Μάχες οπισθοφυλακών/ kathimerini
Tου Σταυρου Λυγερου
Από αυτές εδώ τις στήλες είχαμε εξ αρχής επισημάνει ότι η απόφαση των ΗΠΑ να εγκαταστήσουν αντιπυραυλική ομπρέλα στην Πολωνία και στην Τσεχία, σε συνδυασμό με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, θα εξωθούσε τη Μόσχα να προχωρήσει από τις φραστικές διαμαρτυρίες σε έμπρακτη αντίδραση. Η Ρωσία, άλλωστε, έχει προ πολλού υπερβεί τον γελτσινισμό. Ο Πούτιν δεν είχε αυταπάτες για τις αμερικανικές προθέσεις. Θεωρούσε δικαιολογημένα ότι πίσω από τη ρητορική περί εταιρικής σχέσης, οι ΗΠΑ προωθούν τη γεωπολιτική περικύκλωση της χώρας του.
Ο Πούτιν παρέλαβε τη Ρωσία στα γόνατα. Μεθοδικά οικοδόμησε το καθεστώς του και έθεσε υπό τον έλεγχό του την πολιτική και την οικονομία, εξουδετερώνοντας τους μηχανισμούς εξάρτησης από δυτικά συμφέροντα, που κληρονόμησε από την περίοδο Γέλτσιν. Η κατακόρυφη άνοδος των τιμών της ενέργειας τού επέτρεψε να ανασυγκροτήσει τη Ρωσία και να της δώσει νέα πολιτική αυτοπεποίθηση.
Τα σημάδια ήταν αρκετά, αλλά το σημείο καμπής ήταν αναμφίβολα η ομιλία του Ρώσου προέδρου στην 43η Διάσκεψη του Μονάχου (Φεβρουάριος 2007). Οι Δυτικοί είχαν αντιμετωπίσει μάλλον με συγκατάβαση εκείνη την ομιλία, θεωρώντας την λεονταρισμό χωρίς αντίκρισμα. Τα γεγονότα τούς διέψευσαν. Το πρώτο δείγμα της ρωσικής αποφασιστικότητας φάνηκε καθαρά στο μέτωπο του Κοσσυφοπεδίου.
Η Μόσχα εμπόδισε την έγκριση από το Συμβούλιο Ασφαλείας του σχεδίου Αχτισάαρι, γεγονός που εξώθησε την Ουάσιγκτον στην οδό της μονομερούς ανακήρυξης της ανεξαρτησίας. Με τον τρόπο αυτόν, όμως, δημιούργησε ένα αρνητικό προηγούμενο. Ηταν από τότε σαφές ότι οι Ρώσοι θα το επικαλούνταν για να παίξουν το δικό του παιχνίδι στον Καύκασο. Οι περιπτώσεις της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας είναι, άλλωστε, σχεδόν ταυτόσημες με την περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου.
Η τυχοδιωκτική στρατιωτική επίθεση εναντίον της Νότιας Οσετίας έδωσε το καλύτερο πρόσχημα στο Κρεμλίνο. Σε πρώτο επίπεδο για να πλήξει καίρια και να αποσταθεροποιήσει το καθεστώς του Σαακασβίλι. Σε δεύτερο επίπεδο για να στείλει έμπρακτο μήνυμα στις ΗΠΑ ότι έχουν πατήσει την κόκκινη γραμμή και στις χώρες της περιοχής ότι η αμερικανική ομπρέλα δεν προσφέρει αξιόπιστη προστασία.
Σε μία προσπάθεια να πιέσει το Κρεμλίνο και να εξισορροπήσει τις αρνητικές εντυπώσεις, η Ουάσιγκτον, συνεπικουρούμενη από πολλούς Ευρωπαίους, έχει υψώσει τους τόνους. Στην πραγματικότητα, όμως, η Δύση δεν διαθέτει αποτελεσματικούς μοχλούς πίεσης. Η σχέση ΝΑΤΟ - Ρωσίας είναι σε μεγάλο βαθμό προσχηματική και το πάγωμά της δεν μπορεί να βλάψει τη Μόσχα. Η χθεσινή ομόφωνη απόφαση της ρωσικής Βουλής υπέρ της ντε γιούρε απόσχισης των δύο περιοχών είναι ένα ακόμα μήνυμά της προς τους ίδιους τους Γεωργιανούς, αλλά και προς τις ΗΠΑ ότι έχει και άλλα βέλη στη φαρέτρα της.
Με άλλα λόγια, το πάνω χέρι δεν το έχουν οι Αμερικανοί. Εκτός των άλλων και επειδή μεσοπρόθεσμα η ενότητα της Δύσης δεν είναι δεδομένη. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες επιθυμούν την εκτόνωση της έντασης και την ομαλή προσγείωση στη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα, που σαφώς ευνοεί το Κρεμλίνο.
