Το «αναντικατάστατο κενό» του ελληνικού καφενείου… Tου Σταμου Ζουλα / stamoszoulas@gmail.com Φ αίνεται ότι ο θάνατος του παραδοσιακού ελληνικού καφενείου επέφερε και ένα θανάσιμο πλήγμα στην κοινή πολιτική λογική. Στη λογική των πολιτικών και όχι, βεβαίως, των πολιτών, οι οποίοι εξακολουθούν να συνδιαλέγονται, να κρίνουν, να συγκρίνουν και να γνωμοδοτούν, διαμορφώνοντας αυτό που ονομάζουμε κοινή γνώμη. Κατά κανόνα, λοιπόν, το ελληνικό καφενείο αποτελούσε βασικό δίαυλο επικοινωνίας του βουλευτή με τον πολίτη. Μιας επικοινωνίας ετεροβαρούς, αφού ο πολιτικός κυρίως άκουγε, προβληματιζόταν και σχημάτιζε γνώμη· δηλαδή δεν… τηλεοπαραθυρολογούσε, όπως συμβαίνει στις ημέρες μας, πασχίζοντας (ματαίως) να επιβάλει στους τηλεθαμώνες τη δική του. Χωρίς αμφιβολία αυτή η αποσύνδεση με την κοινή λογική είναι περισσότερο επιζήμια για ένα κόμμα που διεκδικεί την εξουσία και λιγότερο για εκείνο που την κατέχει. Διότι ο δεύτερος διαθέτει ήδη την πλειοψηφία και προσπαθεί τουλάχιστον να τη διατηρήσει, πείθοντας, έστω, τους ψηφοφόρους ότι ο επίδοξος διάδοχός του θα είναι… χειρότερος. Αντίθετα ο πρώτος οφείλει από μειονεκτική θέση να αποδείξει ότι διαθέτει όλα τα προσόντα (στελέχη, πολιτικό πρόγραμμα, αξιοπιστία, κ.λπ.) και να επαυξήσει την εκλογική του δύναμη, ως, δυνάμει, καλύτερος διαχειριστής της εξουσίας. Με αφορμή, λοιπόν, την τρέχουσα επικαιρότητα ας επιχειρήσουμε μια συζήτηση του πάλαι ποτέ ελληνικού καφενείου. Και φυσικά να λάβουμε ως αφορμή το ζέον θέμα των τραμπουκισμών και των βιαιοπραγιών στους πανεπιστημιακούς χώρους. Ποια στάση έλαβαν τα τρία κόμματα της αντιπολιτεύσεως, με εξαίρεση τον ΛΑΟΣ; Ο κ. Παπανδρέου δήλωσε ότι «η κυβέρνηση και ο υπουργός Παιδείας συστηματικά υποθάλπουν την πόλωση και την ένταση στον χώρο της παιδείας». (Δευτερευόντως δε κατεδίκασε γενικώς τα επεισόδια «απ’ όπου και αν προέρχονται»). Ο κ. Αλαβάνος κατηγόρησε ευθέως την κυβέρνηση ότι υποκινεί τα επεισόδια «με την προβοκατόρικη στάση της», χωρίς καν να τα καταδικάσει. Και τέλος το ΚΚΕ μίλησε για «σκηνοθετημένες συγκρούσεις», αποδίδοντας ευθύνες στη ΔΑΠ (Ν.Δ.) και στη νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ (!). Καίρια και κοινή θέση των τριών κομμάτων ήταν να αποσυρθεί ο νόμος-πλαίσιο της κυβερνήσεως· μια κίνηση, η οποία, αν μη τι άλλο, θα αποτελούσε και πλήρη δικαίωση των τραμπουκισμών. Αναμφίβολα η συντριπτική πλειοψηφία των θαμώνων του καφενείου καταδικάζει τις βιαιότητες και τις περιθωριακές μειονότητες που τις προκαλούν. Πώς να πεισθεί, όμως, ότι τα υποκινεί η κυβέρνηση, όταν κοινό αίτημα ταραχοποιών και αντιπολιτεύσεως είναι να αποσυρθεί ο επίμαχος νόμος; Με ποια λογική θα δεχθεί ότι τα επεισόδια «είναι σκηνοθετημένα» ή «προβοκατόρικα», όταν μεταφέρεται αναίσθητος, από βιαιοπραγίες τραμπούκων, στο νοσοκομείο πρύτανις ΑΕΙ; Με ποιο επιχείρημα θα στοιχειοθετήσει τη «σύμπραξη» της ΔΑΠ με τη νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, για τη διαιώνιση των εκτρόπων; Τέλος γιατί δεν βγήκε κάποια, μεμονωμένη και ασήμαντη έστω, οργάνωση των πανεπιστημιακών να συμφωνήσει με τους παραπάνω παραλογισμούς και να υιοθετήσει τον καταστροφικό –για το δημόσιο πανεπιστήμιο– στρουθοκαμηλισμό των τριών κομμάτων; Αυτά τα απλά ερωτήματα θα είχαν τεθεί στο καφενείο και η πλειονότητα των θαμώνων θα είχε καταλήξει στα