Νίκησε" στα σημεία "ο Μπαρακ Ομπάμα
Του απεσταλμένου μας στη Νεα Υορκη Αθανασιου Ελλις
Με ξεκάθαρη καταγραφή των διαφορών που τους χωρίζουν στην οικονομία και στην εξωτερική πολιτική, αλλά χωρίς τη συντριπτική επικράτηση του ενός επί του άλλου, έληξε η πρώτη τηλεοπτική αναμέτρηση ανάμεσα στον Μπαράκ Ομπάμα και τον Τζον Μακέιν. Ο τελευταίος εμφανίσθηκε πιο άνετος, επιδεικνύοντας και αίσθηση χιούμορ, αλλά τις εντυπώσεις κέρδισε ο Δημοκρατικός υποψήφιος, κάτι που επιβεβαίωσαν και οι πρώτες μετρήσεις που διενήργησαν τα τηλεοπτικά δίκτυα αμέσως μετά την ολοκλήρωση της τηλεμαχίας. Η εξέλιξη αυτή λειτουργεί υπέρ του Ομπάμα, αφού διατηρείται ανέπαφη η μέχρι τώρα πρωτοκαθεδρία του στις δημοσκοπήσεις, ενώ το γεγονός ότι ο Μακέιν δεν κατάφερε να επικρατήσει σε μια αναμέτρηση που ήταν επικεντρωμένη στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, που θεωρητικά αποτελούν το «ισχυρό του χαρτί», είναι βέβαιο ότι θα προβληματίσει το επιτελείο του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου.
Χωρίς λάθη
Κανένας από τους δύο αντιπάλους δεν υπέπεσε σε σοβαρά λάθη. Ο Μακέιν ήταν περισσότερο συναισθηματικός, αλλά ταυτόχρονα αποφασιστικός και επιθετικός προβάλλοντας συνεχώς την εμπειρία του. Ο 72χρονος γερουσιαστής της Αριζόνας εξέπεμψε ισχύ και σιγουριά, επιχειρώντας να αναδείξει ως αβέβαιη και ριψοκίνδυνη επιλογή την εκλογή του «άπειρου» αντιπάλου του. Από την πλευρά του ο Αφροαμερικανός γερουσιαστής του Ιλινόι με στοχευμένες απαντήσεις κατάφερε να πείσει ότι διαθέτει την αναγκαία γνώση των θεμάτων της οικονομίας και της εξωτερικής πολιτικής, και είναι αξιόπιστος και ικανός να αναλάβει την ηγεσία της χώρας. Πρόβαλε τη διαχείριση του μέλλοντος σε αντιδιαστολή με την επιστροφή στο παρελθόν, ενώ σε ό,τι αφορά την ουσία επιχείρησε να συνδέσει τον Μακέιν με την πολιτική του Τζορτζ Μπους, έχοντας ως κύριο άξονα την υποστήριξη του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου στον πόλεμο στο Ιράκ, αλλά και στην οικονομική πολιτική των φοροαπαλλαγών που την τελευταία επταετία απέφεραν τεράστια οφέλη στους υψηλόμισθους.
Ο Ομπάμα τόνισε ότι ο πραγματικός εχθρός της Αμερικής βρισκόταν και εξακολουθεί να βρίσκεται στο Αφγανιστάν, κατηγορώντας την κυβέρνηση Μπους και τον Τζον Μακέιν ότι επέλεξαν να εμπλακούν στο Ιράκ, σε έναν πόλεμο που δεν ήταν απαραίτητος και ο οποίος έχει μέχρι στιγμής κοστίσει τη ζωή τεσσάρων χιλιάδων Αμερικανών στρατιωτών και 600 δισεκατομμύρια δολάρια. Υπογράμμισε δε ότι από την αποδυνάμωση του Ιράκ βγήκε ωφελημένο το Ιράν, το οποίο εμφανίζεται σήμερα να αποτελεί τη σημαντικότερη απειλή για τις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Ο Μακέιν εκτίμησε ότι η αρνητική στάση της Ρωσίας στον χειρισμό του Ιράν επιβάλλει να ενεργήσουν από κοινού οι δημοκρατίες του πλανήτη (Αμερική, Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία, κ.ά.) εκτός του πλαισίου του ΟΗΕ όπου η Μόσχα έχει δικαίωμα βέτο, αλλά ο Ομπάμα απάντησε ότι χωρίς τη Ρωσία και την Κίνα θα είναι λιγότερο αποτελεσματική η αντιμετώπιση της Τεχεράνης. Ο γερουσιαστής της Αριζόνας επέκρινε τον αντίπαλό του για την προθυμία του να συνομιλήσει με χώρες όπως το Ιράν, αλλά ο Ομπάμα έσπευσε να υπενθυμίσει ότι αυτό ακριβώς πρότειναν πριν από λίγες ημέρες όλοι οι ζώντες πρώην υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ, μεταξύ αυτών και ο φίλος και σύμβουλος του Μακέιν, Χένρι Κίσινγκερ.