Από αυτές εδώ τις στήλες είχαμε εξ αρχής επισημάνει ότι η απόφαση των ΗΠΑ να εγκαταστήσουν αντιπυραυλική ομπρέλα στην Πολωνία και στην Τσεχία, σε συνδυασμό με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, θα εξωθούσε τη Μόσχα να προχωρήσει από τις φραστικές διαμαρτυρίες σε έμπρακτη αντίδραση. Η Ρωσία, άλλωστε, έχει προ πολλού υπερβεί τον γελτσινισμό. Ο Πούτιν δεν είχε αυταπάτες για τις αμερικανικές προθέσεις. Θεωρούσε δικαιολογημένα ότι πίσω από τη ρητορική περί εταιρικής σχέσης, οι ΗΠΑ προωθούν τη γεωπολιτική περικύκλωση της χώρας του.
Ο Πούτιν παρέλαβε τη Ρωσία στα γόνατα. Μεθοδικά οικοδόμησε το καθεστώς του και έθεσε υπό τον έλεγχό του την πολιτική και την οικονομία, εξουδετερώνοντας τους μηχανισμούς εξάρτησης από δυτικά συμφέροντα, που κληρονόμησε από την περίοδο Γέλτσιν. Η κατακόρυφη άνοδος των τιμών της ενέργειας τού επέτρεψε να ανασυγκροτήσει τη Ρωσία και να της δώσει νέα πολιτική αυτοπεποίθηση.
Τα σημάδια ήταν αρκετά, αλλά το σημείο καμπής ήταν αναμφίβολα η ομιλία του Ρώσου προέδρου στην 43η Διάσκεψη του Μονάχου (Φεβρουάριος 2007). Οι Δυτικοί είχαν αντιμετωπίσει μάλλον με συγκατάβαση εκείνη την ομιλία, θεωρώντας την λεονταρισμό χωρίς αντίκρισμα. Τα γεγονότα τούς διέψευσαν. Το πρώτο δείγμα της ρωσικής αποφασιστικότητας φάνηκε καθαρά στο μέτωπο του Κοσσυφοπεδίου.
Η Μόσχα εμπόδισε την έγκριση από το Συμβούλιο Ασφαλείας του σχεδίου Αχτισάαρι, γεγονός που εξώθησε την Ουάσιγκτον στην οδό της μονομερούς ανακήρυξης της ανεξαρτησίας. Με τον τρόπο αυτόν, όμως, δημιούργησε ένα αρνητικό προηγούμενο. Ηταν από τότε σαφές ότι οι Ρώσοι θα το επικαλούνταν για να παίξουν το δικό του παιχνίδι στον Καύκασο. Οι περιπτώσεις της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας είναι, άλλωστε, σχεδόν ταυτόσημες με την περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου.
Η τυχοδιωκτική στρατιωτική επίθεση εναντίον της Νότιας Οσετίας έδωσε το καλύτερο πρόσχημα στο Κρεμλίνο. Σε πρώτο επίπεδο για να πλήξει καίρια και να αποσταθεροποιήσει το καθεστώς του Σαακασβίλι. Σε δεύτερο επίπεδο για να στείλει έμπρακτο μήνυμα στις ΗΠΑ ότι έχουν πατήσει την κόκκινη γραμμή και στις χώρες της περιοχής ότι η αμερικανική ομπρέλα δεν προσφέρει αξιόπιστη προστασία.
Σε μία προσπάθεια να πιέσει το Κρεμλίνο και να εξισορροπήσει τις αρνητικές εντυπώσεις, η Ουάσιγκτον, συνεπικουρούμενη από πολλούς Ευρωπαίους, έχει υψώσει τους τόνους. Στην πραγματικότητα, όμως, η Δύση δεν διαθέτει αποτελεσματικούς μοχλούς πίεσης. Η σχέση ΝΑΤΟ - Ρωσίας είναι σε μεγάλο βαθμό προσχηματική και το πάγωμά της δεν μπορεί να βλάψει τη Μόσχα. Η χθεσινή ομόφωνη απόφαση της ρωσικής Βουλής υπέρ της ντε γιούρε απόσχισης των δύο περιοχών είναι ένα ακόμα μήνυμά της προς τους ίδιους τους Γεωργιανούς, αλλά και προς τις ΗΠΑ ότι έχει και άλλα βέλη στη φαρέτρα της.
Με άλλα λόγια, το πάνω χέρι δεν το έχουν οι Αμερικανοί. Εκτός των άλλων και επειδή μεσοπρόθεσμα η ενότητα της Δύσης δεν είναι δεδομένη. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες επιθυμούν την εκτόνωση της έντασης και την ομαλή προσγείωση στη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα, που σαφώς ευνοεί το Κρεμλίνο.
Comments