o λογαριασμός του μπεκρή
Του Νικου Νικολαου
Η περίπτωση της κυβέρνησης του κ. Κώστα Καραμανλή που στις 12 παρά 5΄ της σύνταξης του νέου προϋπολογισμού καταφεύγει σε ομοβροντία φοροεισπρακτικών μέτρων για να αποτρέψει τη δημοσιονομική κατάρρευση και τον ευτελισμό της κοινοτικής επιτήρησης, δεν είναι η εξαίρεση στα όσα έχουν υποστεί οι Ελληνες φορολογούμενοι στα τριάντα και πλέον χρόνια της μεταπολίτευσης. Αντίθετα, σε όλη αυτή την περίοδο, οι τακτές φοροεπιδρομές και οι αιφνίδιες αλλαγές στο φορολογικό σύστημα που αποθάρρυναν τους εγχώριους επενδυτές και έδιωχναν τους ξένους ήταν ο κανόνας. Τρεις φορές επέβαλε έκτακτες εισφορές στα φορολογημένα ήδη κέρδη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τέσσερις φορές ο Ανδρέας Παπανδρέου, μία φορά ο Ζολώτας με την Οικουμενική, ενώ ο κ. Κ. Σημίτης υπό το πρόσχημα της ένταξης στην ΟΝΕ νομοθέτησε 20 νέους φόρους.
Σε όλες αυτές τις παράλογες για την αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής περιπτώσεις, η δικαιολογία που πρόβαλαν οι φορομπήχτες κυβερνήτες μας ήταν μία και μοναδική. «Τα έσοδα δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες του κράτους. Τι θέλετε λοιπόν να κάνουμε; Να μην πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις, να κλείσουμε τα σχολεία και τα νοσοκομεία, να αφήσουμε χωρίς όπλα τον στρατό;». Ολη η φαύλη όμως αυτή επιχειρηματολογία θυμίζει τον γνωστό λογαριασμό του μπεκρή που έκοβε τα έξοδα για λάδι και ξίδι, αφήνοντας άθικτα εκείνα που αφορούσαν τη δαπάνη για το κρασί.
Ετσι και τώρα όλη η κυβερνητική επιχειρηματολογία υπέρ της φορολογικής καταιγίδας ξεκινά από την ανεπάρκεια των εσόδων αφήνοντας στο σκοτάδι τού «πίστευε και μη ερεύνα» τις δαπάνες. Κάθε συνετός οικογενειάρχης αν δεν επαρκούσε ο μισθός του θα περιόριζε τις δαπάνες του. Αυτό όμως είναι αδιανόητο για τους πολιτικούς που μας κυβέρνησαν, γιατί απλούστατα τα κόμματα των οποίων ηγούνται γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν μέσα στη σπατάλη του δημοσίου χρήματος. Οι δαπάνες λοιπόν είναι ανεξέλεγκτες και οδηγούν νομοτελειακά σε ελλείμματα και νέους φόρους, ακριβώς γιατί πίσω από την αύξησή τους κρύβονται οι διορισμοί ημετέρων στο Δημόσιο, η δημιουργία νέων και άχρηστων κρατικών υπηρεσιών, οι αμοιβές συμβούλων, και πάνω από όλα η διαφθορά και η διαπλοκή που ανεβάζει το κόστος των δημοσίων έργων που ανατίθενται στους γνωστούς νταβατζήδες.
Αλλά και η ανεπάρκεια εσόδων είναι επίσης ένα ευτελές πρόσχημα. Γιατί να είναι ανεπαρκή τα έσοδα αν η οικονομία αναπτύσσεται ταχέως και τα εισοδήματα των ιδιωτών αυξάνονται; Η απάντηση είναι μία και μόνη. Διότι απλούστατα οι κυβερνήτες μας δεν θέλουν να συλλάβουν τους φοροφυγάδες, πρώτον γιατί αυτοί είναι πολλοί και δεύτερον γιατί είναι οι ψηφοφόροι των κομμάτων. Η κατάργηση του αφορολογήτου στους 1.600.000 ελεύθερους επαγγελματίες, επιτηδευματίες και εισοδηματίες, που κατά τη γνώμη μου είναι σωστή, γιατί δεν έγινε πέρυσι, οπότε θα είχε αποτραπεί και ο εκτροχιασμός του προϋπολογισμού; Γιατί απλούστατα ο κ. Κώστας Καραμανλής δεν διακινδύνευσε να χάσει τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007! Αλλά η ανεπάρκεια εσόδων γίνεται ακόμη πιο εμφανής, διότι τα συλλεγόμενα από τους φορολογουμένους δεν πάνε όλα στο δημόσιο ταμείο μια και ένα 20-30% αυτών ενθυλακώνεται από τον διεφθαρμένο φοροτεχνικό μηχανισμό.
