Από τον Ιπποκράτη στις μέρες μας
από Καθημερινή της Κυριακής
Tου Γεωργιου Κουμαντου

Στο πλαίσιο της ιατρικής δεοντολογίας, κανένα κείμενο δεν έχει διατηρήσει τόση αίγλη μέσα στους αιώνες όσο ο περίφημος «Ορκος» του Ιπποκράτη. Γενεές και γενεές ιατρών έχουν χαλουγηθεί –και δικαίως– με σεβασμό για το κείμενο αυτό. Για την αποτίμηση όμως συγχρόνων ευαισθησιών μπορεί να είναι χρήσιμο να επισημάνουμε κάποια σημεία ριζικής απομάκρυνσης από τις επιταγές του κειμένου αυτού. Γιατί αυτές οι απομακρύνσεις φωτίζουν την ανάπτυξη κάποιων δικαιωμάτων του ανθρώπου που τότε δεν είχαν ακόμη τη θέση που σήμερα κατέχουν στις συνειδήσεις.

Θα αναφέρω δύο νομικές ρυθμίσεις, καθιερωμένες σήμερα, που πάντως απομακρύνονται από το ρητό γράμμα του Ιπποκράτη. Η πρώτη αναφέρεται στη διακοπή της κύησης. Η παλαιότερη ρύθμιση και στο νεότερο δίκαιο ξεκινούσε από την αρχή ότι το έμβρυο, ακόμα στις πρώτες μέρες μετά τη σύλληψη είναι μια μορφή ανθρώπινης ζωής και επομένως πρέπει να προστατεύεται και από το δίκαιο· η άμβλωση απαγορευόταν και ήταν αξιόποινη με εξαίρεση την ακραία περίπτωση κινδύνου για τη ζωή ή την υγεία της γυναίκας. Ο Ιπποκράτης διακήρυσσε στον «Ορκο του»: «Ουδέ γυναικεί πεσσόν φθόριον δώσει» («να μη δώσω ποτέ σε γυναίκα φάρμακο για να αποβάλει»).

Η αυτονομία της γυναίκας

Κατά τις πιο σύγχρονες αντιλήψεις η αντιμετώπιση του θέματος έχει ως αφετηρία όχι μια, αλλά δύο αρχές: η μια είναι ο σεβασμός της ανθρώπινης ζωής, αλλά η άλλη είναι η αυτονομία της γυναίκας που απορρέει από την προστασία της προσωπικότητάς της και καταλήγει στην αναγνώριση κάποιου δικαιώματος επί του σώματός της, άρα και του δικαιώματος σε σεξουαλική ζωή χωρίς την εγκυμοσύνη και την παιδοποιία ως υποχρεωτική συνέπεια. Το δίκαιο καλείται να βρει ρυθμίσεις που θα συμβιβάζουν τις δύο αυτές αρχές.

Οι ρυθμίσεις που σήμερα ισχύουν έχουν όλα τα γνωρίσματα των συμβιβαστικών λύσεων που ειδικότερα στον καθορισμό χρονικών ορίων μπορεί να φαίνονται αυθαίρετες: στις δώδεκα πρώτες εβδομάδες της εγκυμοσύνης, η διακοπή της κύησης είναι ελεύθερη και ο νόμος μεριμνά μόνο για την εκτέλεσή της κάτω από συνθήκες ασφαλείς για τη γυναίκα· μέχρι τη δέκατη ένατη εβδομάδα η διακοπή της εγκυμοσύνης επιτρέπεται αν η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα εγκληματικής πράξης εις βάρος της γυναίκας όπως ο βιασμός, η αποπλάνηση ανήλικης, η αιμομιξία και η κατάχρηση γυναικός ανίκανης να αντισταθεί· μέχρι την εικοστή τέταρτη εβδομάδα, η διακοπή της εγκυμοσύνης επιτρέπεται αν έχει διαπιστωθεί ένδειξη σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου που πιθανολογεί τη γέννηση παθολογικού παιδιού· τέλος, χωρίς χρονικό περιορισμό, η εγκυμοσύνη μπορεί να διακοπεί αν είναι επικίνδυνη για τη ζωή ή για την υγεία της γυναίκας.

Συμβιβασμοί και επιλογές

Δώδεκα, δεκαεννιά, είκοσι τέσσερις, ολόκληρη η διάρκεια της εγκυμοσύνης – ο νομοθέτης φαίνεται να προσπαθεί να λάβει υπόψη του την πορεία της ωρίμασης του εμβρύου και ανάλογα να δέχεται ευκολότερα ή δυσκολότερα την έκτρωση. Μια προσπάθεια συμβιβασμού σημαίνει ότι ο νομοθέτης τοποθετεί σε ένα επίπεδο ισότητας της δύο απόψεις χωρίς να δίνει το προβάδισμα στη μία. Εκείνο που πρέπει να επισημανθεί –και από την πλευρά μου, να επισημανθεί καταφατικά– είναι ο πραγματισμός με τον οποίον ο νομοθέτης προσεγγίζει το θέμα, προσπαθώντας να προσαρμοστεί σε σύγχρονες κοινωνικές αντιλήψεις και ευαισθησίες, μακριά από τελικά άλυτους μεταφυσικούς ή θρησκευτικούς προβληματισμούς, όπως από ποια στιγμή αρχίζει η ύπαρξη ζωής ή ανθρώπου, αν είναι κανείς κύριος του σώματός του ή αν η κυριότητα αυτή περιλαμβάνει και ό,τι κυοφορείται μέσα στο σώμα.

