Κρίσιμη έλλειψη: το έναυσμα


Tου Xρηστου Γιανναρα

Η παραγωγικότητα μιας κοινωνίας, επομένως ο πλούτος και ο οικονομικός δυναμισμός της· η κατά κεφαλήν καλλιέργεια των μελών της, επομένως η ποιότητα της ζωής τους· το διεθνές κύρος της, επομένως η ασφάλεια και αξιοπρέπεια που εξασφαλίζει στα μέλη της· αυτά τα πρώτιστα και ουσιώδη είναι συνάρτηση αντανακλαστικών: Πόσο έγκαιρα μια κοινωνία αποπέμπει (στέλνει στο σπίτι του) έναν ανίκανο ή διεφθαρμένο ηγέτη.

Καθυστέρηση στην αποπομπή, δήθεν σύνεση ανοχής ή «φιλάνθρωπη» παροχή περιθωρίου «διόρθωσης» της ανικανότητας, είναι τεκμήρια προχωρημένου εκφυλισμού της κοινωνίας, συμπτώματα γενικευμένης (κατά πλειονότητα) αμβλύνοιας. Και πρωταρχικό γνώρισμα της αυτοκαταστροφικής αυτής παθολογίας είναι η άρνηση (ψυχολογική) της πλειοψηφίας να πιστοποιήσει και να παραδεχθεί τον εκφυλισμό και τη συλλογική διολίσθηση στην αμβλύνοια.

Γι’ αυτό και μοιάζει μάλλον αδύνατο για την πλειονότητα των πολιτών στην Ελλάδα σήμερα να μην προσπεράσουν σαν «υπερβολική» (άρα ανεδαφική) την υπόδειξη ότι καθυστερεί αυτοκτονικά η αποπομπή αποτυχημένων πολιτικών αρχηγών, η καθολική αποδοκιμασία που θα τους στείλει στα σπίτια τους. Λογικές αιτιολογήσεις της καθυστέρησης δεν υπάρχουν και τα όσα ψελλίζονται τάχα περί περιθωρίων ανοχής ή περί επιλογής του μη χείρονος, είναι παιδαριώδη.

Η κοινωνία βυθίζεται ανελέητα στο αδιέξοδο, το πολιτικό σύστημα έχει προ πολλού καταρρεύσει (αδυνατεί να ανταποκριθεί σε στοιχειώδεις ανάγκες, π.χ. να συντάξει και να εφαρμόσει κρατικό προϋπολογισμό). Αλλά οι κυρίως υπαίτιοι και πρωταγωνιστές της κατάρρευσης παραμένουν με γελοιώδη αυταρέσκεια στα πόστα τους.

Δεν μοιάζει να πρόκειται για περιστασιακό, συγκυριακό φαινόμενο, πρέπει μάλλον να το δούμε ως χρόνιο, ενδημικό σύμπτωμα, ένδειξη ότι πλεονάζει η ανθρωπολογική πια αλλοτρίωση στον τόπο μας. Σίγουρα το κυνήγι του εγωκεντρικού συμφέροντος υπακούει σε άλογες κτηνώδεις ορμές. Αλλά και πάλι δεν δικαιολογείται να κατακλύζεται, δύο φορές μέσα σε ένα μήνα, το Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο από εκπροσώπους των «παραγωγικών» (sic) τάξεων, που χειροκροτούν θερμά δύο, αντίπαλους υποτίθεται, αποδεδειγμένης επί χρόνια ανικανότητας, κομματάρχες. Καμιά σκοπιμότητα δεν δικαιολογεί τόσο πολλούς «διακεκριμένους» ανθρώπους να επιδεικνύουν δημόσια την παραίτησή τους από την κριτική λειτουργία του εγκεφάλου τους, μαζί και τον κατεξευτελισμό της αξιοπρέπειάς τους.

Είναι μάλλον σύμπτωμα ανθρωπολογικής αλλοτρίωσης να μην εκφράζει ο Ελλαδίτης σήμερα, ούτε καν στις δημοσκοπήσεις, αποτροπιασμό για την κραυγαλέα ανικανότητα δοκιμασμένων επί χρόνια στην εξουσία κομματαρχών. Να μετράνε οι δημοσκοπήσεις «προβάδισμα» πότε του ενός και πότε του άλλου κορυφαίου της ανικανότητας, αντί να κραυγάζουν τον καταποντισμό και των δύο, τη μείωση της λαϊκής προτίμησης σε μονοψήφιο αριθμό, ενδεικτικόν ασήμαντης κοινωνικής ομάδας. (Ενα κάποιο ποσοστό απερίσκεπτων ανθρώπων δικαιολογείται και στις «καλύτερες κοινωνίες»).

