Skip to main content

Η αλλαγή που δεν θα έρθει

Ο Μπαράκ Ομπάμα

Ο Μπαράκ Ομπάμα

Όλα τα έθνη παραγνωρίζουν εξ ανάγκης σημαντικές πλευρές της πραγματικότητάς τους. Όμως του ηγεμονικού έθνους τις αυταπάτες μοιάζει υποχρεωμένη να τις μοιράζεται όλη η υφήλιος. Αυτή η υφήλιος, λόγου χάρη, που στο μεγαλύτερο μέρος της κρατά την ανάσα της για την εξαγγελθείσα “αλλαγή” στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

Η “αλλαγή”, βέβαια, δεν είναι απαραίτητο, στους μιντιακούς “μετα-πολιτικούς καιρούς” μας, να αντιστοιχεί σε οτιδήποτε στον αντικειμενικό κόσμο των παρατηρήσιμων φαινομένων. Αρκεί να κινητοποιεί μιαν αλυσίδα λόγου, με ασαφές περιεχόμενο αλλά υψηλή συγκινησιακή φόρτιση, προκειμένου αφενός να εκπληρωθεί η τελετουργία της συμβολικής “αυτοκάθαρσης” της μόνης υπερδύναμης και αφετέρου να απενοχοποιηθούν όσοι εντεύθεν του Ατλαντικού δυσανασχετούσαν να σύρονται πίσω της χωρίς ευπρεπέστερα προσχήματα...

Άλλωστε, “εκλεξιμότητα” σημαίνει ότι ένας υποψήφιος για υψηλό θώκο, ακόμη και ένας υποψήφιος που έχει κάνει σημαία του ακριβώς την “αλλαγή”, δίνει εγκαίρως τις εγγυήσεις του ότι καμία αλλαγή δεν απειλείται στην σφαίρα του ουσιώδους: την ίδια ώρα που το πλήθος εξακολουθεί να επευφημεί, ακόμη και αν γνωρίζει “που ήσαν λόγια αυτά και θεατρικά”.

Ποιαν “αλλαγή” επαγγέλλεται πραγματικά ο Μπάρακ Ομπάμα; Αν υπήρχαν δύο-τρεις τομείς στους οποίους υπήρχε επείγουσα ανάγκη αλλαγής στην Αμερική, αμέσως θα μνημόνευε κανείς την ασφυκτική κυριαρχία των λόμπι στην διαμόρφωση πολιτικής, την ανορθολογική μονομέρεια της αμερικανικής στάσης σε οτιδήποτε αφορά την ευρύτερη Μέση Ανατολή, καθώς και την κατάλυση των συνταγματικών ελευθεριών από μια θηριώδη ομοσπονδιακή εξουσία που παραχώρησε στον εαυτό της το δικαίωμα για υπερβάσεις κάθε είδους (παρακολουθήσεις, βασανιστήρια κ.ο.κ.).

Και όμως; πριν από λίγες μόνο εβδομάδες ο Μπάρακ Ομπάμα αισθάνθηκε την ανάγκη όχι μόνο να δηλώσει υποταγή σε ένα από τα ισχυρότερα λόμπι της Ουάσιγκτον, την Αμερικανο-Ισραηλινή Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων (AIPAC), αλλά έφθασε στο σημείο, κατά τον χαιρετισμό του στο ετήσιο συνέδριό της (μια διοργάνωση από μόνη της αποκαλυπτική, λόγω της παρουσίας του συνόλου του ομοσπονδιακού πολιτικού προσωπικού), να υπερακοντίσει την πολιτική όλων των προηγούμενων αμερικανικών κυβερνήσεων - για να μη μιλήσουμε για διεθνές δίκαιο- χαρακτηρίζοντας την Ιερουσαλήμ “αιώνια και αδιαίρετη πρωτεύουσα” του εβραϊκού κράτους.

Πριν από λίγες μόλις μέρες, ο Μπάρακ Ομπάμα, υπερψήφισε, κόντρα σε πολλούς Δημοκρατικούς συναδέλφους του στη Γερουσία, την τροπολογία με την οποία αμνηστεύθηκαν οι μεγάλες τηλεπικοινωνιακές εταιρείες που συνέδραμαν την κυβέρνηση στις χωρίς ένταλμα τηλεφωνικές παρακολουθήσεις και “διευκολύνθηκε” η περαιτέρω συνέχιση αυτής της πρακτικής.

Πριν δε από λίγες μόλις ώρες, και ενώ ήδη προβάρει την αυτοκρατορική πορφύρα του, ο “αντιπολεμικός” υποψήφιος Ομπάμα, διευκρίνισε, με άρθρο του στους Νιου Γιορκ Τάιμς ότι η μερική απεμπλοκή που προτείνει για τις αμερικανικές δυνάμεις στο Ιράκ, δεν έχει άλλο στόχο από την κλιμάκωση της πολεμικής προσπάθειας στο έτερο μέτωπο του “καλού” (αλλά, για λόγους που δεν μας εξηγεί, εξίσου τραγικά αποτυχημένου) πολέμου στο Αφγανιστάν: αποδεικνύοντας έτσι, ότι κάθε άλλο παρά γλωσσική παραδρομή αποτελούσε η παλαιότερη προτροπή του να βομβαρδισθεί το Πακιστάν (πυρηνική δύναμη 150 εκατομμυρίων κατοίκων...), αν δεν φανεί συνεργάσιμο στην καταδίωξη των Ταλιμπάν που βρίσκουν καταφύγιο στο έδαφός του.

Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε σε όλα αυτά ότι το ζήτημα του ρατσισμού, στο οποίο υποτίθεται θα έβαζε ταφόπλακα η ίδια η ανάδειξή του, παραμένει ανοιχτό, όπως μαρτυρεί ο θόρυβος σχετικά με το σατιρικό σκίτσο του Ομπάμα ως ισλαμιστή τρομοκράτη στο εξώφυλλο του περιοδικού “Νιου Γιόρκερ”. Η μουσουλμανική ταυτότητα αποδεικνύεται ότι αποτελεί ιδιότητα αυτεπαγγέλτως μεμπτή και ύποπτη στη σημερινή Αμερική: Την ίδια ώρα, σε ό,τι αφορά τις παλαιότερες μορφές ρατσισμού, ενάντια δηλ. στους Αφρο-Αμερικανούς, η υποψηφιότητα Ομπάμα περισσότερο εκφράζει την φαντασίωση την λευκών Αμερκανών ότι το φυλετικό ζήτημα επιλύθηκε, παρά τη γνώμη των άμεσα ενδιαφερόμενων.

Αρκεί μόνο να υπενθυμίσουμε, σε όσους επενδύουν προσδοκίες στους Δημοκρατικούς, ότι το “γαλάζιο κόμμα” συγκυβερνά την Αμερική εδώ και περίπου δύο χρόνια, αφότου απέκτησε τον έλεγχο του Κογκρέσου με τις ευλογίες μιας κοινής γνώμης, που έκτοτε είδε τα νομοθετικά σώματα να εγκρίνουν όλους τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς και όλες τις συνταγματικές αυθαιρεσίες της κυβέρνησης Μπους.

Το ότι η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής Νάνσι Πελόζι έχει αυτή τη στιγμή μονοψήφια ποσοστά δημοτικότητας, κάτω από το ίδιο τον πλανητάρχη, είναι ενδεικτικό. Μοιραία, λοιπόν, η στήλη επανέρχεται στο παλαιότερο ερώτημά της: Ποια χρησιμότητα έχει άραγε το να ψηφίζουν οι Αμερικανοί;

Comments

lornion said…
γιατί και κριτική και βιασύνη χωρίς αναμονή?Ακόμη δεν ανέλαβε καθήκοντα και θεωρώ την κριτική άκαιρη.Νομίζω πως σε πολλά που συμβαίνουν στον πλανήτη η γραφή και λεκτική μας προτρέχει της διανοίας μας .

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc

«Η Ελλάδα αισθάνεται αποκλεισμένη»