Στη φουρτούνα με κουρασμένο πλήρωμα Tου Aλεξη Παπαχελα Τι κρίμα που ορισμένα αυτονόητα και σημαντικά πράγματα δεν έγιναν στη χώρα μας όταν έπρεπε και όταν μπορούσαν να γίνουν! Σκεφθείτε λίγο με τι ορμή και τι ελπίδα ξεκινούσε η σημερινή κυβέρνηση το 2004 και πόσο ιδεώδες ήταν το πολιτικό βαρομετρικό. Ηταν μια κυβέρνηση με έναν δημοφιλή και πειστικό πρωθυπουργό, χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο στο γήπεδο, με μία κοινή γνώμη που ήθελε τις περίφημες μεταρρυθμίσεις και την οικονομία σε ανοδική πορεία. Ηταν μία κυβέρνηση που παρά τις κραυγές των τηλεπαραθύρων ξεπερνούσε κάθε κάβο και κάθε κρίση σαν να μη συνέβαινε τίποτα.Το τρελό της ιστορίας είναι πως επρόκειτο για μια κυβέρνηση που έσπαγε αυγά και μετά δεν ήξερε απλά να κάνει ομελέτα. Παράδειγμα; Η μεταρρύθμιση για την παιδεία. Φραστικά πήγε τα πράγματα στα άκρα, αντιμετώπισε επιτυχώς τις μαζικές κινητοποιήσεις, πήρε το πολιτικό κόστος και τελικά έκανε μια ημιμεταρρύθμιση η οποία σήμερα καταρρέει στην υλοποίησή της, όταν οι φοιτητές βλέπουν ότι δεν έχουν ακόμη πάρει βιβλία. Και η παιδεία είναι το πιο σοβαρό παράδειγμα μαζί με τα λιμάνια και τον ΟΤΕ που προέκυψε εκ λάθους...Κατά τα άλλα το σύστημα υγείας καταρρέει, τα ελλείμματα συσσωρεύονται, η διαφθορά αναπαράγεται, ο ΟΣΕ παραμένει μαύρη τρύπα, το κράτος πνίγει την επιχειρηματικότητα και η χώρα μοιάζει με υπερφορτωμένο γέρικο καράβι που μπαίνει σε τσουνάμι χωρίς πυξίδα και με κουρασμένο πλήρωμα. Η κοινή γνώμη δικαιολογημένα δεν θέλει να ακούσει πια για μεταρρυθμίσεις και προτιμά να γοητεύεται από τον λαϊκισμό που κάνει τις τράπεζες ή τη ΔΕΗ σάκο του μποξ για κάθε ελληνική παθογένεια. Το ιδεολογικό εκκρεμές παγκοσμίως πάει προς την πλευρά της ενίσχυσης του κράτους δίνοντας πάτημα σε όσους επιθυμούν τη διαιώνιση του στάτους κβο στην Ελλάδα, ξεχνώντας πόσο ανεπαρκές και διεφθαρμένο είναι το ελληνικό κράτος. Οπως ακριβώς συνέβη, για διαφορετικούς λόγους, με την κυβέρνηση Μητσοτάκη έτσι και τώρα οι «μεταρρυθμίσεις» δυσφημίσθηκαν και πέρασαν στα γραφικά κλισέ. Οταν ο κόσμος τις ήθελε και ο πρωθυπουργός μπορούσε, δεν έγιναν. Τώρα ο κόσμος ούτε θέλει να τις ακούσει και ο σημερινός πρωθυπουργός δεν αντέχει να τις κάνει.Οσο για την ελληνική κοινωνία, με τη βοήθεια των τριτοκοσμικών τηλεπαραθύρων, συζητάει τα λάθος πράγματα, τη λάθος ώρα σαν να μην καταλαβαίνει τίποτα. Ο κ. Παπανδρέου πέφτει στην παγίδα του δηλητηριώδους «ώριμου φρούτου», αρνούμενος πεισματικά να πει στον κόσμο την αλήθεια. Πολύ φοβούμαι πως θα περάσουμε από μία φάση ανεξέλεγκτου λαϊκισμού ο οποίος θα εντείνεται όσο θα βαθαίνει η οικονομική κρίση.Είναι πραγματικά κρίμα που ξοδεύτηκαν πέντε χρόνια χωρίς τις γενναίες μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα. Και μάλιστα σε μια περίοδο που μπορούσαν να γίνουν. Η κεντροδεξιά παράταξη οφείλει όμως να αρχίσει να συζητάει σοβαρά γιατί δεν καταφέρνει να πάρει πάνω της πειστικά και αποτελεσματικά το εγχείρημα των πραγματικών μεταρρυθμίσεων στη χώρα. Επειδή δεν πίστεψε ποτέ πραγματικά σε αυτές; Επειδή δεν μπόρεσε να μπολιασθεί με τα νέα δυναμικά στρώματα της κοινωνίας; Επειδή πίστεψε απλά στην ιδέα ότι θα ερχόταν νομοτελειακά η σειρά της να κυβερνήσει; Γιατί δεν φτάνει να θυμώνουμε με αυτά που μπορούσαν να γίνουν και δεν έγιναν. Πρέπει κάπως να πάμε παρακάτω σαν χώρα...
επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα
Κεφαλονίτικα ανέκδοτα Συζητούν τρεις παπάδες, ένας από το Αγιο όρος, ένας από την Αθήνα και ένας Κεφαλονίτης για το πως κατανέμουν τα έσοδα των εκκλησιών τους. Λέει ο παπάς από το Αγιο όρος: «Εγώ Πετάω στον αέρα όλα τα νομίσματα και όσα έρθουν κορώνα είναι του Θεού και τα δίνω για τις ανάγκες της εκκλησίας και όσα έρθουν γράμματα είναι δικά μου». Λέει ο Αθηναίος παπάς: «Και εγώ πετάω τα νομίσματα στον αέρα και όσα σταθούν όρθια είναι του Θεού και της εκκλησίας, όσα πέσουν στο πλάι (κορώνα ή γράμματα) είναι σαφώς δικά μου». Και στο τέλος ο Κεφαλονίτης ο παπάς: «Εγώ κύριοι συνάδελφοι κάνω το ίδιο που κάνετε και εσείς με πιο απλές διαδικασίες για να μη χάνουμε και χρόνο. Πετάω στον αέρα όλα τα νομίσματα. Όσα θέλει τα κρατάει ο Θεός και όσα πέσουν κάτω είναι δικά μου!» Είναι ένας Κερκυραίος, ένας Κεφαλλονίτης κι ένας Λευκαδίτης, που ξεμονάχιασαν, κάπου σ' ένα αραχνιασμένο, σκοτεινό υπόγειο ένα λυχνάρι, απ' αυτά τα μυστήρια με τα τζίνια. Το τρίψανε και ξεπετάχτηκε το τζίνι. «Έχετε ο
Comments