Η Τουρκία ανάμεσα στη Δύση και το Ισλάμ
Την ώρα που οι σχέσεις Ισλάμ και Δύσης διανύουν μια κρίσιμη περίοδο, οι εξελίξεις στις ευρωτουρκικές σχέσεις αναφορικά με τη διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωσης αντικατοπτρίζουν τη λεπτή ισορροπία που χαρακτηρίζει τις σχέσεις ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς πολιτισμούς και διαφορετικές θρησκείες

Του Παναγιώτη Αθανάσαινα
patha@kathimerini.gr


Ευρώπη - Τουρκία
- Η Τουρκία ανάμεσα στη Δύση και το Ισλάμ

-Συνέντευξη με τον κ. Θάνο Ντόκο (+ VIDEO)

- Συνέντευξη με τον κ. Θάνο Βερέμη (+ VIDEO)

- Συνέντευξη με τον κ. Σεραφείμ Κωνσταντινίδη (+ VIDEO)

- Χρονολόγιο


Το ερώτημα που πλανάται αφορά το κατά πόσο οι θρησκευτικές-πολιτισμικές ιδιαιτερότητες της Τουρκίας θα αποτελέσουν επιβραδυντικό ανάχωμα της τελικής ένταξης της χώρας στην Ένωση, αλλά και του βαθμού και του τρόπου που την καθορίζουν.

Οι εξελίξεις σημαδεύονται αρχικά από την επίσκεψη του Φιλανδού Επιτρόπου για θέματα διεύρυνσης, κ. Όλι Ρεν στην Άγκυρα, ενώ στις 8 Νοεμβρίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δημοσιοποιήσει την έκθεση για την πρόοδο της Τουρκίας στην οποία θα αναφέρεται η πρόοδος ή μη της χώρας αναφορικά με τις προϋποθέσεις έναρξης διαπραγματεύσεων τελικής ένταξης που έθεσε η Ένωση με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης.

Τα κριτήρια της Κοπεγχάγης είναι κατά βάση πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά, ενώ ταυτόχρονα αφορούν μια σειρά μεταρρυθμίσεων στις οποίες οφείλει να προχωρήσει η Άγκυρα προκειμένου να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Ωστόσο, αν και με βάση τις διακηρύξεις καταστατικών της ίδιας της Ένωσης το στοιχείο της θρησκείας δεν αποτελεί παράγοντα ή κριτήριο ένταξης μιας υποψήφιας χώρας, στην περίπτωση της τουρκικής υποψηφιότητας έχει γίνει αρκετές φορές λόγος ακόμη και σε πολιτικούς κύκλους, για τη «συμβατότητα» της Ισλαμικής χώρας με τις πολιτικές πεποιθήσεις και ιδεώδη των ευρωπαϊκών δημοκρατιών που απαρτίζουν την Ένωση.

Οι συζητήσεις γύρω από το θέμα αυτό έχουν καταρχήν δύο εκφάνσεις. Σύμφωνα με τον κ. Θάνο Ντόκο*, Γενικό Διευθυντή του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), «είναι πολλοί αυτοί που λένε ότι η θρησκεία, ο πολιτισμός της Τουρκίας είναι ξένος προς τον ευρωπαϊκό, ότι κι αν αυτό συνεπάγεται αφού δεν υπάρχει ακριβής ορισμός του «ευρωπαϊκού» πολιτισμού». Με βάση αυτό λοιπόν το σκεπτικό, δεν υπάρχει νόημα στις συζητήσεις για ένταξη μιας χώρας που δεν χαρακτηρίζεται από «ευρωπαϊκά» πολιτιστικά στοιχεία. Πράγματι, η Τουρκία, με τις διάφορες χρονικές πολιτικές και κοινωνικές εκφάνσεις της από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι τη δημιουργία του σύγχρονου Τουρκικού κράτους είχε πάντοτε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μέχρι και εχθρικές σχέσεις με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές κρατικές οντότητες.

Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τον ίδιο «υπάρχουν οι υπέρμαχοι της ένταξης που λένε ότι ακριβώς αυτή η ιδιαιτερότητα και διαφορετικότητα της Τουρκίας όσον αφορά τη θρησκεία και τον πολιτισμό, είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα». Ωστόσο, ο κ. Σεραφείμ Κωνσταντινίδης**, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Η Καθημερινή» θεωρεί ότι σε μια χώρα όπως είναι η Τουρκία, όπου «η ανεξιθρησκία είναι ισχυρότερη από ότι σε άλλα ευρωπαϊκά χριστιανικά κράτη, η θρησκεία δεν αποτελεί τον λόγο για τον οποίο δεν προχωρούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις». Αυτή η άποψη ενισχύεται και από τον κ. Θάνο Βερέμη*** καθηγητή πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος μάλιστα τονίζει ότι αν ίσχυαν θρησκευτικά κριτήρια ένταξης των υποψηφίων χωρών ακόμη και η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να ανήκει στην Ένωση αφού όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «δεν ανήκε ούτε στον προτεσταντικό πυρήνα ούτε στον καθολικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επομένως θα έπρεπε να είναι αποσυνάγωγη».

Η Τουρκία ως γέφυρα Δύσης-Ισλάμ

Τουρκικές πηγές, και όχι μόνο, έχουν τονίσει κατά καιρούς ότι η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να αποτελέσει εφαλτήριο μιας νέας σχέσης της Ευρώπης με τις μουσουλμανικές χώρες του πλανήτη. Η αποδοχή μιας χώρας που θρησκευτικά ανήκει στο Ισλάμ, ακόμη και αν αυτό εκφράζεται με πιο φιλελεύθερο και ανεκτικό - για πολλούς - τρόπο στη γείτονα χώρα, θα μπορούσε να έχει πολλαπλά οφέλη. Από τη μία πλευρά, η Ένωση θα στείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς όλο τον Ισλαμικό κόσμο ότι είναι ένας οργανισμός ικανός να δεχτεί και να αγκαλιάσει λαούς διαφορετικούς εθνοτήτων και ότι κύριο μέλημα αυτού του οργανισμού είναι η οικονομική ευημερία, η κοινωνική αλληλεγγύη των χωρών-μελών, η προώθηση των κοινών τους συμφερόντων ανεξάρτητα από το θρήσκευμα των πολιτών που τις απαρτίζουν. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Θ. Ντόκος, «σε μια εποχή που η Ευρώπη και η Δύση γενικότερα βρίσκονται σε μια αντιπαράθεση με τον ισλαμικό κόσμο, η απόφαση για ένταξη μιας χώρας με σχεδόν αμιγή μουσουλμανικό πληθυσμό, θα ήταν ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τον ισλαμικό κόσμο ότι δεν υπάρχουν διαφορές, διακρίσεις, προκαταλήψεις…"

Επιπλέον, η τουρκική ένταξη θα προωθήσει το τουρκικό-ισλαμικό μοντέλο διακυβέρνησης. Τα κύρια χαρακτηριστικά του αποκαλούμενου και ως «τουρκικού Ισλάμ» είναι η κριτική τοποθέτηση απέναντι στην ίδια τη φύση του και η εκ των έσω αντιμετώπιση των προβλημάτων και των ατελειών του, η φιλελεύθερη ερμηνεία θρησκευτικών πεποιθήσεων και ο σαφής διαχωρισμός της πολιτικής από τη θρησκεία. Η υιοθέτηση του τουρκικού Ισλάμ από όσο το δυνατόν περισσότερες μουσουλμανικές χώρες θα προωθήσει τη συνεργασία των χωρών αυτών με την Ένωση με αποτέλεσμα πολλαπλά οφέλη για όλες τις πλευρές.

