κοινωνικό κράτος, στην ποιότητα ζωής, στην προστασία του περιβάλλοντος και στην απροθυμία χρήσης στρατιωτικών μέσων για την επίτευξη πολιτικών στόχων.

Είναι αλήθεια ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μπορεί να επιτευχθεί μόνο συναινετικά και με τη μέθοδο των διαδοχικών προσεγγίσεων. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι τον ρυθμό πρέπει να δίνει η λιγότερο πρόθυμη χώρα-μέλος. Στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα, η Ε.Ε. δεν έχει πολλά περιθώρια.

Η πρώτη επιλογή είναι να αναλωθεί σε τακτικισμούς και σε μικρά βήματα, που συχνά εκφυλίζονται σε βήμα σημειωτόν. Η δεύτερη είναι η φυγή προς τα εμπρός. Οσες χώρες-μέλη έχουν τη βούληση και τις προδιαγραφές, να προχωρήσουν μπροστά, κάνοντας χρήση της θεσμικής δυνατότητας για «ενισχυμένες συνεργασίες», όπως, εμμέσεως πλην σαφώς, ζήτησε και ο Κώστας Καραμανλής. Εάν το πράξουν θα κοπεί ο γόρδιος δεσμός. Θα δημιουργηθούν ενοποιητικά τετελεσμένα και κατ' επέκταση μία νέα δυναμική, έστω και σε διαφορετικές ταχύτητες. Η Ευρωζώνη (οι χώρες του ευρώ) είναι ένα δεδομένο και θα μπορούσε να αποτελέσει το πρόπλασμα ενός σκληρού πυρήνα.

Comments

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc