Μέτωπο τρομοκρατίας η Νότια Ασία/καθημερινή
The Economist
Δεν είναι η πρώτη φορά που η τρομοκρατία στήνει καρτέρι στη Βομβάη, την οικονομική πρωτεύουσα της Ινδίας. Το 1993, πάνω από 250 άτομα έχασαν τη ζωή τους σε σειρά βομβιστικών επιθέσεων που θεωρήθηκαν αντίποινα για την κατεδάφιση του μουσουλμανικού τεμένους της Αγιόντα από φανατικούς ινδουιστές.
Το 2003 πάνω από 50 άτομα σκοτώθηκαν σε δύο εκρήξεις παγιδευμένων αυτοκινήτων, εκ των οποίων η μία συνέβη ακριβώς έξω από το ξενοδοχείο Ταζ Μαχάλ, δίπλα στη μνημειώδη «Πύλη της Ινδίας». Το 2006, πάνω από 180 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε επτά διαφορετικές εκρήξεις σε σιδηροδρομικούς σταθμούς και τρένα. Ομως, η τελευταία φρικαλεότητα -ή μάλλον σειρά φρικαλεοτήτων- είναι κάτι καινούργιο για την πόλη. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν απ' αυτήν είναι ανησυχητικά, όχι μόνο για την Ινδία αλλά γενικά για τη μάχη κατά της τρομοκρατίας.
Δύο σημαντικές διαφορές
Οι πολύνεκρες επιθέσεις, που άρχισαν την Τετάρτη και τελείωσαν την Παρασκευή, διαφέρουν από τις προηγούμενες με δύο τρόπους.
Πρώτον, ήταν πιο καλοσχεδιασμένες και οι εμπλεκόμενοι τρομοκράτες ήταν πολλοί.
Δεύτερον, αναζητούσαν ως στόχους ξένους, συγκεκριμένα Αμερικανούς, Βρετανούς και Ισραηλινούς. Είτε η ομάδα Ντεκάν Μουτζαχεντίν που ανέλαβε την ευθύνη υπάρχει πραγματικά είτε όχι, οι υποψίες αναπόφευκτα θα πέσουν σε μουσουλμάνους εξτρεμιστές. Η μέθοδος των επιθέσεων υποδεικνύει ότι η Αλ Κάιντα ενεπλάκη σε αυτές ή τουλάχιστον τις ενέπνευσε, κάτι πολύ ανησυχητικό για την Ινδία, που ώς τώρα θεωρούσε ότι είναι απαλλαγμένη από αυτή την κατάρα. Οταν πριν από μερικά χρόνια ο Αμερικανός πρόεδρος Μπους σύστησε τον Ινδό πρόεδρο Μανμοχάν Σινγκ στη σύζυγό του Λόρα, φέρεται να της είπε ότι η Ινδία είναι μια χώρα με 150 εκατομμύρια μουσουλμάνους και ούτε ένα μέλος της Αλ Κάιντα.
Στο παρελθόν, οι τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ινδία αποδίδονταν συστηματικά σε ξένο δάκτυλο. Συνήθως αυτό σήμαινε είτε την κυβέρνηση του Πακιστάν είτε ανεξέλεγκτα στοιχεία των μυστικών υπηρεσιών του είτε, σπανιότερα, το Μπαγκλαντές.
Ομως, τους τελευταίους μήνες οι Ινδοί μουτζαχεντίν ανέλαβαν την ευθύνη για μια σειρά επιθέσεων στο Δελχί, την Τζαϊπούρ, την Μπαγκαλόρ και το Αχμενταμπάντ. Η οργάνωση αυτή, την οποία η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι εξάρθρωσε, είχε απειλήσει ρητά με «φονικές επιθέσεις» και στη Βομβάη.
Οι μουσουλμάνοι της Ινδίας
Ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Ινδίας αποτελεί πράγματι εύφορο έδαφος για όσους σπέρνουν το μίσος. Η εικοσαετής εξέγερση στο ινδικό Κασμίρ, τη μόνη ινδική επαρχία με μουσουλμανική πλειοψηφία δεν βρίσκεται σε ύφεση, όπως πολλοί πιστεύουν. Πέρυσι, η διαμάχη αυτή κόστισε πάνω από 800 ζωές. Φέτος, πάνω από 30 άοπλοι διαδηλωτές έχασαν τη ζωή τους σε μαζικές διαμαρτυρίες εναντίον της ινδικής κυριαρχίας.