συμπεράσματά της. Χλευάζοντας ταυτόχρονα την κοινή καταγγελία των τριών κομμάτων περί κυβερνητικής υποκινήσεως με τη γνωστή παροιμία: «Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα». Ενδεχομένως θα υπήρχαν και κάποιοι «μειοψηφούντες». Αυτοί, όμως, ήταν πάντα στο καφενείο γνωστοί· για την ισχυρογνωμοσύνη τους, για την κομματική εθελοτυφλία τους, ή ακόμη και για την ευήθειά τους. Επομένως δεν μετείχαν ούτε επηρέαζαν τη γνώμη της πλειοψηφίας, η οποία θα συνοψιζόταν ως εξής: Ναι, η κυβέρνηση δεν ζημιώνεται, αλλά μάλλον ωφελείται από την απαράδεκτη κατάσταση, που έχει προκληθεί στο χώρο της Παιδείας. Τούτο το έχουν αντιληφθεί το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, γι’ αυτό και εξωθούνται στον παραλογισμό της ταυτίσεως του ωφελούμενου με τον «υποκινούντα» τα έκτροπα. Ο κανόνας, βάσει του οποίου κάθε αναταραχή, αντίδραση ή ανωμαλία, βλάπτει την κυβέρνηση και ωφελεί την αντιπολίτευση, έχει φυσικά και τις εξαιρέσεις του. Αυτές ανακύπτουν όταν ξεπερασθούν κάποια ακραία όρια, όταν οι υπαίτιοι της οποιασδήποτε αναταραχής είναι απροκαλύπτως άνομοι, επιζήμιοι για το κοινωνικό σύνολο και καταλύτες δημοκρατικών λειτουργιών. Τούτο ακριβώς συμβαίνει σήμερα με την κατάσταση που επικρατεί στην ανώτερη και ανώτατη παιδεία. Το δε εικαζόμενο όφελος της κυβερνήσεως προκύπτει από τη συναντίληψη της πλειοψηφίας των πολιτών ως προς την ανάγκη άμεσης αντιμετωπίσεως της αναταραχής, τη δραστική απομόνωση των φασιστοειδών και την αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας στον χώρο της Παιδείας. Με άλλους λόγους, το κυβερνητικό όφελος προέρχεται από την αντίστοιχη ζημία που υφίστανται τα κόμματα, τα οποία ανέχονται, υποκινούν ή «επενδύουν» στην ανωμαλία. Ας προστεθεί επίσης ότι η κατανομή της ζημίας αυτής γίνεται κυρίως εις βάρος του ΠΑΣΟΚ, αφού τα δύο κόμματα της Αριστεράς προσβλέπουν μόνο στην επικάλυψη της μικρής και εξωκομματικής εσχατιάς τους, ενώ ο λογικός στόχος της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως θα έπρεπε να είναι η επαύξηση της εκλογικής της δυνάμεως, κυρίως από την κεντροδεξιά και η αποκατάσταση της πολιτικής της αξιοπιστίας, ως κόμματος εξουσίας. Ολες οι παραπάνω κοινότοπες ή –αν προτιμάτε– καφενειακές επισημάνσεις και διαπιστώσεις έχουν «αναβαθμισθεί» στις ημέρες μας ως μείζονα ζητήματα προβληματισμού και ιδεολογικοπολιτικών παλινδρομήσεων των πολιτικών μας κομμάτων, κυρίως δε του ΠΑΣΟΚ. Γι’ αυτό αναφερθήκαμε στο «αναντικατάστατο κενό» που άφησε στους πολιτικούς μας ο θάνατος του ελληνικού καφενείου. Για τον ίδιο λόγο, ίσως, οι ηγεσίες των κομμάτων μας προσπάθησαν να το αναστήσουν, ονομάζοντας την ημερήσια και καθοριστική συνάθροιση των επιτελών τους «πρωινό καφέ». Ωστόσο, στο «καφενείο» αυτό φαίνεται να υπερτερούν «οι ισχυρογνώμονες» και οι «κομματικώς εθελοτυφλούντες». (Για να μην καταλογίσουμε στους ειδήμονες, στους εμπειρογνώμονες, στους επικοινωνιολόγους και στους πάσης μορφής ερμηνευτές - διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τη βλακεία της αντίστοιχης –συγγνωστής, όμως και ασήμαντης– μερίδος των θαμώνων του παραδοσιακού ελληνικού καφενείου.) Κάπως έτσι, όμως, ανακύπτει και το αφελές ερώτημα ποιοι, πώς και με τι κριτήρια διαμορφώνουν την πολιτική των κομμάτων, που διαχειρίζονται την ψήφο μας και το μέλλον του τόπου… |
Comments