γράμματα αναγνωστών. καθημερινή

Αντιστασιακές στιγμές...

Αγαπητέ κύριε διευθυντά

Σαν παλιός συνεργάτης της «Καθημερινής», διατελέσας και καλλιτεχνικός διευθυντής της, άμα τη επανεκδόσει της, λίγους μήνες μετά τη «δευτέραν απουσίαν» της χούντας, ομολογώ ότι κάπως ξαφνιάστηκα από την άνευ λόγου δημοσίευση στο φύλλο σας της 13ης Φεβρουαρίου μιας ήξεις και ουκ αφήξεις επιστολής, με στόχο τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, ενός Γεωργίου Ανάργ. Πουλίου, επιτίμου δικηγόρου Καλλιθέας, αν και το περιεχόμενό της περισσότερο με διασκέδασε παρά με θύμωσε.

Της επιστολής αυτής είχε προηγηθεί ολόκληρο «ανεβατό» εγκώμιον, για τον φίλο και παλιό μας συνεργάτη Ανδρέα Φραγκιά από έναν ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου Πατρών, στο οποίο είχαν παρεισφρήσει μερικές τόσον αφελείς όσο και κωμικά διατυπωμένες κατηγορίες περί Μακρονήσου και Παρθενώνος εις βάρος του Κανελλόπουλου, αντλημένες και ήδη εξαντλημένες από δεξιο-αριστερίζουσες πολύ ρηχής στάθμης πηγές. Στις «παπαγαλέουσες» δεύτερο χέρι αυτές, ανακριβείς, έστω και ως φαιδρότητες, «πληροφορίες», είχαν απαντήσει αμέσως τρεις γνώστες, προσώπων και πραγμάτων, αναγνώστες σας, επικαλούμενοι μάλιστα τα όσα έχει γράψει, στο βιβλίο του «Αναπολήσεις», ο καθηγητής Κ. Δεσποτόπουλος ο οποίος ως κρατούμενος τότε στη Μακρόνησο γνώριζε και γνωρίζει τα γεγονότα καλύτερα από κάθε ακράτητο φαντασιόπληκτο μη κρατούμενο.

Και να που τώρα έρχεται προς υπεράσπιση του ομοτίμου, ένας επίτιμος, ο οποίος αναπολεί μερικές δικές του αντιστασιακές σχολικές στιγμές και μερικά περιστατικά, που δεν θυμάται ακριβώς, όπως ένα περιοδικό που κυκλοφορούσε στο Γυμνάσιο Καλλιθέας με την ονομασία Μακρόνησος ή Σκαπανεύς –και αυτό του διαφεύγει–, ένα περιοδικό με εξώφυλλο τον Παρθενώνα, γιομάτο από φωτογραφίες στρατηγών, στρατιωτών, ιερωμένων, οδευόντων προς την Ακρόπολιν, ως χατζήδες εις Μέκκαν. Και μετά εξιστορεί τη ζωή του στο «Παλλάδιον» Καλλιθέας, ένα άλλο «ιστορικό» του σωματείο, το των τριακοσίων, στο οποίο είχε πιάσει δουλειά, όπου εκεί άκουγε, ή κρυφάκουγε, νυχθημερόν, τις τριακόσιες προσωπικότητες με επικεφαλής τον ποιητή Σωτήρη Σκίπη, «αντάμα» με μερικούς στρατηγούς, σμηνάρχους και μερικούς καθηγητές, αλλά και με τα τρία αδέλφια του ήρωα Δαβάκη, έναν γιατρό, έναν υπουργό και έναν έμπορο, να εκτοξεύουν ασταμάτητα τα βέλη τους κατά Κανελλόπουλου. Για να καταλήξει επιγραμματικά, πως όχι μόνον όσα λέγουν οι τρεις διαψεύδοντες τον καθηγητή επιστολογράφοι, Ν. Σοϊλεντάκης, Μαρία Καραβία και Σ. Κοκολιάδης, δεν τον αγγίζουν, αλλά ότι θεωρεί και τον κ. Δεσποτόπουλο αναξιόπιστο, γιατί άκουσον και καλύτερα μη άκουσον: πώς μπορεί να πιστέψει κανείς έναν άνθρωπο όπου «επί δημαρχίας κυρίας Μπακογιάννη - Μητσοτάκη ζήτησε μετά πείσματος ο δρόμος του Βασιλείου Βουλγαροκτόνου να μη λέγεται Βουλγαροκτόνου. Πώς ήθελε να λέγεται», αναρωτιέται, «Σαμουήλ ή Κρούμου;» Και καταλήγει επιγραμματικότερα: «Και μετά λέμε ότι φταίει η κ. Ρεπούση».

