Η Ελλάδα ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία
Tου Αθανασιου Ελλις
Σε άλλες εποχές η επιλογή θα ήταν αυτονόητη. Ομως, στη δεκαετία των αγωγών η συγκυρία είναι πιο πολύπλοκη. Τη στιγμή που βαθαίνει το ρήγμα μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, η Ελλάδα καλείται να ελιχθεί σε έναν λαβύρινθο γεωστρατηγικών και οικονομικών συμφερόντων, και να κάνει επιλογές οι οποίες θα αναδεικνύουν τις δικές της προτεραιότητες και θα έχουν γνώμονα τα δικά της συμφέροντα.
Το πλαίσιο είναι οριοθετημένο. Η Ελλάδα έχει δυτικό προσανατολισμό και λειτουργεί ως κρίκος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης με τη Δύση. Είναι παλαιό μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. με απαιτήσεις, ρόλο και υποχρεώσεις στους δυο κορυφαίους οργανισμούς. Διαθέτει ιδιαίτερους δεσμούς με την Αμερική λόγω της πολυπληθούς και πολιτικά ισχυρής ελληνοαμερικανικής κοινότητας. Βιώνει την ανοικτή πληγή του Κυπριακού και έχει συγκεκριμένες θέσεις και ευαισθησίες στο Αιγαίο και τη Θράκη. Δίνει τη μάχη του ονόματος της Μακεδονίας, και τάσσεται κατά του αλυτρωτισμού και της αλλαγής συνόρων.
Σε λίγους μήνες η Αθήνα θα αναλάβει την προεδρία του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Οπως συνέβη το 2003 με τον πόλεμο της Αμερικής στο Ιράκ, όταν η Ελλάδα ασκούσε την προεδρία της Ε.Ε., το πρώτο εξάμηνο του 2009 η χώρα μας θα κληθεί να διαχειρισθεί την «επόμενη ημέρα» του πολέμου της Ρωσίας στη Γεωργία. Η Ελλάδα οφείλει να επιδείξει συνέπεια και να υποστηρίξει το απαραβίαστο των συνόρων, είτε αυτό αφορά το Κόσοβο είτε τη Γεωργία. Εάν στην πορεία αναγκασθεί εκ των πραγμάτων να αποδεχθεί την πραγματικότητα που επέβαλαν τα όπλα, πρέπει να επιδιώξει δεσμεύσεις για αποφυγή δυσάρεστων εκπλήξεων σε περιπτώσεις που την αφορούν άμεσα.
Ως θέση αρχής η Αθήνα θα συνεχίσει να προβάλλει την ανάγκη ειρηνικής επίλυσης των διαφορών με βάση το διεθνές δίκαιο, όπως και την ανάγκη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κορυφαίο εκ των οποίων παραμένει το δικαίωμα στη ζωή το οποίο καταπατά βάναυσα κάθε πόλεμος.
Ταυτόχρονα, πρέπει να υπάρξει μια ψύχραιμη αποτίμηση των ελληνικών συμφερόντων. Το «Ανήκομεν εις την Δύσιν» του Κωνσταντίνου Καραμανλή εξακολουθεί να ισχύει. Η Ελλάδα είναι στην Ε.Ε. Η πολιτική κατεύθυνση και η αμυντική θωράκιση της χώρας έχουν σαφή χαρακτηριστικά. Ομως, τα οικονομικά συμφέροντα που απορρέουν από την ενεργειακή συνεργασία με τη Ρωσία καθιστούν τη Μόσχα μέρος της εξίσωσης.