Το θερμόμετρο έχει ανέβει καθώς στο κρατίδιο προετοιμάζονται εκλογές, τις οποίες οι αυτονομιστές θέλουν να μποϋκοτάρουν. Στην υπόλοιπη Ινδία, οι μουσουλμάνοι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. Εκθεση που συντάχθηκε για λογαριασμό της κυβέρνησης διαπίστωσε ότι οι Ινδοί μουσουλμάνοι είναι κατά μέσο όρο σε χειρότερη κατάσταση από τους ινδουιστές στους τομείς της εκπαίδευσης, της εργασίας και του εισοδήματος. Επίσης, οι μουσουλμάνοι έχουν πέσει κατά καιρούς θύματα φοβερής βίας. Περισσότεροι από 2.000 μουσουλμάνοι έχασαν τη ζωή τους σε πογκρόμ στην επαρχία Γκουτζαράτ το 2002, οι δράστες του οποίου παραμένουν ακόμη ατιμώρητοι. Το πογκρόμ εκείνο είχε γίνει επειδή ένας μουσουλμάνος είχε θεωρηθεί υπεύθυνος για τη δολοφονία ινδουιστών ακτιβιστών. Ολα αυτά υπογραμμίζουν έναν από τους κινδύνους που αντιμετωπίζει τώρα η Ινδία, την όξυνση των διαφυλετικών εντάσεων και της βεντέτας.
Επιπλέον, ώς τον Μάιο αναμένονται εκλογές, κάτι που αυξάνει τους κινδύνους. Ενα από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της χώρας, το αντιπολιτευόμενο Μπχαρατίγια Τζανάτα είναι υπέρμαχος των δικαιωμάτων των ινδουιστών και συχνά κατηγορεί την κυβέρνηση του κόμματος του Κογκρέσου ότι είναι «χαλαρή» με την τρομοκρατία. Βέβαια η πρόσφατη σύλληψη ινδουιστών βομβιστών, που σκόπευαν να εκδικηθούν για τις επιθέσεις των Ινδών μουτζαχεντίν ίσως να αφαιρέσει αυτό το επιχείρημα από τη φαρέτρα του κόμματος. Ομως το νέο φαινόμενο της ινδουιστικής τρομοκρατίας δεν είναι ακριβώς παρηγορητικό.
Οι σχέσεις με Πακιστάν
Ενας δεύτερος κίνδυνος είναι ότι, αν οι υποψίες των Ινδών βαρύνουν εκ νέου το Πακιστάν, η βραδεία αναθέρμανση των σχέσεων των δύο χωρών θα περάσει σε φάση βαθιάς κατάψυξης.
Στην πραγματικότητα, ο νέος πρόεδρος του Πακιστάν, Ασίφ Ζαρνταρί, είναι τόσο συμφιλιωτικός με την Ινδία ώστε να συναντά εσωτερικές αντιδράσεις. Εκνεύρισε τους οπαδούς της Τζιχάντ, περιγράφοντας τους αντάρτες του Κασμίρ ως «τρομοκράτες», είπε ότι το Πακιστάν δεν θα κάνει ποτέ πρώτο χρήση πυρηνικών και ανακοίνωσε ότι διαλύθηκε το «πολιτικό σκέλος» των πακιστανικών μυστικών υπηρεσιών ISI (που ώς τώρα υποτίθεται ότι δεν υπήρχε). Αν λοιπόν υπάρχει πράγματι ανάμιξη των επίσημων πακιστανικών υπηρεσιών στις επιθέσεις στη Βομβάη, αυτό σημαίνει ότι ο Ζαρνταρί δεν ελέγχει τους μηχανισμούς.
Καλύτερος στόχος
Ο τρίτος κίνδυνος αφορά όχι μόνο την Ινδία, αλλά και όλο τον κόσμο. Ο κίνδυνος είναι να βρισκόμαστε σε νέα φάση της μάχης κατά της Αλ Κάιντα και των κλώνων της. Η οργάνωση χάνει έδαφος σε κάποιες μουσουλμανικές χώρες, όπως στην Ινδονησία, όπου δεν υπήρξε άλλη επίθεση μετά το 2002 και στο Ιράκ, όπου πολλοί έδειξαν την απέχθειά τους προς τους τρομοκράτες.
Το μεγαλύτερο λάθος της οργάνωσης ήταν ότι σκότωσε και μουσουλμάνους. Ομως, οι χώρες στις οποίες οι μουσουλμάνοι είναι μειοψηφία μπορεί να αποτελούν καλύτερο στόχο για τους τρομοκράτες. Σε τέτοιες χώρες, πολλοί μουσουλμάνοι νιώθουν ότι έχουν περιθωριοποιηθεί. Τρομοκρατικές επιθέσεις σε τέτοιες χώρες προκαλούν αντιδράσεις εναντίον των μουσουλμάνων γενικώς, κάτι που εν συνεχεία προξενεί απελπισία στους μουσουλμάνους, την οποία εκμεταλλεύεται η Αλ Κάιντα.
Αυτή η τακτική έχει ήδη λειτουργήσει στη Βρετανία. Αν επιτύχει και στην Ινδία, που έχει τη μεγαλύτερη μουσουλμανική μειονότητα στον κόσμο, οι επιπτώσεις για την παγκόσμια μάχη κατά της τρομοκρατίας θα είναι καταστροφικέ
Comments