Οχι τελικά, καταλήγω εγώ, δεν φταίει κανείς ούτε η κ. Ρεπούση, ούτε ο υπεύθυνος της στήλης της «Καθημερινής» που δημοσίευσε, τυπικά, αυτό το κείμενο. Και ο μεν κ. Πούλιος απαλλάσσεται εκ μόνου του λόγου του ύφους των γραφομένων του. Το ίδιο θα έλεγα και για τον, το πρώτον, αμαρτήσαντα καθηγητή, αν κρίνω και από το δικό του ύφος, ασχέτως αν είναι διαφορετικής σοβαροφάνειας.

Διερωτώμαι τι θα έλεγε για όλα αυτά αν ζούσε ο Ανδρέας Φραγκιάς, ο φίλος του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, όπως τον γνώρισα και στην «Καθημερινή» και στο γραφείο του Κανελλόπουλου. Και όχι μόνον για τα όσα υποτιμητικά γράφει ο καθηγητής για τον Κανελλόπουλο, αλλά και για όσα «διθυραμβικά» «ψέλνει» για τον ίδιο.

Βέβαια, τον άνθρωπο δεν τον κάνει το ύφος, αν και κάπως τον χαρακτηρίζει. Οπως το ίδιο ισχύει για όσα έχει ή δεν έχει διαβάσει κανείς, είτε είναι ομότιμος καθηγητής είτε είναι επίτιμος δικηγόρος. Και κανείς δεν έχει δικαίωμα να παραποιεί την ιστορία –πλην ίσως των ιστορικών!– και να επιτιμά π.χ. ευθυνο-ανεύθυνα, όπως και ο «επίτιμος» για άλλα, έναν Κανελλόπουλο, για τα όσα δεν θυμάται πάλι ακριβώς, για τη δίκη των αεροπόρων, η οποία σημειωτέον διεξήχθη όταν κυβερνούσαν άλλοι και συγκεκριμένα επί πρωθυπουργίας Πλαστήρα. Γράφω αυτή την επιστολή κάπως καθυστερημένα γιατί έλειπα στο Βερολίνο όταν ο κ. Πούλιος συνέγραψε, και η «Καθημερινή» δημοσίευσε τη δική του. Εκεί στο Βερολίνο είδα την «Πενθεσίλεια» του Κλάιστ και διεπίστωσα ότι δεν είχε σκοτώσει μόνον ο Πάρις τον Αχιλλέα, αλλά, κατά Χάινριχ φον Κλάιστ, και η ωραία βασίλισσα των Αμαζόνων, Πενθεσίλεια. Πάντως, θα ήθελα να διαβεβαιώσω, ως άλλος Πάρις, και τον ομότιμο και τον επίτιμο, ότι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος δεν είχε καμία σχέση ούτε με τον έναν ούτε με τον άλλον φόνο.

Περισσότερα για τον Κλάιστ στην Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος του Κανελλόπουλου. Και για τον ίδιο τον Κανελλόπουλο, στο βιβλίο μου (το πρώτο μέρος του οποίου έχει ήδη δημοσιευθεί σε έντεκα συνέχειες στο περιοδικό Ηλιαία) με τον τίτλο: «Παναγιώτης Κανελλόπουλος ο φίλος, και ο πολιτικός αυτός ο άγνωστός σας».

Παρις Τακοπουλος / Αθήνα

Να φύγει η πρυτανεία από το ιστορικό κτίριο του πανεπιστημίου

Κύριε διευθυντά

Οταν έχεις το προνόμιο να εργάζεσαι μέσα σε ένα κτίριο ιστορικό και μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας, έχεις και υποχρεώσεις.

Ο κ. πρύτανης του πανεπιστημίου και οι συνάδελφοί του είχαν την υποχρέωση να έχουν μελετήσει εγκαίρως και να έχουν προετοιμάσει την προστασία του κτιρίου, όπου έχουν την τιμή να στεγάζονται.

Τα κλάματα εκ των υστέρων για τις καταστροφές που άφησαν να γίνουν, γελοιοποιούν τους ίδιους και εξοργίζουν εμάς.