Οικονομία
Η 90λεπτη τηλεμαχία που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο του Μισισιπή παρουσία κοινού, που όμως δεν διέκοπτε με χειροκροτήματα ή άλλες παρεμβάσεις, ξεκίνησε με την οικονομία. Οι δύο αντίπαλοι συγκρούσθηκαν έντονα, με τον Ομπάμα να προβάλλει τις προτάσεις του για μείωση των φόρων για το 95% του πληθυσμού (όσες οικογένειες έχουν ετήσιο εισόδημα κάτω των 250.000 δολαρίων), ενώ ο Μακέιν υπεραμύνθηκε των φοροαπαλλαγών για όλους, συμπεριλαμβανομένων των πλουσίων αλλά και των επιχειρήσεων, υποστηρίζοντας ότι μόνο έτσι θα παραμείνουν στην Αμερική επενδυτές και εταιρείες που υπό άλλες συνθήκες θα μεταφερθούν σε άλλες χώρες με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές και ανέφερε ως παράδειγμα την Ιρλανδία.
Στη διάρκεια της συζήτησης αναδείχθηκαν και θέματα στα οποία οι δύο αντίπαλοι συμφωνούν, όπως ήταν η σθεναρή αντιμετώπιση της Ρωσίας από την Αμερική και γενικότερα το ΝΑΤΟ μετά την κρίση στη Γεωργία, η ανάγκη περιορισμού της εξάρτησης από το πετρέλαιο της Μέσης Ανατολής, η προστασία του περιβάλλοντος (όπου ο Μακέιν έχει πολύ προωθημένες θέσεις για τα δεδομένα των Ρεπουμπλικανών), και η εναντίωσή τους στα βασανιστήρια, κάτι για το οποίο ο Τζον Μακέιν ως πρώην αιχμάλωτος πολέμου επιδεικνύει ιδιαίτερη ευαισθησία και έχει πρωτοστατήσει ερχόμενος σε ευθεία και οξεία αντιπαράθεση με την κυβέρνηση Μπους και, κυρίως, τον αντιπρόεδρο Τσένι.
Ενώ απομένουν πέντε εβδομάδες έως τις εκλογές της 4ης Νοεμβρίου, θα ακολουθήσουν άλλες δύο τηλεμαχίες μεταξύ των υποψηφίων για την προεδρία, στις 7 και στις 15 Οκτωβρίου.
Και τώρα, Μπάιντεν εναντίον Πέιλιν
Με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται η πρώτη τηλεοπτική αναμέτρηση ανάμεσα στους δύο υποψηφίους για την αντιπροεδρία, τον Δημοκρατικό Τζο Μπάιντεν και τη Ρεπουμπλικανή Σάρα Πέιλιν, που θα πραγματοποιηθεί μεθαύριο Τρίτη. Ο 66χρονος πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας είναι βαθύς γνώστης των διεθνών ζητημάτων και έχει χειρισθεί νομοθετικά τις σχέσεις με τη Ρωσία, το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και την κατάσταση στο Ιράκ, αλλά και ζητήματα ελληνικού ενδιαφέροντος όπως είναι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό, με τα οποία έχει ασχοληθεί για δεκαετίες (και στα οποία αναφέρθηκε σε πρόσφατη συνέντευξή του στην «Κ»). Παράλληλα, διαθέτει μακρά εμπειρία και στα εσωτερικά θέματα. Θεωρείται αποφασιστικός ομιλητής με στέρεα επιχειρηματολογία και ξεκάθαρες απόψεις, αλλά το αδύναμο σημείο του είναι η τάση να υποπίπτει σε φραστικές υπερβολές. Από την άλλη, τις τελευταίες εβδομάδες έχει καταστεί σαφές ότι η 44χρονη κυβερνήτης της Αλάσκας είναι άπειρη και δεν γνωρίζει καλά τα θέματα. Το επιτελείο του Μακέιν την κρατά μακριά από τα μέσα ενημέρωσης και δεν της έχει επιτρέψει να δώσει ούτε μια συνέντευξη Τύπου. Περιορίζεται στην εκφώνηση έτοιμων ομιλιών ενώπιον φιλικών ακροατηρίων και εμφανίσεων σε «στημένα» πλάνα με ξένους ηγέτες και άλλες προσωπικότητες. Η συμμετοχή της σε μια ευθεία αντιπαράθεση «πρόσωπο με πρόσωπο» με έναν έμπειρο πολιτικό, όπως είναι ο γερουσιαστής του Ντελάγουερ, προκαλεί εύλογη ανησυχία στους Ρεπουμπλικανούς, οι οποίοι ελπίζουν από την πλευρά τους σε κάποιο φραστικό λάθος του κ. Μπάιντεν για να στρέψουν σε αυτό την προσοχή.
Comments