Το ερώτημα για τον Κώστα Καραμανλή είναι απλό: Ποια χώρα μπορεί να ασκήσει περισσότερο αποτελεσματικά την επιρροή της στις κυβερνήσεις της Τουρκίας (Κύπρος, Αιγαίο, Θράκη, Πατριαρχείο) και της ΠΓΔΜ (όνομα); Αυτή είναι η Αμερική, αλλά η αυτονόητη διαπίστωση δεν αρκεί. Το 2004 οι ΗΠΑ «άδειασαν» την Ελλάδα με το ετεροβαρές σχέδιο Ανάν και την αναγνώριση της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας», προκαλώντας την έντονη δυσφορία του Ελληνα πρωθυπουργού ο οποίος από τότε κοιτά και προς τη Ρωσία. Τώρα είναι η ώρα για να αποδείξουν οι ΗΠΑ έμπρακτα την αξία που θα έχει στα ελληνικού ενδιαφέροντος ζητήματα η συστράτευση της Αθήνας με την Ουάσιγκτον. Οι Αμερικανοί μπορούν να ασκήσουν την επιρροή τους προς τα Σκόπια για να λυθεί άμεσα το ζήτημα του ονόματος, και να εργασθούν για μια πιο ισορροπημένη λύση στην Κύπρο. Αν δεν το κάνουν, η Αθήνα δεν μπορεί να αγνοήσει την οικονομική, και όχι μόνο, συνεργασία με τη Μόσχα.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική βρίσκεται μπροστά σε μεγάλα διλήμματα και επιλογές με οφέλη και συνέπειες για τη χώρα, που ξεπερνούν κόμματα και ιδεολογίες. Η κυβέρνηση Καραμανλή καλείται να χαράξει μακρόπνοη στρατηγική, γνωρίζοντας ότι η Ελλάδα κινείται σε μια εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στο δημοκρατικό ευρωαμερικανικό μέτωπο στο οποίο ουσιαστικά ανήκει, και τη Ρωσία η οποία στηριζόμενη στις υψηλές τιμές των πηγών ενέργειας που διαθέτει προσφέρει δελεαστικά κίνητρα. Ο Κώστας Καραμανλής οφείλει να επιδιώξει τη συνδρομή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και ο Γιώργος Παπανδρέου να ανταποκριθεί. Οι αποφάσεις που θα λάβει η χώρα το αμέσως προσεχές διάστημα θα διαγράψουν την πορεία της στον γεωστρατηγικό χάρτη τις επόμενες δεκαετίες.
πηγή καθημερινή.
Σε άλλες εποχές η επιλογή θα ήταν αυτονόητη. Ομως, στη δεκαετία των αγωγών η συγκυρία είναι πιο πολύπλοκη. Τη στιγμή που βαθαίνει το ρήγμα μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, η Ελλάδα καλείται να ελιχθεί σε έναν λαβύρινθο γεωστρατηγικών και οικονομικών συμφερόντων, και να κάνει επιλογές οι οποίες θα αναδεικνύουν τις δικές της προτεραιότητες και θα έχουν γνώμονα τα δικά της συμφέροντα.
Το πλαίσιο είναι οριοθετημένο. Η Ελλάδα έχει δυτικό προσανατολισμό και λειτουργεί ως κρίκος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης με τη Δύση. Είναι παλαιό μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. με απαιτήσεις, ρόλο και υποχρεώσεις στους δυο κορυφαίους οργανισμούς. Διαθέτει ιδιαίτερους δεσμούς με την Αμερική λόγω της πολυπληθούς και πολιτικά ισχυρής ελληνοαμερικανικής κοινότητας. Βιώνει την ανοικτή πληγή του Κυπριακού και έχει συγκεκριμένες θέσεις και ευαισθησίες στο Αιγαίο και τη Θράκη. Δίνει τη μάχη του ονόματος της Μακεδονίας, και τάσσεται κατά του αλυτρωτισμού και της αλλαγής συνόρων.
Σε λίγους μήνες η Αθήνα θα αναλάβει την προεδρία του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Οπως συνέβη το 2003 με τον πόλεμο της Αμερικής στο Ιράκ, όταν η Ελλάδα ασκούσε την προεδρία της Ε.Ε., το πρώτο εξάμηνο του 2009 η χώρα μας θα κληθεί να διαχειρισθεί την «επόμενη ημέρα» του πολέμου της Ρωσίας στη Γεωργία. Η Ελλάδα οφείλει να επιδείξει συνέπεια και να υποστηρίξει το απαραβίαστο των συνόρων, είτε αυτό αφορά το Κόσοβο είτε τη Γεωργία. Εάν στην πορεία αναγκασθεί εκ των πραγμάτων να αποδεχθεί την πραγματικότητα που επέβαλαν τα όπλα, πρέπει να επιδιώξει δεσμεύσεις για αποφυγή δυσάρεστων εκπλήξεων σε περιπτώσεις που την αφορούν άμεσα.