Αν είχε η πρυτανεία κότσια, θα είχε σταθεί σύσσωμη στην πόρτα και θα είχε πει στους κουκουλοφόρους: εδώ θα μπείτε αν θέλετε, αλλά χωρίς τα στυλιάρια, τις βενζίνες και τις κουκούλες σας!

Αλλοι θα περάσετε μόνον πάνω από τα πτώματά μας.

Φοβήθηκαν. Δικαίωμά τους. Εξάλλου και οι κουκουλοφόροι δειλοί είναι, για να φορούν κουκούλα.

Δεν τους ζητάμε να γίνουν ήρωες. Τους ζητάμε όμως να απαλλάξουν το ιστορικό κτίριο από την παρουσία τους. Να μαζέψουν τις καρέκλες τους και να μετακομίσουν.

Ετσι το κτίριο, ελευθερωμένο, θα κηρυχθεί μνημείο και θα διασώζεται περιμένοντας άλλες γενεές και άλλους καιρούς για να στεγάσει άτομα που θα ξέρουν πως να αίρονται στο ύψος των περιστάσεων.

Αθηνα Κακουρη / Αθήνα

Για την ονομασία «Ανω Μακεδονία»

Κύριε διευθυντά

Επιτρέψατέ μου να σας μεταφέρω μια συνομιλία που είχα το 1993 με τον αείμνηστο αρχαιολόγο, Ελληνιστή, καθηγητή του Clare College Cambridge και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Nicholas Hammond, σχετικά με το όνομα «Ανω Μακεδονία» που αναφέρεται αυτές τις μέρες στον ελληνικό Τύπο ως αποδεκτή ονομασία των Σκοπίων εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης.

Ο Hammond, όπως είναι γνωστό, έχει γράψει πληθώρα βιβλίων που αναφέρονται στη Μακεδονία. Μεταξύ αυτών και τρεις τόμους «Ιστορία της Μακεδονίας». Είχαμε επισκεφθεί μαζί του, το 1993, το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αιανής Κοζάνης, πρωτεύουσας του Βασιλείου της αρχαίας Ελίμειας, που ανήκε στη γεωγραφική περιοχή της «Ανω Μακεδονίας». Η «Ανω Μακεδονία» εκτεινόταν πέρα από τα σημερινά ελληνικά σύνορα της Δυτικής Μακεδονίας και περιλάμβανε τον ποταμό Εριγώνα, τις λίμνες Αχρίδα και Πρέσπες και τις περιοχές μέχρι τα όρη Dautika Babuna και Drem στα βόρεια.

Εκφραζόμενος, λοιπόν, το 1993 ο Hammond, για τον όρο «Ανω Μακεδονία», μας είπε ότι «Ανω Μακεδονία» είναι εδώ το χώμα που πατάμε, δηλαδή η ελληνική Δυτική Μακεδονία. Τα βιβλία του Hammond περιέχουν αναμφισβήτητα επιστημονικά στοιχεία περί της ελληνικότητας της Μακεδονίας. Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να κάνει χρήση της ανωτέρω βιβλιογραφίας στις διπλωματικές προσπάθειες. Μπορεί ο πολιτικός ρεαλισμός να μην επηρεάζεται άμεσα από τα ιστορικά δεδομένα, αλλά αυτά δεν παύουν να έχουν ισχύ, καθότι αποτελούν αναμφισβήτητα ιστορικά ντοκουμέντα.

Ο Ηammond μας είπε επίσης ότι από το 1929 έκανε έρευνες για τη Μακεδονία και περπάτησε από τη Β. Ηπειρο, όλη τη Μακεδονία μέχρι τη Σερβία και τη Βουλγαρία. Επίσης ανέφερε ότι στη δεκαετία του ’50 είχε μεταπτυχιακούς φοιτητές τον αρχαιολόγο Πέτσα και τον πρώην υπουργό Εξωτερικών Μιχάλη Παπακωνσταντίνου (Κοζανίτη).

Είναι λυπηρό ένας διαπρεπής ξένος επιστήμονας να δίνει μαθήματα Ιστορίας στους Ελληνες και η ελληνική κυβέρνηση να μην εκμεταλλεύεται αυτή τη γνώση.