Ούτε είναι παρήγορο που μειώνεται μεν (σε ποσοστιαίες μονάδες) η λαϊκή εμπιστοσύνη στα δύο μεγαλύτερα κόμματα, μεταφέρεται όμως σαν προτίμηση στην αδίστακτη καπηλεία της Αριστεράς. Ενδυναμώνονται οι νονοί των συνδικάτων του δημόσιου τομέα, οι κομματικοί πάτρωνες του μαφιόζικου συνδικαλισμού, των απεργιών «κοινωνικού κόστους», των διαδηλώσεων που ακυρώνουν το μεροκάματο εκατοντάδων χιλιάδων βιοπαλαιστών. Μεταφέρεται η εύνοια των ψηφοφόρων από την ανυπόφορη ανικανότητα στον αδιάντροπο καριερισμό, στην ιδεολογική τρομοκρατία τριάντα χρόνων δικτατορίας της μετριότητας.

Καρπώνεται τη μέτρια λαϊκή απόγνωση το έκγονο του τεχνητού εντυπωσιασμού των αφελών: ο τριανταπεντάχρονος που μιλάει τη γλώσσα εβδομηντάρη αγκυλωμένου στο αναμάσημα στερεότυπων αναχρονιστικών κοινοτοπιών. Την καρπώνεται και η λαϊκότροπη κουτοπονηρία που προσπαθεί με την αυτοτιτλοφόρησή της να εμπλέξει στους υπονόμους τής κομματικής ιδιοτέλειας τα σεβάσματα, ιερά και όσια, των Ελλήνων.

Θα αρκούσε ίσως μία και μόνη σοβαρή εφημερίδα, ένα και μόνο σοβαρό (αν υπάρχει) τηλεοπτικό κανάλι, για να στρέψει την προσοχή της ελλαδικής κοινωνίας στις δυνατότητες και στις προϋποθέσεις να αυτενεργοποιηθεί με στόχο την ανάσχεση της πολιτικής της αποσύνθεσης. Το πώς μπορεί να οργανωθεί ένα τέτοιο συνεγερτικό εγχείρημα, το ξέρουν οι ταλαντούχοι δημοσιογράφοι καλύτερα από κάθε άλλον – υπάρχουν και ιστορικά προηγούμενα που αξίζει να μελετηθούν. Προαπαιτείται μόνο να αναδυθεί η σοβαρότητα από τον ρεαλισμό της επίγνωσης ότι η πολιτική αποσύνθεση δεν συμφέρει κανέναν. Ούτε τον ιδιοτελέστερο αμοραλισμό.

Είναι επείγουσα ανάγκη να αποπεμφθούν οι ανίκανοι. Αν σε πέντε χρόνια ένας αρχηγός δεν έμαθε να συγκροτεί το επιτελείο του, αν επενδύει την ψυχολογική του ανασφάλεια χρίοντας υπουργούς τα ξαδέλφια, τα φιλαράκια και τα εκτοπλάσματα του κομματικού επαγγελματισμού, δεν πρόκειται να αλλάξει τακτική στον αιώνα τον άπαντα. Και αν σε πέντε επίσης χρόνια δεν έφτασε να καταλαβαίνει, άλλος αρχηγός, ποια ενεργήματά του, αλλά και ποια συμπεριφορά, ποια γλώσσα, ποιες χειρονομίες και ύφος τον καθιστούν αξιολύπητα μειονεκτικό και ολίγιστον, δεν θα το καταλάβει όσα περιθώρια ανοχής και αν του δοθούν.

Είναι κατεπείγουσα ανάγκη να αφυπνισθεί η κοινή γνώμη σε ενεργό ανάσχεση της πολιτικής διάλυσης, να απαιτήσει μεταπολίτευση, καινούργιο Σύνταγμα, θεμέλιο ριζικής αλλαγής του πολιτικού συστήματος και σκηνικού. Οσο και αν έχει ασελγήσει στο λαϊκό σώμα η κομματοκρατία, η ελλαδική κοινωνία (κάθε κοινωνία, οσοδήποτε παρακμιακή) κρύβει στους κόλπους της ανθρώπινη ποιότητα που μπορεί να επιστρατευθεί για την ανάκαμψη.

Το έναυσμα είναι η κρίσιμη έλλειψη.

Και σε αυτό το έναυσμα απέβλεπε κάποτε το άρθρο 1-1-4 του Συντάγματος. Μόνο η χιλιοχλευασμένη φιλοπατρία των Ελλήνων μπορεί να προκαλέσει την καθολική συνέγερση για την ανάσχεση της αποσύνθεσης.


Comments

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc

«Η Ελλάδα αισθάνεται αποκλεισμένη»