“Τα παιδιά της Βέρμαχτ”
Großansicht des Bildes mit der Bildunterschrift:
Τα 'παιδιά της Βέρμαχτ', είναι τα παιδιά Γερμανών στρατιωτών την περίοδο της κατοχής στις διάφορες χώρες της Ευρώπης.
Οι περισσότεροι θα θυμούνται τη “Φρίντα” από το συγκρότημα των ΑΒΒΑ, του γνωστότερου σουηδικού συγκροτήματος όλων των εποχών. Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν ότι στην πραγματικότητα η Φρίντα είναι κόρη Νορβηγίδας και Γερμανού στρατιώτη της Βέρμαχτ. Η θαρραλέα αναφορά της ίδιας στην περίπτωσή της ευαισθητοποίησε την κοινή γνώμη της Νορβηγίας για την τύχη των περίπου 10.000 απογόνων Γερμανών στρατιωτών κατά τη διάρκεια της κατοχής.
Στη Γαλλία ο αριθμός αυτών των παιδιών υπολογίζεται στις 200.000, σε ολόκληρη την Ευρώπη πάνω από ένα εκατομμύριο.
Η τύχη των ονομαζόμενων «Παιδιών της Βέρμαχτ» είναι σχεδόν παντού ταμπού και ασφαλώς και στην Ελλάδα.
Εδώ και δύο χρόνια η Γερμανίδα ψυχολόγος και ιστορικός Κέρστιν Μουτ ερευνά την ελληνική διάσταση αυτού του θέματος. Οι έρευνες την οδήγησαν ως τώρα στην Καβάλα, στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα και πρόσφατα στην Κρήτη.
Η Κίρστεν Μουτ έπρεπε να ξεκινήσει από το μηδέν. Όχι μόνον διότι δεν υπάρχουν στοιχεία για τον αριθμό αυτών των ‘παιδιών’, αλλά και επειδή δεν υπήρχε καμία πληροφορία για την ύπαρξή τους. Οι μητέρες τους και οι οικογένειες τους είχαν καταβάλει κάθε προσπάθεια για να αποκρύψουν την πατρότητα των παιδιών. Οι λόγοι για αυτήν την στάση είναι ευνόητοι γιατί πρώτον επρόκειτο για παιδιά από ανύπαντρες κοπέλες ή από εξωσυζυγική σχέση και δεύτερον και σημαντικότερο ο πατέρας τους ήταν Γερμανός στρατιώτης της κατοχής. Είναι δύσκολο ασφαλώς να αποδεχτεί μια κοινωνία καρπούς ερωτικών σχέσεων που είχαν το στίγμα της προδοσίας.
Αλλά ποιος ήταν πράγματι ο χαρακτήρας αυτών των σχέσεων με τους Γερμανούς στρατιώτες;
Η Γερμανίδα ερευνήτρια Μουτ: «Όπως και στις άλλες χώρες που βρέθηκαν υπό γερμανική κατοχή τα παιδιά αυτά ήταν αποτέλεσμα βιασμών ή προϊον ανταλλαγής 'σεξ έναντι τροφίμων' ή και πραγματικού έρωτα. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι σχέσεις αυτές κατέληξαν σε γάμο. Συνάντησα ορισμένα παιδιά που οι γονείς τους είχαν παντρευτεί. Σε μια μάλιστα περίπτωση ο πατέρας ενός παιδιού παντρεύτηκε στην Ελλάδα αν και ήταν ακόμα παντρεμένος στη Γερμανία. Ήταν δηλαδή δίγαμος.»
Ορισμένα από τα ‘παιδιά της Βέρμαχτ’ μεγάλωσαν με τις μητέρες τους, πολλά στα ορφανοτροφεία και στην καλύτερη περίπτωση με τις γιαγιάδες τους, αλλά οι πραγματικές τους μητέρες υποδύονταν κάποια θεία. Εάν γινόταν γνωστό πως ο πατέρας τους ήταν Γερμανός θα υφίσταντο θλιβερές διακρίσεις.
Μετά από πολλές δυσκολίες η Κέρστιν Μουτ κατάφερε να συζητήσει με επτά από αυτά τα ‘παιδιά’, τα οποία ασφαλώς δεν είναι άλλο παιδιά, αλλά έχουν γεράσει, αρκετά όμως αρνήθηκαν κάθε επαφή μαζί της.
Σε όλα διαπίστωσε βαριά ψυχικά τραύματα που δεν μπορούν να επουλωθούν, επειδή εδώ και 60 χρόνια δεν τους δίνεται η ευκαιρία να μιλήσουν για το βαρύ φορτίο τους, για το “αμάρτημα” της μητέρας τους για το οποίο δεν φέρουν καμία ευθύνη: «η ελληνική κοινωνία θα πρέπει κατά την γνώμη μου να αντιμετωπίσει ανοιχτά αυτό το θέμα. Το φαινόμενο του δοσιλογισμού είναι μέρος της ιστορίας και σε αυτά τα πλαίσια και οι σχέσεις Ελληνίδων με Γερμανούς στην Κατοχή. Ξέρω ότι δεν είναι εύκολο. Στη Γαλλία π.χ. τα ‘παιδιά της Βέρμαχτ’ τόλμησαν μόλις μετά από 60 χρόνια να μιλήσουν δημόσια. Αυτό τους έκανε καλό, γιατί ξαφνικά διαπίστωσαν ότι ο καθένας τους δεν είναι μια μοναδική περίπτωση. Αυτό δεν το τόλμησε κανείς ακόμα στην Ελλάδα.»
Τα αποτελέσματα της έρευνας της ψυχολόγου και ιστορικού Κέρστιν Μουτ θα δημοσιευτούν σύντομα στη Γερμανία σε δύο τόμους.