Γιαννης Κορκας - Λαογράφος - συγγραφέας / Αλ. Σβώλου 1, Κοζάνη

«Μαργαριτάρια»

Κύριε διευθυντά

Παρακολουθούσα την Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008 τα πρωινά προγράμματα από τους τηλεοπτικούς σταθμούς ΝΕΤ και Alpha, με αποτέλεσμα να στενοχωρηθώ πάρα πολύ από τις ανακρίβειες που άκουσα. Συγκεκριμένα, από τη ΝΕΤ η κυρία που δεν γνωρίζω το όνομά της και μιλάω πάντα για την πρωινή εκπομπή, ακούσθηκε να μας λέει ότι το χιόνι έφθασε μέχρι το νότιο μέρος της Μάνης, την Κυπαρισσία.

Φυσικά η Κυπαρισσία δεν έχει καμιά σχέση με Μάνη ούτε με την Λακωνική, αλλά ούτε και με την Μεσσηνιακή. Από δε τον Alpha, ο κ. Μάνεσης συνομιλούσε με τον κ. νομάρχη Αχαΐας και τον ρωτούσε εάν είναι ανοικτή η σύραγγα Αρτεμισίου. Φυσικά ο νομάρχης του απάντησε ως ήτο φυσικό ότι δεν γνωρίζει, διότι στην Πάτρα, κ. διευθυντά, έχει έδρα η Περιφέρεια Δ. Ελλάδος και η ανωτέρα διοίκηση Χωροφυλακής Δ. Ελλάδος.

Η σύραγγα Αρτεμισίου υπάγεται στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, με έδρα την Τρίπολη, όπως επίσης και η ανωτέρα διοίκηση Χωροφυλακής Πελοποννήσου.

Βοηθήστε, κ. διευθυντά, να μην ακούμε τέτοια «μαργαριτάρια» από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Παν. Σταματοπουλος / Τρίπολη

Παραχάραξη της Ιστορίας

Κύριε διευθυντά

Το κράτος (κατ’ ευφημισμόν) των Σκοπίων δημιουργήθηκε το 1945 επί Τίτο, προ περίπου 70 ετών. Διακηρύσσει εκβιαστικά ότι δεν μπορεί να αλλάξει το συνταγματικό του όνομα.

Εύλογο ερώτημα: Γιατί πρέπει η Ελλάδα να αλλάξει την προαιώνια Ιστορία της; Στο διάστημα της σύντομης ζωής του κρατιδίου τους οι Σκοπιανοί τροφοδοτούν τα διεθνή κέντρα πληροφοριών, τις κυβερνήσεις, τα ιδρύματα κ.λπ. οργανισμούς με ψευδεπίγραφα, προπαγανδιστικά συγγράμματα. Πικρό ερώτημα: Οι κυβερνήσεις, οι διπλωμάτες, οι ιστορικοί κ.λπ. επιστημονικοί κύκλοι της Ελλάδας τι έκαναν τόσα χρόνια; Ο μόνος που αγωνίζεται με τη γραφίδα του για τη Μακεδονία είναι ο Νικόλαος Μάρτης. Οι Ελληνες απλά κάθονταν στις δάφνες μας και τώρα τρέχουν και δεν φτάνουν.

Βασιλικη Καραγιαννη / Αθήνα

Το Ολυμπιακό Σκοπευτήριο

Κύριε διευθυντά

Με έκπληξη διάβασα στο ρεπορτάζ του κ. Ν. Κωνσταντόπουλου «Η Ελλάδα της βιτρίνας…» ότι το Ολυμπιακό Σκοπευτήριο στο Μαρκόπουλο «εξυπηρετεί τις σκοπευτικές ανάγκες και των αθλητών και των Σωμάτων Ασφαλείας». Πόσο θα ήθελε η σκοπευτική οικογένεια να ήταν αλήθεια…

Δυστυχώς, όχι «ένα από», αλλά «το» καλύτερο σκοπευτήριο στον κόσμο, όπως το χαρακτήρισαν όσοι αθλητές, παράγοντες, φίλαθλοι το επισκέφθηκαν κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, βρίσκεται μεταξύ των ολυμπιακών εγκαταστάσεων που μένουν ανεκμετάλλευτες και ρημάζουν!

Μαρκος Τζουμαρας - Αντιπρόεδρος της Σκοπευτικής Ομοσπονδίας της Ελλάδος

Comments

Popular posts from this blog

επιλογές .....κεφαλονίτικα ανέκδοτα

Macmillan and Eisenhower in 1959 tv debate-bbc

«Η Ελλάδα αισθάνεται αποκλεισμένη»