Κάνοντας εδώ μια παρέμβαση και πριν περάσω στο δεύτερο θέμα απομάκρυνσης του σύγχρονου νομοθέτη από κάποιες ιπποκράτειες επιταγές θα αναφέρω ότι τέτοιες τοποθετήσεις του νομοθέτη σε μεταφυσικά ή θρησκευτικά θέματα είναι καμιά φορά αναπότρεπτες και ο νομοθέτης πρέπει να τις τολμάει. Ενδιαφέρον παράδειγμα παρέχει μια ρύθμιση του Αστικού Κώδικα που κι αυτή σχετίζεται με ιατρικές πράξεις και αφορά την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου. Ο νομοθέτης είχε να επιλέξει μεταξύ της σωτηρίας του σώματος και της σωτηρίας της ψυχής του ανηλίκου κατά την αντίληψη των γονέων του – έστω κατά μία αντίληψη που ο νομοθέτης κρίνει σφαλερή: αν χρειάζεται κάποια ιατρική επέμβαση για να αποτραπεί κίνδυνος ζωής ή υγείας του ανήλικου παιδιού και οι γονείς αρνούνται, ο νομοθέτης επιλέγει τη σωτηρία του σώματος και ο εισαγγελέας δίνει αμέσως την απαιτούμενη άδεια.

Ανοχή κάποιας ευθανασίας

Ας επανέλθουμε τώρα σε μια άλλη απομάκρυνση των συγχρόνων αντιλήψεων –και της σύγχρονης νομοθεσίας– από τις εντολές του Ιπποκράτη. Λέει ο «Ορκος» «ου δώσω δε ουδέ φάρμακον ουδενί αιτηθείς θανάσιμον ουδέ υφηγήσομαι συμβουλήν τοιην» («να μη δώσω ποτέ σε κανένα, έστω κι αν μου το ζητήσει, θανατηφόρο φάρμακο») καταδικάζοντας έτσι κάθε περίπτωση ευθανασίας.

Στις μέρες μας γίνονται πολλές διακρίσεις σχετικά με την ευθανασία. Γίνεται λόγος για ενεργητική και παθητική ευθανασία, για άμεση και έμμεση, για εκούσια και ακούσια, για περιπτώσεις όπου ο ασθενής μπορεί να εκφράσει τη βούλησή του και για άλλες που δεν μπορεί, για απλή διακοπή της τεχνητής στήριξης της ζωής και για συνέργεια στην αυτοκτονία. Υπάρχουν όμως κάποιες σκέψεις που αφορούν ενδείξεις μεταβολών στις κοινωνικές αντιλήψεις επί του θέματος.

Κάποια κοινωνική ανοχή της ευθανασίας με τη μορφή της συμπαράστασης στην αυτοκτονία δείχνουν ήδη οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που αφορούν την ανθρωποκτονία με συναίνεση και τη συμμετοχή σε αυτοκτονία. Και οι δύο αυτές πράξεις τιμωρούνται μεν αλλά τιμωρούνται ελαφρότερα από την (ας πούμε) «κανονική» ανθρωποκτονία. Μάλιστα ειδικά αναφέρεται ως προϋπόθεση της ελαφρότερης ποινής στην ανθρωποκτονία με συναίνεση αν υπήρχε «σπουδαία και επίμονη απαίτηση του θύματος... που έπασχε από ανίατη ασθένεια» και αν έγινε «από οίκτο» γι’ αυτό.

Περισσότερο θα επιμείνω σε μια διάταξη του «Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας» που πρόσφατα, το 2005, ψηφίστηκε από τη Βουλή. Το άρθρο, λοιπόν, 29 αυτού του Κώδικα, στην τελευταία παράγραφό του ορίζει: «Ο ιατρός οφείλει να γνωρίζει ότι η επιθυμία ενός ασθενούς να πεθάνει, όταν αυτός βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο, δεν ασκεί νομική δικαιολόγηση για τη διενέργεια πράξεων οι οποίες στοχεύουν στην επίσπευση του θανάτου». Οχι λοιπόν κήρυξη νομίμων των πράξεων ευθανασίας αλλά, προσοχή, αποκλείονται μόνον οι πράξεις που «στοχεύουν» στην επίσπευση του θανάτου – κατ’ αντιδιαστολή νόμιμες είναι οι πράξεις θεραπείας, έστω και απλώς παρηγορητικής, που δεν στοχεύουν στην επίσπευση του θανάτου έστω και αν τον προκαλούν. Ετσι, έμμεσα νομιμοποιούνται, ορισμένες μορφές ευθανασίας πέρα από τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, που απλώς θα τις τιμωρούσε ελαφρότερα.

Ισως οι ρυθμίσεις αυτές, που φαίνονται αντίθετες προς το κείμενο του Ιπποκράτη να μην προδίδουν το βαθύτερο πνεύμα, γιατί το πνεύμα επιζεί μόνον όταν προσαρμόζεται στις μεταβολές των κοινωνικών συνθηκών και των κοινωνικών αντιλήψεων που φυσικό είναι να έχουν επέλθει ύστερα από δυόμισι χιλιάδες χρόνια.
Eκτύπωση | e-mail

Comments

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc

«Η Ελλάδα αισθάνεται αποκλεισμένη»