Ως θέση αρχής η Αθήνα θα συνεχίσει να προβάλλει την ανάγκη ειρηνικής επίλυσης των διαφορών με βάση το διεθνές δίκαιο, όπως και την ανάγκη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κορυφαίο εκ των οποίων παραμένει το δικαίωμα στη ζωή το οποίο καταπατά βάναυσα κάθε πόλεμος.
Ταυτόχρονα, πρέπει να υπάρξει μια ψύχραιμη αποτίμηση των ελληνικών συμφερόντων. Το «Ανήκομεν εις την Δύσιν» του Κωνσταντίνου Καραμανλή εξακολουθεί να ισχύει. Η Ελλάδα είναι στην Ε.Ε. Η πολιτική κατεύθυνση και η αμυντική θωράκιση της χώρας έχουν σαφή χαρακτηριστικά. Ομως, τα οικονομικά συμφέροντα που απορρέουν από την ενεργειακή συνεργασία με τη Ρωσία καθιστούν τη Μόσχα μέρος της εξίσωσης.
Το ερώτημα για τον Κώστα Καραμανλή είναι απλό: Ποια χώρα μπορεί να ασκήσει περισσότερο αποτελεσματικά την επιρροή της στις κυβερνήσεις της Τουρκίας (Κύπρος, Αιγαίο, Θράκη, Πατριαρχείο) και της ΠΓΔΜ (όνομα); Αυτή είναι η Αμερική, αλλά η αυτονόητη διαπίστωση δεν αρκεί. Το 2004 οι ΗΠΑ «άδειασαν» την Ελλάδα με το ετεροβαρές σχέδιο Ανάν και την αναγνώριση της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας», προκαλώντας την έντονη δυσφορία του Ελληνα πρωθυπουργού ο οποίος από τότε κοιτά και προς τη Ρωσία. Τώρα είναι η ώρα για να αποδείξουν οι ΗΠΑ έμπρακτα την αξία που θα έχει στα ελληνικού ενδιαφέροντος ζητήματα η συστράτευση της Αθήνας με την Ουάσιγκτον. Οι Αμερικανοί μπορούν να ασκήσουν την επιρροή τους προς τα Σκόπια για να λυθεί άμεσα το ζήτημα του ονόματος, και να εργασθούν για μια πιο ισορροπημένη λύση στην Κύπρο. Αν δεν το κάνουν, η Αθήνα δεν μπορεί να αγνοήσει την οικονομική, και όχι μόνο, συνεργασία με τη Μόσχα.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική βρίσκεται μπροστά σε μεγάλα διλήμματα και επιλογές με οφέλη και συνέπειες για τη χώρα, που ξεπερνούν κόμματα και ιδεολογίες. Η κυβέρνηση Καραμανλή καλείται να χαράξει μακρόπνοη στρατηγική, γνωρίζοντας ότι η Ελλάδα κινείται σε μια εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στο δημοκρατικό ευρωαμερικανικό μέτωπο στο οποίο ουσιαστικά ανήκει, και τη Ρωσία η οποία στηριζόμενη στις υψηλές τιμές των πηγών ενέργειας που διαθέτει προσφέρει δελεαστικά κίνητρα. Ο Κώστας Καραμανλής οφείλει να επιδιώξει τη συνδρομή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και ο Γιώργος Παπανδρέου να ανταποκριθεί. Οι αποφάσεις που θα λάβει η χώρα το αμέσως προσεχές διάστημα θα διαγράψουν την πορεία της στον γεωστρατηγικό χάρτη τις επόμενες δεκαετίες.
πηγή καθημερινή.
Comments