Ωστόσο, η άποψη αυτή που υποστηρίζεται κυρίως από τούρκους υπέρμαχους της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας όπως ο Sedat Laciner, Διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Στρατηγικής Έρευνας (USAK/ISRO), φαίνεται να μη λαμβάνει υπόψη το κατά πόσον οι υπόλοιπες μουσουλμανικές χώρες ενδιαφέρονται ή αντιμετωπίζουν θετικά την τουρκική υποψηφιότητα. Ο κ. Θ. Βερέμης δίνει το στίγμα της θέσης αυτών των χωρών τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «λίγο τους απασχολεί [σ.σ. τις ισλαμικές χώρες] αν θα μπει ή δε θα μπει η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση… βλέπουν την Τουρκία σαν προγεφύρωμα των δυτικών αξιών στη δική τους περιοχή, και αυτό δεν τους αρέσει. Άρα, όσο πιο μακριά είναι η Τουρκία από τη Δύση, τόσο πιο ευχαριστημένοι θα είναι οι περισσότεροι από αυτούς, ιδίως οι φονταμενταλιστές τύπου Αχμεντινετζάν του Ιράν». Συνεπώς, προτού καταλήξει κάποιος σε οποιοδήποτε ασφαλές συμπέρασμα για το αν και κατά πόσο η Τουρκία μπορεί να λειτουργήσει ως το «κλειδί» της Δύσης προς το Ισλάμ και αντίστροφα, θα πρέπει να εξετάσει εάν οι χώρες του Ισλάμ επιθυμούν τέτοιου είδους σχέσεις με τη Δύση, εάν είναι διατεθειμένες να αφήσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, και τη Δύση γενικότερα, να κοιτάξει προς τα 'κει από κάποιο σημείο που θα ξεπερνά γεωγραφικά τα Στενά του Βοσπόρου.

Η άποψη της Ευρωπαϊκής κοινής γνώμης

Η έρευνα του ευρωβαρόμετρου που πραγματοποιήθηκε το 2005 σχετικά με τις τάσεις που επικρατούν μεταξύ των πολιτών της Ένωσης στο θέμα της ένταξης της Τουρκίας στέλνει σαφές μήνυμα προς τους ευρωπαίους πολιτικούς ηγέτες. Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, η εφημερίδα «The Times» του Λονδίνου αναφέρει στο σχετικό δημοσίευμα ότι το ποσοστό αυτών που είναι αντίθετοι στην είσοδο της Τουρκίας ξεπέρασε το 53% ενώ σε χώρες με «ειδικό βάρος» όπως η Γαλλία και η Γερμανία άγγιξε το 70%. Γίνεται φανερό ότι η κρίση των σχέσεων Ισλάμ - Δύσης που αποκρυσταλλώνεται μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, τις επιθέσεις στο Λονδίνο, τις ταραχές στα περίχωρα του Παρισιού και σε άλλες γαλλικές πόλεις προβλημάτισε ιδιαίτερα τους πολίτες των χωρών μελών της Ένωσης σχετικά με τη δυνατότητα ένταξης μιας χώρας που θρησκευτικά ταιριάζει στο προφίλ των «ακραίων ισλαμιστών» περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη υποψήφια προς ένταξη χώρα.

Το ερώτημα που ανακύπτει είναι η σημασία αυτής της έρευνας για τους ευρωπαίους πολιτικούς ηγέτες και το κατά πόσον θα καθορίσει τη στάση τους στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με τους «25». Πράγματι, το ενδεχόμενο ανταπόκρισης των πολιτικών σε αυτό το ανησυχητικό για την τουρκική υποψηφιότητα ποσοστό είναι αρκετά έντονο και όπως χαρακτηριστικά απαντά στο σχετικό ερώτημα ο κ. Θ. Βερέμης, «αν υπάρχει ένα ισχυρό λαϊκό αίσθημα εναντίον της εντάξεως της Τουρκίας, βεβαίως οι πολιτικοί θα ανταποκριθούν, δεν έχουν αυτοκτονικές διαθέσεις». Μάλιστα δεν αποκλείεται να υπάρξουν και φαινόμενα ψηφοθηρίας κατά τη διάρκεια προεκλογικών περιόδων, αφού σύμφωνα με τον κ. Θ. Ντόκο, «ανάλογα με τις εκλογικές αναμετρήσεις, το πόσο μικρές θα είναι οι αποστάσεις μεταξύ κομμάτων στην πρόθεση ψήφου, δεν αποκλείεται καθόλου το ζήτημα της Τουρκίας να χρησιμοποιηθεί «δημαγωγικά» από το ένα ή το άλλο κόμμα ή και τα δύο σε μια προσπάθεια να κερδίσουν ή τουλάχιστον να μη χάσουν ψήφους».