kathimerini/
Η περίπτωση της κυβέρνησης του κ. Κώστα Καραμανλή που στις 12 παρά 5΄ της σύνταξης του νέου προϋπολογισμού καταφεύγει σε ομοβροντία φοροεισπρακτικών μέτρων για να αποτρέψει τη δημοσιονομική κατάρρευση και τον ευτελισμό της κοινοτικής επιτήρησης, δεν είναι η εξαίρεση στα όσα έχουν υποστεί οι Ελληνες φορολογούμενοι στα τριάντα και πλέον χρόνια της μεταπολίτευσης. Αντίθετα, σε όλη αυτή την περίοδο, οι τακτές φοροεπιδρομές και οι αιφνίδιες αλλαγές στο φορολογικό σύστημα που αποθάρρυναν τους εγχώριους επενδυτές και έδιωχναν τους ξένους ήταν ο κανόνας. Τρεις φορές επέβαλε έκτακτες εισφορές στα φορολογημένα ήδη κέρδη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τέσσερις φορές ο Ανδρέας Παπανδρέου, μία φορά ο Ζολώτας με την Οικουμενική, ενώ ο κ. Κ. Σημίτης υπό το πρόσχημα της ένταξης στην ΟΝΕ νομοθέτησε 20 νέους φόρους.
Σε όλες αυτές τις παράλογες για την αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής περιπτώσεις, η δικαιολογία που πρόβαλαν οι φορομπήχτες κυβερνήτες μας ήταν μία και μοναδική. «Τα έσοδα δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες του κράτους. Τι θέλετε λοιπόν να κάνουμε; Να μην πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις, να κλείσουμε τα σχολεία και τα νοσοκομεία, να αφήσουμε χωρίς όπλα τον στρατό;». Ολη η φαύλη όμως αυτή επιχειρηματολογία θυμίζει τον γνωστό λογαριασμό του μπεκρή που έκοβε τα έξοδα για λάδι και ξίδι, αφήνοντας άθικτα εκείνα που αφορούσαν τη δαπάνη για το κρασί.
Ετσι και τώρα όλη η κυβερνητική επιχειρηματολογία υπέρ της φορολογικής καταιγίδας ξεκινά από την ανεπάρκεια των εσόδων αφήνοντας στο σκοτάδι τού «πίστευε και μη ερεύνα» τις δαπάνες. Κάθε συνετός οικογενειάρχης αν δεν επαρκούσε ο μισθός του θα περιόριζε τις δαπάνες του. Αυτό όμως είναι αδιανόητο για τους πολιτικούς που μας κυβέρνησαν, γιατί απλούστατα τα κόμματα των οποίων ηγούνται γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν μέσα στη σπατάλη του δημοσίου χρήματος. Οι δαπάνες λοιπόν είναι ανεξέλεγκτες και οδηγούν νομοτελειακά σε ελλείμματα και νέους φόρους, ακριβώς γιατί πίσω από την αύξησή τους κρύβονται οι διορισμοί ημετέρων στο Δημόσιο, η δημιουργία νέων και άχρηστων κρατικών υπηρεσιών, οι αμοιβές συμβούλων, και πάνω από όλα η διαφθορά και η διαπλοκή που ανεβάζει το κόστος των δημοσίων έργων που ανατίθενται στους γνωστούς νταβατζήδες.
Αλλά και η ανεπάρκεια εσόδων είναι επίσης ένα ευτελές πρόσχημα. Γιατί να είναι ανεπαρκή τα έσοδα αν η οικονομία αναπτύσσεται ταχέως και τα εισοδήματα των ιδιωτών αυξάνονται; Η απάντηση είναι μία και μόνη. Διότι απλούστατα οι κυβερνήτες μας δεν θέλουν να συλλάβουν τους φοροφυγάδες, πρώτον γιατί αυτοί είναι πολλοί και δεύτερον γιατί είναι οι ψηφοφόροι των κομμάτων. Η κατάργηση του αφορολογήτου στους 1.600.000 ελεύθερους επαγγελματίες, επιτηδευματίες και εισοδηματίες, που κατά τη γνώμη μου είναι σωστή, γιατί δεν έγινε πέρυσι, οπότε θα είχε αποτραπεί και ο εκτροχιασμός του προϋπολογισμού; Γιατί απλούστατα ο κ. Κώστας Καραμανλής δεν διακινδύνευσε να χάσει τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007! Αλλά η ανεπάρκεια εσόδων γίνεται ακόμη πιο εμφανής, διότι τα συλλεγόμενα από τους φορολογουμένους δεν πάνε όλα στο δημόσιο ταμείο μια και ένα 20-30% αυτών ενθυλακώνεται από τον διεφθαρμένο φοροτεχνικό μηχανισμό.
kathimerini/
Comments