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο
d.welle
Großansicht des Bildes mit der Bildunterschrift:
Τα 'παιδιά της Βέρμαχτ', είναι τα παιδιά Γερμανών στρατιωτών την περίοδο της κατοχής στις διάφορες χώρες της Ευρώπης.
Οι περισσότεροι θα θυμούνται τη “Φρίντα” από το συγκρότημα των ΑΒΒΑ, του γνωστότερου σουηδικού συγκροτήματος όλων των εποχών. Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν ότι στην πραγματικότητα η Φρίντα είναι κόρη Νορβηγίδας και Γερμανού στρατιώτη της Βέρμαχτ. Η θαρραλέα αναφορά της ίδιας στην περίπτωσή της ευαισθητοποίησε την κοινή γνώμη της Νορβηγίας για την τύχη των περίπου 10.000 απογόνων Γερμανών στρατιωτών κατά τη διάρκεια της κατοχής.
Στη Γαλλία ο αριθμός αυτών των παιδιών υπολογίζεται στις 200.000, σε ολόκληρη την Ευρώπη πάνω από ένα εκατομμύριο.
Η τύχη των ονομαζόμενων «Παιδιών της Βέρμαχτ» είναι σχεδόν παντού ταμπού και ασφαλώς και στην Ελλάδα.
Εδώ και δύο χρόνια η Γερμανίδα ψυχολόγος και ιστορικός Κέρστιν Μουτ ερευνά την ελληνική διάσταση αυτού του θέματος. Οι έρευνες την οδήγησαν ως τώρα στην Καβάλα, στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα και πρόσφατα στην Κρήτη.
Η Κίρστεν Μουτ έπρεπε να ξεκινήσει από το μηδέν. Όχι μόνον διότι δεν υπάρχουν στοιχεία για τον αριθμό αυτών των ‘παιδιών’, αλλά και επειδή δεν υπήρχε καμία πληροφορία για την ύπαρξή τους. Οι μητέρες τους και οι οικογένειες τους είχαν καταβάλει κάθε προσπάθεια για να αποκρύψουν την πατρότητα των παιδιών. Οι λόγοι για αυτήν την στάση είναι ευνόητοι γιατί πρώτον επρόκειτο για παιδιά από ανύπαντρες κοπέλες ή από εξωσυζυγική σχέση και δεύτερον και σημαντικότερο ο πατέρας τους ήταν Γερμανός στρατιώτης της κατοχής. Είναι δύσκολο ασφαλώς να αποδεχτεί μια κοινωνία καρπούς ερωτικών σχέσεων που είχαν το στίγμα της προδοσίας.
Αλλά ποιος ήταν πράγματι ο χαρακτήρας αυτών των σχέσεων με τους Γερμανούς στρατιώτες;
Η Γερμανίδα ερευνήτρια Μουτ: «Όπως και στις άλλες χώρες που βρέθηκαν υπό γερμανική κατοχή τα παιδιά αυτά ήταν αποτέλεσμα βιασμών ή προϊον ανταλλαγής 'σεξ έναντι τροφίμων' ή και πραγματικού έρωτα. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι σχέσεις αυτές κατέληξαν σε γάμο. Συνάντησα ορισμένα παιδιά που οι γονείς τους είχαν παντρευτεί. Σε μια μάλιστα περίπτωση ο πατέρας ενός παιδιού παντρεύτηκε στην Ελλάδα αν και ήταν ακόμα παντρεμένος στη Γερμανία. Ήταν δηλαδή δίγαμος.»
Ορισμένα από τα ‘παιδιά της Βέρμαχτ’ μεγάλωσαν με τις μητέρες τους, πολλά στα ορφανοτροφεία και στην καλύτερη περίπτωση με τις γιαγιάδες τους, αλλά οι πραγματικές τους μητέρες υποδύονταν κάποια θεία. Εάν γινόταν γνωστό πως ο πατέρας τους ήταν Γερμανός θα υφίσταντο θλιβερές διακρίσεις.
Μετά από πολλές δυσκολίες η Κέρστιν Μουτ κατάφερε να συζητήσει με επτά από αυτά τα ‘παιδιά’, τα οποία ασφαλώς δεν είναι άλλο παιδιά, αλλά έχουν γεράσει, αρκετά όμως αρνήθηκαν κάθε επαφή μαζί της.
Σε όλα διαπίστωσε βαριά ψυχικά τραύματα που δεν μπορούν να επουλωθούν, επειδή εδώ και 60 χρόνια δεν τους δίνεται η ευκαιρία να μιλήσουν για το βαρύ φορτίο τους, για το “αμάρτημα” της μητέρας τους για το οποίο δεν φέρουν καμία ευθύνη: «η ελληνική κοινωνία θα πρέπει κατά την γνώμη μου να αντιμετωπίσει ανοιχτά αυτό το θέμα. Το φαινόμενο του δοσιλογισμού είναι μέρος της ιστορίας και σε αυτά τα πλαίσια και οι σχέσεις Ελληνίδων με Γερμανούς στην Κατοχή. Ξέρω ότι δεν είναι εύκολο. Στη Γαλλία π.χ. τα ‘παιδιά της Βέρμαχτ’ τόλμησαν μόλις μετά από 60 χρόνια να μιλήσουν δημόσια. Αυτό τους έκανε καλό, γιατί ξαφνικά διαπίστωσαν ότι ο καθένας τους δεν είναι μια μοναδική περίπτωση. Αυτό δεν το τόλμησε κανείς ακόμα στην Ελλάδα.»
Τα αποτελέσματα της έρευνας της ψυχολόγου και ιστορικού Κέρστιν Μουτ θα δημοσιευτούν σύντομα στη Γερμανία σε δύο τόμους.
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο
d.welle
Comments