Μετά την ενδεχόμενη «μη ένταξη» … τι;

Τόσο οι δηλώσεις ευρωπαίων και τούρκων πολιτικών και αξιωματούχων, όσο και η κοινή γνώμη στην ευρωπαϊκή και την τουρκική πλευρά συνηγορούν, σε κάποιο βαθμό, προς την ενδεχόμενη τελική «μη ένταξη» της Τουρκίας και την υιοθέτηση μιας ειδικής σχέσης της Ένωσης με τη γειτονική μας χώρα. Η τουρκική πλευρά δείχνει με τελευταίες δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών αλλά και αξιωματικών του στρατού ότι δεν είναι διατεθειμένη να κάνει υποχωρήσεις, ενώ αντίστοιχα η Ένωση δεν προτίθεται από την πλευρά της να κάνει εξαιρέσεις. Επιπλέον, σύμφωνα με ανάλυση του περιοδικού Newsweek, οι δημοσκοπήσεις στη γείτονα δείχνουν ότι η δημοτικότητα της ευρωπαϊκής ιδέας έχει χάσει σημαντική μερίδα της τουρκικής κοινής γνώμης, αντικατοπτρίζοντας μία «κούραση» του τουρκικού λαού στις απαιτήσεις των Βρυξελλών που μεταφράζεται σε διστακτικότητα και σκεπτικισμό για το κατά πόσο τελικά η πολυπόθητη ένταξη στην Ένωση είναι το ζητούμενο για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας.

Η ειδική σχέση που πιθανολογείται να δημιουργηθεί μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό, μεταξύ άλλων, με τα διλήμματα που θα αντιμετωπίσει η Ένωση τα επόμενα χρόνια, τα όποια σύμφωνα με τον κ. Σ. Κωνσταντινίδη είναι σχετικά με τη δημιουργία ή όχι του Ευρωπαϊκού Συντάγματος και με το «εάν θα προχωρήσουμε στην Ευρώπη δύο ταχυτήτων, δηλαδή μια μεγάλη Ευρώπη που θα περιλαμβάνει πιθανά και την Τουρκία αλλά ο σκληρός πυρήνας, δηλαδή η Ευρωζώνη θα είναι αυτό που τώρα ξέρουμε ως Ευρωπαϊκή Ένωση».

Ταυτόχρονα, σημασία στις μελλοντικές ευρωτουρκικές σχέσεις έχει και ο τρόπος που θα διατυπωθεί ο λόγος της ενδεχόμενης μη ένταξης της Τουρκίας. Ο κ. Θ.Ντόκος τοποθετείται στο σχετικό ερώτημα τονίζοντας ότι εάν διαμορφωθεί προς τα έξω η εικόνα «ότι ο βασικός λόγος απόρριψης της πλήρους ένταξης και η διαμόρφωση μιας ειδικής σχέσης οφείλεται κυρίως στο κριτήριο της θρησκείας, τότε προφανώς αυτό δε θα βοηθήσει τις σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και του μουσουλμανικού κόσμου. Αν όμως είναι ξεκάθαρο ότι η απόρριψη βασίζεται στην αδυναμία της Τουρκίας να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις οι οποίες θα ήταν ίδιες είτε η χώρα ήταν μουσουλμανική είτε χριστιανική είτε οτιδήποτε άλλο, τότε η όλη ζημιά θα είναι πολύ περιορισμένη».

* Ο κ. Θάνος Ντόκος είναι Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)

** Ο κ. Θάνος Βερέμης είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

*** Ο κ. Σεραφείμ Κωνσταντινίδης είναι δημοσιογράφος της εφημερίδας «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»

Πηγές:

Sami Zemni & Christopher Parker, "European Union, Islam & the Challenges of Multiculturalism: Rethinking the Problematique", Centrum Voor Islam in Europa (C.I.E.)

Universitat Trier, "Religion Related Norms in European Union Law"

Sedat Laciner, "Turkish Islam and Turkey's EU Membership", The Journal of Turkish Weekly, July 15th 2005

John Quigley, "Islam and EU: moving forward", EurAsia Bulletin, Vol.8, No 3&4 March-April 2004

Owen Matthews, "Second Thoughts", Newsweek International, Aug 21-28, 2006

The Economist, «Σε δοκιμασία οι σχέσεις Τουρκίας - Δύσης» , «Η Καθημερινή», 1η Οκτωβρίου 2006

The Times Online, http://www.timesonline.co.uk

Religioscope, http://religion.info

Liebreich.com, http://www.liebreich.com

BBC News, http://www.bbc.co.uk

Comments

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc

«Η Ελλάδα αισθάνεται αποκλεισμένη»